«Όταν αντικρίζουμε τα των Θεών αγάλματα, ας μην τα νομίζουμε ως λίθους ή ξύλα, αλλά ούτε να θεωρούμε ότι είναι οι ίδιοι οι Θεοί. Και τις βασιλικές εικόνες (δηλ. τις εικόνες των Βασιλέων) δεν τις λέμε ξύλα ή λίθο ή χαλκό, ούτε, βέβαια, και βασιλείς, αλλά εικόνες των Βασιλέων. Όποιος, λοιπόν, αγαπά τον Βασιλέα (=φιλοβασιλεύς), ορά με ευχαρίστηση την του Βασιλέως εικόνα, όπως και όποιος αγαπά το παιδί του (φιλοπαίς) ορά με ευχαρίστηση την εικόνα του παιδιού του, και όποιος αγαπά τον πατέρα του (=φιλοπάτωρ), την εικόνα του πατέρα του∙ όποιος, λοιπόν, αγαπά τους Θεούς (=φιλόθεος) αποβλέπει με ευχαρίστηση τα αγάλματα και τις εικόνες των Θεών, νιώθοντας την ίδια στιγμή σεβασμό και ρίγος καθώς τον βλέπουν, αόρατοι, οι Θεοί.
Βλ., Ιουλιανός «Επιστολές, 89b.165 – 89b.184.» —-
«Να μη σας ξεγελάει λοιπόν κανείς με τα λόγια ούτε να σας κλονίζει τη Πίστη στην Πρόνοια∙ και εκείνοι που σας χλευάζουν για αυτά, δηλαδή οι προφήτες των Ιουδαίων, τι έχουν να πούνε για το ναό τους που τρεις φορές γκρεμίστηκε και ακόμα δεν έχει ανεγερθεί; Εγώ δεν το είπα αυτό χλευαστικά, εγώ που πρώτος ύστερα από τόσα χρόνια σκέφτηκα να τον ανοικοδομήσω προς τιμή του Θεού που λατρεύουν σε αυτόν.»[2]
Βλ., Ιουλιανός «Επιστολές, 89b.191 – 89b.197.»
—----------
[1] Epistulae 89b.165 ` to Epistulae 89b.184 Αφορῶντες οὖν εἰς τὰ τῶν θεῶν ἀγάλματα, μήτοι νομίζωμεν αὐτὰ λίθους εἶναι μήτε ξύλα, μηδὲ μέντοι τοὺς θεοὺς αὐτοὺς εἶναι ταῦτα. Καὶ γὰρ οὐδὲ τὰς βασιλικὰς εἰκόνας ξύλα καὶ λίθον καὶ χαλκὸν λέγομεν, οὐ μὴν οὐδὲ αὐτοὺς τοὺς βασιλέας, ἀλλὰ εἰκόνας βασιλέων. Ὅστις οὖν ἐστι φιλοβασιλεύς, ἡδέως ὁρᾷ τὴν τοῦ βασιλέως εἰκόνα, καὶ ὅστις ἐστὶ φιλόπαις, ἡδέως ὁρᾷ τὴν τοῦ παιδός, καὶ ὅστις φιλοπάτωρ, τὴν τοῦ πατρός· οὐκοῦν καὶ ὅστις φιλόθεος, ἡδέως εἰς τὰ τῶν θεῶν ἀγάλματα καὶ τὰς εἰκόνας ἀποβλέπει, σεβόμενος ἅμα καὶ φρίττων ἐξ ἀφανοῦς ὁρῶντας εἰς αὐτὸν τοὺς θεούς. Εἴ τις οὖν οἴεται δεῖν αὐτὰ μηδὲ φθείρεσθαι διὰ τὸ θεῶν ἅπαξ εἰκόνας κληθῆναι, παντελῶς ἄφρων εἶναί μοι φαίνεται· χρῆν γὰρ δήπουθεν αὐτὰ μηδὲ ὑπὸ ἀνθρώπων γενέσθαι. Τὸ δὲ ὑπ᾽ ἀνδρὸς σοφοῦ καὶ ἀγαθοῦ γενόμενον ὑπὸ ἀνθρώπου πονηροῦ καὶ ἀμαθοῦς φθαρῆναι δύναται· τὰ δὲ ὑπὸ τῶν θεῶν ζῶντα ἀγάλματα κατασκευασθέντα τῆς ἀφανοῦς αὐτῶν οὐσίας, οἱ περὶ τὸν οὐρανὸν κύκλῳ φερόμενοι θεοί, μένει τὸν ἀεὶ χρόνον ἀΐδια. Μηδεὶς οὖν ἀπιστείτω θεοῖς, ὁρῶν καὶ ἀκούων ὡς ἐνύβρισάν τινες εἰς τὰ ἀγάλματα καὶ τοὺς ναούς.
[2] Epistulae 89b.191 ` to Epistulae 89b.197 Μηδεὶς οὖν ἀπατάτω λόγοις μηδὲ ταραττέτω περὶ τῆς προνοίας ἡμᾶς· οἱ γὰρ ἡμῖν ὀνειδίζοντες τὰ τοιαῦτα, τῶν Ἰουδαίων οἱ προφῆται, τί περὶ τοῦ νεὼ φήσουσι τοῦ παρ᾽ αὐτοῖς τρίτον ἀνατραπέντος, ἐγειρομένου δὲ οὐδὲ νῦν; Ἐγὼ δὲ εἶπον οὐκ ὀνειδίζων ἐκείνοις, ὅς γε τοσούτοις ὕστε ρον χρόνοις ἀναστήσασθαι διενοήθην αὐτὸν εἰς τιμὴν τοῦ κληθέντος ἐπ᾽ αὐτῷ θεοῦ·