ΕΤΙΚΕΤΕΣ

Η ΓΝΩΣΙΟΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΠΡΟΚΛΟΥ ΚΑΙ ΤΑ ΠΕΝΤΕ ΕΠΙΠΕΔΑ ΓΝΩΣΗΣ




Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου

Εισαγωγικά

Η γνωσιοθεωρία του Πρόκλου είναι μια σύνθεση της πλατωνικής με την αριστοτελική γνωσιοθεωρία  και αποτελεί μια πολύ σημαντική προσπάθεια να κατανοήσουμε τα συγκλίνοντα στοιχεία των δύο πλευρών που συνιστούν την ενότητά τους για μια καθολική θεώρηση της αρχαίας ελληνικής γνώσης για το επιστητό. Ο Πρόκλος διακρίνει στα προϊόντα των αισθήσεων ένα σαφές επιστημονικό περιεχόμενο με την προϋπόθεση οι αισθήσεις να μην παραμένουν στην επιφανειακή προσέγγιση των φαινομένων αλλά να αναζητούν το βαθύτερο περιεχόμενό τους. Η διαπίστωση αυτή, βέβαια, για τη γνωσιολογική θεώρηση του Πρόκλου δε μας οδηγεί σε καμιά περίπτωση να νομίζουμε ότι παραβιάζει τις πλατωνικές σταθερές. Άλλωστε, ο ίδιος ο Πρόκλος επισημαίνει ότι για να υπάρξει γνώση των μεταφυσικών αρχετύπων, προϋποτίθεται η βαθμιαία κάθαρση της συνείδησης από τις επιδράσεις των αισθητηριακών οργάνων. Η εκτίμησή του είναι ότι η κάθαρση αυτή θα επιτελεστεί με την διαλεκτική και με την ακριβή συνδρομητική χρήση της μαθηματικής επιστήμης.

Ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος δεν υποστηρίζει ότι είναι εφικτή η δυνατότητα στον ένσαρκο άνθρωπο να κατακτήσει γνωστικά τον μεταφυσικό κόσμο κατά την καθεαυτότητά του (απόλυτα πέρα από τη γλώσσα, την πολιτισμική ιδιομορφία), αλλά αποκλειστικά ως προς τις δυναμικές προβολές του. Και όταν λέμε ως προς τις δυναμικές προβολές του, εννοούμε ότι ο ανθρώπινος εγκόσμιος νους μπορεί να συλλάβει τον "όντως κόσμο" μέσα από ένα σύστημα λογικών a priori εννοιών που παράγεται από το επίπεδο του νου που το αποπειράται, με την αφαιρετική μέθοδο, μέσα από την ενεργοποίηση των ουσιωδών λόγων (αιώνιων αληθειών) που διέσπειρε μέσα στην λογική ψυχή το ΑΓΑΘΟ (κατά Πλάτωνα), ή ο υπερούσιος νους ως ΑΠΟΛΥΤΟ (κατά Χέγκελ), ή η ΕΝΑΔΑ (κατά Πρόκλο). Αυτό το a priori σύστημα γνώσεων το εκμαιεύει ο νους όχι μέσα από τον κόσμο της εμπειρίας και των αισθήσεων αλλά από τον τρόπο που διαχειρίζεται τη διαπλοκή των αισθήσεων ο ίδιος ο νους. Για τον Πρόκλο διαδραματίζει τεράστιο ρόλο  ο τρόπος που χρησιμοποιεί ο νους τις αισθήσεις, γιατί οι τελευταίες καθίστανται το πλαίσιο του εγκόσμιου διάμεσου μέσα από το οποίο θα απορρεύσει η αληθινή γνώση. Πώς το κατορθώνει αυτό ο νους; Υποτάσσει τόσο τα φυσικά φαινόμενα όσο και τις εμπειρίες σε εννοιολογικές νοητικές κατηγορίες, οι οποίες έχουν ακρίβεια, εσωτερικό ειρμό και δυνατότητα επικοινωνίας και διασύνδεσης μεταξύ τους.  Ας μελετήσουμε τα 5 επίπεδα γνώσης στα οποία έχει τη δυνατότητα να ανέλθει η λογική ανθρώπινη ψυχή, σύμφωνα με τον Πρόκλο.


Τα πέντε επίπεδα γνώσης στον Πρόκλο

α. Δοξασία / Εικασία

Αρχικά, λοιπόν, θα αναφέρουμε ότι όπως εξηγεί ο Πρόκλος, στο «Περί πρόνοιας και ειμαρμένης και του εφ' ημίν, 27 – 32», η γνώση που οι παλαιοί συνήθιζαν να αποδίδουν πρώτη στις ψυχές που αρχίζουν να καθαίρονται ήταν η δοξασία [δόξα], που χαρακτηρίζει όσους μέσα από την εμπειρία τους εκπαιδεύονται στις πράξεις, και όσους ξεκινούν να απελευθερώνονται από τα ανθρώπινα και να ασχολούνται με τα όντως Όντα. Γιατί και η εκπαίδευση είναι κάθαρση της αμετρίας των παθών, και πολύ περισσότερο η πορεία από τη μετριοπάθεια στην απάθεια, όταν η λογική θέλει ακόμα να συμπάσχει, αλλά με μέτρο, και αποτινάσσει όλα τα δεσμά των παθών. Στο πρώτο αυτό επίπεδο της γνώσης ο άνθρωπος εκλαμβάνει ως αληθή γνώση οποιαδήποτε δέσμη εμπειριών ή πληροφοριών χωρίς να αποπειράται καμιά κριτική διάθεση ή διάκριση των στοιχείων που προσλαμβάνονται τυχαία από τον άνθρωπο. Κάθε τέτοια γνώση λαμβάνει χαρακτηριστικά δόγματος ή διπλής άγνοιας (κατά Πλάτωνα). Διπλή άγνοια έχουμε όταν δεν γνωρίζουμε ότι δεν γνωρίζουμε. 

β. Διάνοια

Η διάνοια ξεκινάει από κάποιες αρχές που εκλαμβάνονται ως δεδομένες [εικασίες], γνωρίζει τις αιτίες και καταλήγει πάντα στα αναγκαία συμπεράσματα. Τέτοιος είναι ο συλλογισμός που ξεκινώντας από αναπόδεικτες αρχές ανακάλυψε την αριθμητική και τη γεωμετρία, οι οποίες είναι ανώτερες από την γνώση που στηρίζεται μόνο στην εικασία, επειδή αυτές συλλογίζονται και καταλήγουν σε συμπεράσματα ξεκινώντας από αναπόδεικτες αρχές. Επειδή όμως σταματούν στις δικές τους αρχές παραλείπουν τις υψηλότερες αιτίες αυτών των αρχών, για αυτό λοιπόν αποδεικνύουν ότι υπολείπονται από την τέλεια γνώση. Η δοξασία ομοιάζει με την πίστη ως προς το ότι αναπτύσσει την πρώτη αποκρυσταλλωμένη και σταθερή θεώρηση για τον κόσμο που όμως είναι στρεβλή και επίσης απατηλή.

γ. Διαλεκτική 

Ανεβαίνοντας σε ένα ανώτερο επίπεδο, βρίσκεται η τρίτη μορφή γνώσης, η διαλεκτική, που ανεβαίνει μέχρι το ανυπόθετο Ένα μέσα από όλα τα είδη, διαιρώντας κάποια, αναλύοντας κάποια άλλα, δημιουργώντας πολλά από το ένα και ένα από τα πολλά. Αυτή τη γνώση ο Σωκράτης στην Πλατωνική «Πολιτεία, 534.e» την ονομάζει διαλεκτική ή διάνοια και την τοποθετεί πριν την νόηση –  την όρισε δε ως το «επιστέγασμα των μαθηματικών – θριγκὸς τοῖς μαθή μασιν ἡ διαλεκτικὴ», ενώ στην «Επινομίδα, 992.a» την αποκαλεί κοινό δεσμό τους – «δεσμὸς γὰρ πεφυκὼς πάντων τούτων εἷς ἀναφανήσεται διανοουμένοις». Γιατί από αυτή και ο γεωμέτρης και οποιοσδήποτε άλλος επιστήμονας θα πάρει την θεωρία για τις δικές του αρχές, θεωρία η οποία επανενώνει τις πολλές αρχές που διαιρέθηκαν από την μία αρχή των πάντων. Ότι το Ένα υπάρχει σε όλα τα όντα και ότι αντιστοιχεί στο σημείο της γεωμετρίας, στη μονάδα της αριθμητικής και στο πιο απλό στοιχείο κάθε επιστήμης, το αποδεικνύει κάθε επιστήμη παράγοντας από το απλό στοιχείο της όσο εμπίπτουν στον τομέα της. Όμως καθένα από αυτά τα απλά στοιχεία λέγεται και είναι μια συγκεκριμένη αρχή, ενώ η αρχή όλων των όντων είναι η γενική αρχή. Η διαλεκτική θεωρείται η ύψιστη από τις επιστήμες, γιατί μέσω αυτής επιτελείται κάθαρση της ψυχής συμβάλλοντας καθοριστικά  στην απεμπόληση όλων των πλανών και των πληροφοριών που άντλησε η ψυχή μέσα από αισθητό κόσμο και σαν παραπέτασμα την εμποδίζουν να αρχίσει να λειτουργεί άψογα το νοητικό της ηγεμονικό, τον ηνίοχο. Μόνο η διαλεκτική μπορεί να μας ωθήσει προς τον Νου, λοιπόν, την καθαρή νόηση, γιατί μέσω αυτής η ψυχή απεκδύεται τους χιτώνες της λήθης που έλαβε με την πτώση της και την  ενσάρκωσή της. 

δ. Νόηση

Ανεβαίνοντας ένα ακόμη επίπεδο, βρίσκουμε την τέταρτη μορφή γνώσης, πιο απλή από την προηγούμενη. Τη γνώση αυτή, η οποία δεν χρησιμοποιεί πλέον συλλογιστικές μεθόδους, όπως η διαλεκτική με τις αναλύσεις, τις συνθέσεις, τις διαιρέσεις ή τις αποδείξεις, αλλά ατενίζει τα όντως Όντα με απλές συλλήψεις και εννοιακές ενοράσεις, την εξυμνούν όσοι μπορούν να ενεργούν σύμφωνα με αυτήν, αποκαλώντας την πλέον με σεβασμό Νόηση και όχι επιστήμη. Άλλωστε, ο Σταγειρίτης Αριστοτέλης, στα έργο του «Αναλυτικά Ύστερα, Α’ 3, 72.b 24», λέγει ότι η εντός μας νόηση είναι ανώτερη από την επιστήμη, μιας και είναι εκείνη με την οποία γνωρίζουμε τους «Όρους» για τους οποίους ο ίδιος ο Αριστοτέλης στα «Ηθικά Νικομάχεια, Ζ’ 8, 1142.a 25-30» λέγει ότι είναι εκείνες οι αρχές «ὧν οὐκ ἔστι λόγος», είναι δηλαδή εκείνες οι αρχές οι οποίες δεν γίνονται αντιληπτές από τον συλλογισμό και την λογική απόδειξη αλλά από την νοητική ενόραση – μάλιστα οι Όροι διαφέρουν από τις υποθέσεις, στον βαθμό που οι υποθέσεις θεωρούνται ως δεδομένες από την ανθρώπινη σκέψη για να αποτελούν την αρχή του συλλογισμού, ενώ οι Όροι είναι από μόνοι τους δεδομένοι. Ο Πλάτων επίσης στον «Τίμαιο, 37.c» δηλώνει πως η νόηση και η επιστήμη είναι γνώσεις της ψυχής για τα όντα – «ὅταν δὲ αὖ περὶ τὸ λογιστικὸν ᾖ καὶ ὁ τοῦ ταὐτοῦ κύκλος εὔτροχος ὢν αὐτὰ μηνύσῃ, νοῦς ἐπιστήμη τε ἐξ ἀνάγκης ἀποτελεῖται». Γιατί φαίνεται πως υπάρχει επιστήμη της ψυχής, εφόσον η ψυχή είναι γνώση. Και βέβαια υπάρχει και νόηση της ψυχής, εφόσον η ψυχή είναι εικόνα της όντως νοήσεως. Γιατί ο νους με το να ορά τα νοητά, μέσω μιας σύλληψης και επαφής με τα αντικείμενα της νόησής του γνωρίζει τόσο τον εαυτό του ως υποκείμενο που νοεί όσο και εκείνα που βρίσκονται εντός του, και για αυτό νοεί τι είναι εκείνα, και ταυτόχρονα νοεί ότι ο ίδιος τα νοεί, και έτσι γνωρίζει ποιος είναι ο ίδιος. Με το να μιμείται, λοιπόν, η ψυχή αυτόν όσο μπορεί, γίνεται και η ίδια νους, υπερβαίνοντας την επιστήμη και αφήνοντας τις ποικιλόμορφες μεθόδους με τις οποίες διακοσμούνταν προηγουμένως. Ανυψώνοντας μόνο το όμμα της στα όντας Όντα, τα νοεί και η ίδια με την επαφή, όπως ο Νους. Όμως η ψυχή έρχεται σε επαφή με διαφορετικό ον κάθε φορά, επειδή είναι εγκόσμια, έγχρονη, ενώ ο νους έρχεται σε επαφή με όλα ταυτόχρονα, για αυτό και από τη φύση του είναι άχρονος. Γιατί «ο πατέρας των πάντων έδεσε την ψυχή με το πεπρωμένο», συνεπώς και για τον λόγο ότι η ψυχή είναι συνδεδεμένη με το πεπρωμένο, δεν δύναται να φτάσει πλήρως τον νου (είναι ανεξάρτητος από το πεπρωμένο) και να γίνει η ίδια νους, έτσι η νόησή της δεν είναι ταυτόχρονη και υπερχρονική, όπως του νου, αλλά πάντα χρονική.

ε. Μυστική και απόρρητη γνώση του Ενός

Πολλοί θεωρούν ότι η ενορατική μυστική γνώση ταυτίζεται με τον μυστικισμό, ενώ δεν είναι έτσι. Ανεβαίνοντας σε ένα ακόμη επίπεδο, το ύστατο, βρίσκεται η μυστική γνώση ως πέμπτη μορφή γνώσης, η οποία επαινείται από τους θεολόγους των αρχαίων που συνηθίζουν να επαινούν την γνώση που βρίσκεται πάνω από τον νου και να την κατονομάζουν ως μια μανία αληθινά ένθεη – βλέπε και «Συμπόσιο, 218.b» αλλά και «Φαίδρο, 245.b-c». Στο πέμπτο αυτό επίπεδο ανέβηκαν πολλοί λίγοι φιλόσοφοι και θεολόγοι (Πλάτων, Πυθαγόρας, Ορφέας κ.λπ). Ο Αριστοτέλης, για παράδειγμα, ανέβηκε μέχρι τη νοητική ενέργεια (τέταρτο επίπεδο γνώσης) και αποπειράθηκε να μας πείσει ότι δεν υπάρχει τίποτα πάνω από αυτήν (κάθε φιλόσοφος ανάλογα με την διανοητικότητα και την ποιότητα της σκέψης του ανεβαίνει σε ένα ορισμένο ύψος, ή επίπεδο). Λένε, οι φιλοσοφικοί θεολόγοι, λοιπόν, ότι αυτή είναι το «Ένα» της ψυχής (νεοπλατωνικοί και Πρόκλος) και ότι δεν διεγείρει πλέον την νοητική δύναμη της ψυχής αλλά συνδέει την ψυχή άμεσα με το Ένα. 

Γιατί τα πάντα αναγνωρίζονται από το όμοιό τους: το αισθητό από το αισθητό, το επιστητό από την επιστήμη, το νοητό από τον νου, το Ένα από το ενιαίο. Γιατί, όπως είπαμε, όταν η ψυχή νοεί ακόμα, γνωρίζει τον εαυτό της και επίσης γνωρίζει μέσω της επαφής όσα νοεί. Όταν όμως υπερ-νοεί φθάνοντας τη νόηση στα υπέρτατα όριά της και συσσωματώνεται με το Ένα, την απόλυτη Ενότητα του Παντός, απολαμβάνει την ηρεμία που της παρέχει η σύνδεσή της με το Ένα, κλείνοντας τα όμματα στις γνώσεις. Τότε αντικρίζει το θείο Κάλλος, τον όντως κόσμο, το ΑΓΑΘΟ, μένοντας άφωνη και σιωπηλή με μία εσωτερική σιωπή. Γιατί πως αλλιώς μπορεί να συνδεθεί με Εκείνο που είναι το πιο ανέκφραστο από όλα, αν όχι κοιμίζοντας τους λόγους που έχει εντός της; Οι ουσιώδεις a priori λόγοι που ενεργοποιήθηκαν μέσα της αποτέλεσαν τα φτερά της προκειμένου να ανέλθει στον υπερουράνιο κόσμο και να απολαύσει τη Θέα της σύνολης πλάσης που επιτυγχάνεται με την Θεωρία, την νοητική "Παρατήρηση". Ενώνεται και καθίσταται ένα, λοιπόν, με το Ένα για να το ορά μόνο όταν συλλαμβάνει τον Νου δαίμονά της. Ο νους-δαίμονας της ψυχής, το "άνθος του νου" (κατά Ιάμβλιχο) είναι η νοερή δυνατότητα θέασης του όντως κόσμου που έχει το λογιστικό της ψυχής. Και αυτή η δυνατότητα θέασης που τυγχάνει να λαμβάνει η άσαρκη ψυχή είναι τέτοιας ποιότητας, ανάλογης με την εξέλιξη που έτυχε η ίδια με την περιφορά της μέσα στην αιωνιότητα.

Όταν, λοιπόν, πραγματοποιεί αυτή την ανοδική πορεία της η ψυχή αποβάλλοντας τους χιτώνες της απατηλής γνώσης του αισθητού κόσμου και συλλαμβάνει την αληθινή ουσία του εαυτού της, καθίσταται τέλεια αυτοσυνείδηση. Ας ψηλαφίσουμε τι εννοεί ο Πρόκλος με την έννοια της αποβολής των χιτώνων. Όταν ο ενεργοποιημένος νους του ανθρώπου (δηλαδή ο νους που έχει φθάσει στο επίπεδο της νόησης) στραφεί προς τον εσωτερικό του κόσμο και σταματήσει να έχει συναναστροφή με οτιδήποτε σχετίζεται με τα αισθητά, εξαίφνης συνδέεται με τον αληθινό εαυτό του, τον δαίμονά του, δηλαδή εκείνον τον ανώτερο νου του που δεν είναι αναμεμειγμένος με το σώμα του και με τα υλικά πράγματα και τις αισθήσεις. Ξαφνικά, λοιπόν, βιώνει μια ροή εσωτερικής νοητικής πληρότητας και καθίσταται ευδαίμων. Όλη αυτή η γνώση δεν προέρχεται από κάτι έξω από τον εαυτό του, αλλά πάντα βρισκόταν εκεί, μη ενεργοποιημένη. Η νοητική κατάσταση του ανθρώπου βρίσκεται σε απόλυτη εγρήγορση αφού όλες οι νοητικές δυνατότητες της λογικής ψυχής γίνονται πραγματικές ικανότητες (παρατήρηση, αντίληψη, κατανόηση, εσωτερική θέαση και ενόραση, διαίσθηση, οξύνοια).  Η θέαση, ως νοητική Παρατήρηση, αυτής της ίδιας της αυτοσυνείδησης είναι το  ανωτέρω «άνθος του νου», ο εν λόγω δαίμων ΝΟΥΣ (που μας λέει ο Ιάμβλιχος). Έτσι η λογική ψυχή επιτυγχάνει στον εαυτό της μια ανείπωτη ηρεμία όχι μόνο από τις εξωτερικές κινήσεις αλλά και από τις εσωτερικές και καθίσταται "Απόλυτο Πνεύμα" (κατά Χέγκελ), ή καταχθόνιος δαίμων (κατά Πρόκλο), ή Ήρωας (κατά Όμηρο). Ας θυμηθούμε ότι ο Νους του Πλάτωνα και του Αριστοτέλη είναι ακίνητο ον. Τι εννοούμε με την ακινησία; Το να "θεάται" ο νους αυτόν που παράγει τις νοητικές ενέργειες που γεννούν τις σκέψεις, τον ανώτερο εαυτό, ο οποίος αποτελεί το ΕΙΝΑΙ, εκείνο το παρμενίδειο κέντρο όλων των Κύκλων, το ΕΝΑ. Έτσι και ο επιμέρους νους του ανθρώπου, αν καταστεί ακίνητος ΘΕΩΡΟΣ, θα βυθιστεί/ενωθεί στα σπλάχνα του καθολικού Νου, ο οποίος αντικρίζει με άρρητο τρόπο το Έν ή Ένα, με τον τρόπο που παραβλήθηκε ανωτέρω.

Σημαντικές Επισημάνσεις

α. Στην πλατωνική και νεοπλατωνική παράδοση το πέμπτο είδος γνώσης δεν αποτελεί κάποιον ανορθολογικό ή θρησκευτικό τρόπο ανέλιξης της ανθρώπινης συνειδητότητας, αλλά μια κατά Λόγον ένωση του υποκείμενου Νου με τον αντικείμενο κόσμο της Ιδέας. Ο στραμμένος προς τα άνω ως υποκείμενο Νους ανέρχεται στον κόσμο της Ιδέας. Η Ιδέα είναι το μόνο αληθές και αιώνιο αντικείμενο. Καθώς ο Νους ανέρχεται και κατακτά την κατά φύση ακινησία του ενώνεται με την Ιδέα και καθίσταται ένα αντικειμενοποιημένο υποκείμενο ή ένα υποκειμενοποιημένο αντικείμενο. Δεν είναι τίποτα από τα δύο. Για όσους θέλουν να εντρυφήσουν με ποιον τρόπο επιτυγχάνεται λογικά μια τέτοια ανέλιξη της λογικής ψυχής μπορούν να μελετήσουν τους Φίχτε, Σέλινγκ και Χέγκελ, οι οποίοι επιδίδονται σε μια λεπτεπίλεπτη εννοιολογική και ενδελεχή ανάλυση που απαιτεί από τους αναζητητές πολύ μεγάλη γνώση των φιλοσοφικών όρων και κατηγοριακών συγκροτήσεων που καλλιεργήθηκαν και δουλεύτηκαν και από πρότερους αυτών φιλοσόφους (Ντεκάρτ, Σπινόζα, Καντ). Όλοι αυτοί οι νεότεροι φιλόσοφοι προσφέρουν μια ολοκληρωμένη διανοητική πραγμάτευση της πορείας προς το ΕΝ, ενώ ο Πλάτων και οι νεοπλατωνικοί μας παραδίδουν μια μανιώδη, ένθεη και ερωτική μυσταγωγία της ανθρώπινης ψυχής στην ανάβασή της προς την ολύμπια κορυφή του Ενός.

β.Ας θυμηθούμε ότι στον νεοπλατωνισμό του Πρόκλου κάθε επίπεδο πραγματικότητας (Εν, Νους, Ψυχή) διακρίνεται στη λειτουργία του από τριαδικότητα στις ενέργειές του. Για παράδειγμα, ο Νους στο άνω μέρος του σιωπά αντικρίζοντας το Εν και την Ιδέα του Αγαθού, στο μεσαίο είναι καθ΄εαυτού νόηση, ενώ στο κάτω μέρος θεωρεί με νοητικό τρόπο τον κόσμο με την διαλεκτική. Η ψυχή στο άνω μέρος της θεωρεί με την καθαρή διαλεκτική με νοητικό τρόπο, στο μεσαίο αναμιγνύει με τη διάνοια την αισθητή γνώση με νοερό τρόπο, όπως ένας κοινός άνθρωπος (τα δύο πρώτα επίπεδα γνώσης) και στο κάτω μέρος λειτουργεί με την νοερή αίσθηση του ζώου κ.ο.κ

γ. Ίσως ισχυριστεί κανείς ότι η λογική ψυχή δε χρειάζεται να εργαστεί πάνω στη γνώση και τη διάνοια ώστε να φθάσει να ενωθεί με το ΕΝ, εφόσον φαίνεται μια διαδικασία σιωπής. Κάτι τέτοιο που υποστηρίζεται από κάποιους θρησκευτές είναι απολύτως ανέφικτο. Χωρίς την νοητική ανάπτυξη και εξέλιξη της λογικής ψυχής (διάνοια, διαλεκτική και νόηση) είναι αδύνατη κάθε προσπάθεια ανέλιξης του ανθρώπου. Εδώ γίνεται σαφής η διάκριση της λειτουργίας που έχουν ο φιλοσοφικός τρόπος και ο θρησκευτικός τρόπος. Μόνο με την φιλοσοφική εξέλιξη και συγκρότηση του ανθρώπου καθίσταται δυνατή η ανέλιξη μέχρι και το Ένα.

Στήριξη κειμένου
Πρόκλου
  • Περί Πρόνοιας και Ειμαρμένης και του εφ ημίν, κεφάλαιο 27.1  –  32.21.
  • Κατά Πλάτωνος Θεολογία, Βιβλίο Α, 12.1 – 32.15, 104.20 – 106.1, 114.25 – 125.2.
  • Σχόλια εις τον Κρατύλο του Πλάτωνος, 16. 1 – 23, 51.45 – 52.7, 71. 1 – 172, 88. 1 – 17.
  • Εις τας Πλάτωνος Πολιτείας Υπόμνημα, βιβλίο Α’ [συνέχεια], 91.1 – 92.30   &   147. 1 – 25.
  • Εις τον Πλάτωνος πρώτον Αλκιβιάδη, 69.1.
  • Διαλεκτική και Θεωρία, Πρόκλου (Χρήστος Τερέζης)