Της Άννας Μαρκοπούλου, δρ. φιλοσοφίας
Εισαγωγή
Ορισμός της φιλοσοφικής προσευχής
Αντικείμενο του παρόντος άρθρου είναι η φιλοσοφική προσέγγιση
της προσευχής, έτσι όπως αυτή παρουσιάζεται και αναλύεται
από τους νεοπλατωνικούς φιλοσόφους Ιεροκλή και Πρόκλο.
Σε αυτό το πλαίσιο, ο στόχος του παρόντος άρθρου είναι να αναδείξουμε ότι η φιλοσοφική προσευχή συνιστά το μέσο της συνολικής αναγέννησης της ψυχής και της περαιτέρω ένωσής της με το υπερούσιον εν.
Πιο συγκεκριμένα, θα αναλύσουμε τον τρόπο με τον οποίον η συνολική αυτή αναγέννηση καθώς και η ένωση της ψυχής με το υπερούσιον εν
πραγματοποιείται, μέσω της δύναμης της φιλοσοφικής προσευχής, εφόσον αυτή η τελευταία είναι η εικόνα, αφενός της πρώτης τριάδας των νοητών αρχών του νοητού πεδίου και, αφετέρου, των πέντε αιτίων, τα οποία συγκροτούν ολόκληρη τη δημιουργία του σύμπαντος.
Τι είναι, όμως, η φιλοσοφική προσευχή και πώς ορίζεται;
Την ουσία και τον ορισμό της φιλοσοφικής προσευχής μάς παραδίδει
ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Ιεροκλής στο Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά
Χρυσά έπη:
ἔοικε γὰρ τὸ μὲν παρ’ ἡμῶν σπουδαζόμενον ἐκτεινομένῃ χειρὶ πρὸς
λῆψιν τῶν καλῶν, τὸ δὲ παρὰ θεοῦ συντελούμενον χορηγία εἶναι καὶ
πηγὴ τῆς δόσεως τῶν ἀγαθῶν καὶ τὸ μὲν εὑρίσκειν πεφυκέναι τὰ κα-
λά, τὸ δὲ ἐκφαίνειν τῷ ζητοῦντι ὀρθῶς, ἡ δὲ εὐχὴ μεθόριον εἶναι τῆς
τε παρ’ ἡμῶν ζητήσεως καὶ τῆς παρὰ θεοῦ δόσεως, εὖ ἐχομένη τῆς
αἰτίας ἡμῶν τῆς εἴς τε τὸ εἶναι προαγούσης ἡμᾶς καὶ πρὸς τὸ εὖ
εἶναι τελειούσης 1
(μοιάζει, λοιπόν, αυτό μεν, που καθίσταται από εμάς αντικείμενο επιμελούς ασχολίας, με χέρι το οποίο εκτείνεται προς τη λήψη των καλών, αυτό δε που συντελείται από τους θεούς, είναι χορηγία και πηγή
της παροχής των αγαθών και το μεν <πρώτο> είναι από τη φύση του
<κατάλληλο> να ανακαλύπτει τα καλά, το δε <δεύτερο είναι από τη
φύση του κατάλληλο> να αποκαλύπτει <τα καλά> σε αυτόν, ο οποίος
τα αναζητά με ορθό τρόπο, η δε προσευχή είναι ο μεθόριος χώρος
μεταξύ της δικής μας αναζήτησης και της χορηγίας του θεού, η οποία
συνδέεται με άριστο τρόπο με την αιτία μας, η οποία μάς προάγει
προς την ύπαρξη και μας τελειοποιεί <έτσι ώστε να αποκτήσουμε>
άριστη ύπαρξη.) 2
Υπό αυτό το πρίσμα, η φιλοσοφική προσευχή είναι ο μεθόριος χώρος,
δηλαδή ο δαιμόνιος χώρος, μέσα στον οποίο επιτυγχάνεται η σύνδεση
της αναζήτησης της ανθρώπινης ψυχής με το μέρος της σύνολης χορηγίας
του θεού, το οποίο διανείμεται κατ’ αξίαν σε αυτή.
Με αυτήν την έννοια, η θεία μοίρα της χορηγίας του θεού, την οποία
θα προσλάβει η ανθρώπινη ψυχή, είναι ανάλογη προς τη δύναμη της μεθέξεώς της, δύναμη, η οποία είναι, με τη σειρά της, συνάρτηση του βαθμού της καθαρότητας της ψυχής.
Με άλλα λόγια, η φιλοσοφική προσευχή είναι ο δαιμόνιος χώρος, ο
οποίος, ως μεταξύ, επιτελεί μία διττή και αντιθετική λειτουργία: Αφενός
χωρίζει τα άνω από τα κάτω, δηλαδή τον θείο από τον ανθρώπινο κόσμο,
ενώ, αφετέρου και ταυτόχρονα, συνδέει τους δύο αυτούς κόσμους.
Πώς, όμως, επιτυγχάνεται αυτή η σύνδεση;
Η ετυμολογία του ονόματος της προσευχής, αναδεικνύει τον τρόπο
της σύνδεσης των δύο κόσμων, του ανθρώπινου και του θείου αντίστοιχα:
Η προσευχή, σύμφωνα με τον Ιεροκλή, ετυμολογείται από το ευ έχομαι,
το οποίο σημαίνει συνδέομαι με άριστο τρόπο.
Πιο συγκεκριμένα, η φιλοσοφική προσευχή συγκροτείται ως δαιμόνιος
χώρος, εφόσον συνδέεται με άριστο τρόπο με την αιτίαν, η οποία, αφενός, προσδίδει την ουσίαν στην ψυχή και, ως εκ τούτου, την οδηγεί προς
το είναι, δηλαδή προς την ύπαρξη και, αφετέρου, προσδίδει στην ουσίαν
της ψυχής το εύ, και, ως εκ τούτου, την τελειοποιεί, έτσι ώστε να καταστεί άριστον είναι, δηλαδή άριστη ύπαρξη.
Η ουσία, η τελειότης και η ενέργεια της φιλοσοφικής προσευχής
Πώς, όμως, η φιλοσοφική προσευχή συνδέεται με την αιτίαν του είναι
και του ευ είναι της ψυχής;
Η σύνδεση αυτή επιτυγχάνεται μέσω της δύναμης της φιλοσοφικής
προσευχής, η οποία έγκειται στο ότι αυτή είναι η εικόνα της πρωτίστης
τριάδος των νοητών αρχών του νοητού πεδίου.
Πιο συγκεκριμένα, η φιλοσοφική προσευχή, όπως θα αναδείξουμε
στη συνέχεια, είναι η εικόνα της νοητής ουσίας, της νοητής ζωής και του
νοητού νοός, δηλαδή των τριών πρώτων νοητών αρχών, οι οποίες συγκροτούν τη φύση του νοητού όντος.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ουσία της φιλοσοφικής προσευχής έχει, σύμφωνα με τον Πρόκλο, δύο πρωταρχικές ιδιότητες: α) συνέχει και συνδέει
τις ατομικές ψυχές με τους θεούς και β) συνιστά μία ενοποιό ουσία, η
οποία ενώνει τις υποστάσεις των κατώτερων πεδίων με αυτές της αμέσως
ανώτερης βαθμίδας.
Ἃ μὲν οὖν περὶ εὐχῆς εἰδέναι δεῖ τὴν πρώτην, τοιαῦτα ἄττα ἐστίν, ὅτι
οὐσία μὲν αὐτῆς ἡ συναγωγὸς καὶ συνδετικὴ τῶν ψυχῶν πρὸς τοὺς
θεούς, μᾶλλον δὲ ἡ πάντων τῶν δευτέρων ἑνοποιὸς πρὸς τὰ πρότερα.3
(Αυτά που πρέπει να γνωρίζουμε πρωτίστως για την προσευχή, είναι
περίπου τα εξής, ότι η μεν ουσία της είναι συνεκτική και συνδετική
των ψυχών με τους θεούς, μάλλον δε <ότι είναι> αυτή που ενοποιεί
τα δεύτερα με τα αμέσως πριν από αυτά <δηλαδή με τα αμέσως ανώ-
τερα από αυτά>.)
Με αυτήν την έννοια, η φιλοσοφική προσευχή, μέσω της πρώτης ιδιότητας της ουσίας της, προσδίδει συνοχή και ενότητα στην ουσία των ατομικών ψυχών και, ως εκ τούτου, τους παράσχει τη δύναμη της σύνδεσης με
τον οικείο θεό τους, δηλαδή με τον θεό, τον οποίο έχουν επιλέξει να ακολουθήσουν.
Επίσης, η φιλοσοφική προσευχή, μέσω της δεύτερης ιδιότητας της
ουσίας της, προσδίδει στις υποστάσεις των κατωτέρων βαθμίδων την ενοποιό δύναμη της μονάδος και, με αυτήν την έννοια, τις καθιστά ικανές να
παραμείνουν μέσα στις θείες ενάδες των ανώτερων βαθμίδων.
Υπό αυτό το πρίσμα, η ουσία της προσευχής είναι η εικόνα της ουσίας
του νοητού όντος, εφόσον η ουσία αυτή, ως πρώτη νοητή αρχή του νοητού όντος, προσδίδει τη δύναμη σε αυτό, να παραμείνει μέσα στις αμέσως
ανώτερες βαθμίδες, δηλαδή μέσα στο υπερούσιον εν. Ο Πρόκλος μάς παραδίδει σχετικά ότι:
Καὶ ἡ μὲν οὐσία τὸ μόνιμον τοῦ ὄντος καὶ τὸ ταῖς πρωτίσταις ἀρχαῖς
συνυφαινόμενον καὶ ἀνεκφοίτητον τοῦ ἑνός.4
(Και η μεν ουσία είναι το στοιχείο του όντος, το οποίο παραμένει
αμετάβλητο καθώς και αυτό, το οποίο συνυφαίνεται με τις πρώτιστες
αρχές και είναι αχώριστο του ενός.)
Η τελειότης της φιλοσοφικής προσευχής έχει, σύμφωνα με τον Πρόκλο,
δύο πρωταρχικές ιδιότητες:
α) Ανάγει την ατομική ψυχή εκ των κάτω, δηλαδή από τα κοινά αγαθά
των κατωτέρων πεδίων, προς τα άνω, δηλαδή προς τα τελειότερα αγαθά
των ανωτέρων βαθμίδων. Μέσω της αναγωγής αυτής πραγματοποιείται η
θεία ένωσις της ατομικής ψυχής με τις υπερούσιες ενάδες του θείου πεδίου.
β) Προσδίδει σταδιακά στην ατομική ψυχή την έξιν, δηλαδή τη συνή-
θεια να ζει μέσα στο θείο φως των υπερουσίων ενάδων:
τελειότης δὲ ἀρχομένη μὲν ἀπὸ τῶν κοινοτέρων ἀγαθῶν, λήγουσα δὲ
εἰς τὴν θείαν ἕνωσιν καὶ κατὰ μικρὸν συνεθίζουσα τὴν ψυχὴν πρὸς
τὸ θεῖον φῶς.
5
(η τελειότης της <προσευχής> έγκειται στο ότι, αρχίζοντας από τα
πιο κοινά αγαθά, καταλήγει στη θεία ένωση και σιγά-σιγά συνηθίζει
την ψυχή <να ζει μέσα στο> θείο φως.)
Με αυτήν την έννοια, η φιλοσοφική προσευχή, μέσω της πρώτης ιδιότη-
τάς της, προσδίδει στην ατομική ψυχή την αναγωγό δύναμη της μεθέξεως
στα τελειότερα αγαθά των υπερουσίων ενάδων του θείου πεδίου. Αυτή η
αναγωγός δύναμη είναι το μέσο της ένωσης της ατομικής ψυχής με το
θείο πεδίο των ενάδων.
Επίσης, η φιλοσοφική προσευχή, μέσω της δεύτερης ιδιότητάς της,
προσδίδει στην ατομική ψυχή τη συνήθεια να ζει μία θεία ζωή, και, ως εκ
τούτου, τελειοποιεί σταδιακά τη ζωή αυτής της ψυχής, προσδίδοντάς της
τη δύναμη της σύνδεσης με το θείο φως των ενάδων.
Υπό αυτό το πρίσμα, η τελειότης της φιλοσοφικής προσευχής είναι η
εικόνα της νοητής ζωής του νοητού όντος, εφόσον η ζωή αυτή, ως δεύτερη
νοητή αρχή του νοητού όντος, προσδίδει τη δύναμη σε αυτό να προοδεύει,
δηλαδή να κατέρχεται προς τις κατώτερες βαθμίδες, μέσω της διαρκούς
τελείωσής του, εξαιτίας της σύνδεσής του με την πρώτην απειρίαν, δηλαδή
με την ανέκλειπτον δύναμιν του φωτός των υπερουσίων ενάδων. Ο Πρόκλος μάς παραδίδει σχετικά ότι:
ἡ δὲ ζωὴ τὸ προϊὸν ἀπὸ τῶν ἀρχῶν καὶ τῇ ἀπείρῳ δυνάμει συμφυόμενον.6
(η δε ζωή είναι <το στοιχείο του όντος>, το οποίο κατέρχεται από τις
πρώτες αρχές και είναι από τη φύση του συνδεδεμένο με την άπειρη
δύναμη <των πρώτων αρχών>.)
Τέλος, η ενέργεια της φιλοσοφικής προσευχής έχει, σύμφωνα με τον
Πρόκλο, δύο πρωταρχικές ιδιότητες:
α) Προσδίδει πληρότητα, μέσω της δραστηριότητάς της, στα ανθρώπινα αγαθά, δηλαδή τα καθιστά αληθινά και πραγματικά.
β) Αποκαθιστά την κοινότητα μεταξύ των ανθρώπινων και των θείων
αγαθών.
ἐνέργεια δὲ δραστήριος καὶ τῶν ἀγαθῶν ἀποπληρωτικὴ καὶ κοινὰ
ποιοῦσα τὰ ἡμέτερα τοῖς θεοῖς.
7
(η ενέργεια της <προσευχής> είναι δραστήρια και μπορεί να προσδίδει πληρότητα, δηλαδή να καθιστά αληθινά και πραγματικά, τα αγαθά
και κάνει έτσι ώστε όλα αυτά που μάς ανήκουν, να καταστούν κοινά
με τους θεούς, δηλαδή να τα μοιραζόμαστε από κοινού με τους θεούς.)
Με αυτήν την έννοια, η φιλοσοφική προσευχή, μέσω της πρώτης ιδιότητάς της, δηλαδή της δραστηριότητάς της, ενεργοποιεί την εκπλήρωση
της ζήτησης των αγαθών από την ατομική ψυχή, έτσι ώστε αυτά να καταστούν αληθινά και πραγματικά.
Η εκπλήρωση αυτή είναι το προϊόν της επιστρεπτικής ενέργειας της
φιλοσοφικής προσευχής, δηλαδή της δεύτερης ιδιότητάς της, μέσω της
οποίας συγκροτείται η κοινότητα μεταξύ των ανθρώπινων και των θείων
αγαθών. Με άλλα λόγια, η κοινότητα αυτή αποκαθίσταται μέσω της επιστροφής του πέρατος, δηλαδή του τέλους της βαθμίδας στην οποία ανήκει
η ατομική ψυχή, στις αρχές, δηλαδή στις ανώτερες βαθμίδες των θείων
ενάδων.
Υπό αυτό το πρίσμα, η ενέργεια της φιλοσοφικής προσευχής είναι η
εικόνα του νοητού νοός του νοητού όντος, εφόσον ο νοητός νους, ως τρίτη
νοητή αρχή του νοητού όντος, προσδίδει τη δύναμη σε αυτό να επιστρέφει στην αμέσως ανώτερη βαθμίδα, δηλαδή στο υπερούσιον εν. Η επιστροφή αυτή γίνεται μέσω της σύνδεσης του πέρατος, δηλαδή του τέλους
του νοητού πεδίου, με τις αρχές, δηλαδή με το θείο πεδίο των υπερουσίων
ενάδων. Ο Πρόκλος μάς παραδίδει σχετικά ότι:
ὁ δὲ νοῦς τὸ ἐπιστρέφον εἰς τὰς ἀρχὰς καὶ συνάπτον τῇ ἀρχῇ τὸ πέρας καὶ κύκλον ἕνα νοητὸν ἀπεργαζόμενον.
8
(ο δε νους είναι <το στοιχείο του όντος>, το οποίο επιστρέφει στις
αρχές και συνδέει την αρχή με το τέλος και παράγει έναν νοητό κύκλο.)
Συνοψίζοντας τα παραπάνω, θα λέγαμε ότι, μέσω της δύναμης της φιλοσοφικής προσευχής, η οποία έγκειται, όπως αναδείξαμε, στο ότι αυτή η
τελευταία είναι η εικόνα της πρωτίστης τριάδος του νοητού πεδίου, η φιλοσοφική προσευχή συγκροτείται ως δαιμόνιος χώρος, εφόσον συνδέεται
με άριστο τρόπο με την αιτίαν του είναι και του ευ είναι της ψυχής, δηλαδή με το υπερούσιον εν.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ατομική ψυχή, όταν βρίσκεται μέσα στον δαιμόνιον χώρον της προσευχής, αποκτά την ένθεον ενέργειαν, μέσω της οποίας
συνδέεται και αυτή με την αιτίαν του είναι και του ευ είναι της, δηλαδή
με το υπερούσιον εν. Ο Πρόκλος μάς παραδίδει σχετικά ότι:
Εἰς δὲ τὸ ἓν ἀναδραμοῦσα, καὶ πᾶν τὸ ἐν αὐτῇ συμπτύξασα πλῆθος,
ἐνθεαστικῶς ἐνεργεῖ καὶ συνάπτεται ταῖς ὑπὲρ νοῦν ὑπάρξεσι.
9
(Όταν <η ψυχή> ανατρέξει στο ένα και συμπτύξει το σύνολο του
πλήθους μέσα της, ενεργεί με ένθεο τρόπο και συνδέεται με τις υπάρξεις, οι οποίες βρίσκονται πάνω από τον νου.)
Η σύνδεση της ψυχής με το υπερούσιον εν, μέσω της ενθέου ενέργειας,
την οποίαν αυτή αποκτά, όταν βρίσκεται μέσα στον δαιμόνιον χώρον της
προσευχής, σηματοδοτεί το πέρασμά της από το είναι στο ευ είναι. Με
άλλα λόγια, η ψυχή, συνδεόμενη με την υπερούσια αιτία της, αποκτά έναν
νέο τρόπο ύπαρξης, αυτόν του ευ είναι, ο οποίος συγκροτείται, σε μία
πρώτη φάση, μέσω των πέντε αιτίων της προσευχής, οι οποίες, όπως θα
αναδείξουμε στη συνέχεια, είναι εικόνες των πρωτουργών αιτίων και των
συναιτίων της δημιουργίας του φυσικού σύμπαντος.
Οι δημιουργικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής
ως εικόνες του δημιουργικού νοός του σύμπαντος
Σε αυτό το πλαίσιο, η πρώτη ομάδα αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής
είναι οι δημιουργικές αιτίες:
αἰτίας δὲ τῆς εὐχῆς ὡς μὲν ποιητικὰς ἀπολογιζόμεθα εἶναι τὰς δρα-
στηρίους τῶν θεῶν δυνάμεις, τὰς ἐπιστρεφούσας καὶ ἀνακαλουμένας
πάντα ἐπ’ αὐτοὺς τοὺς θεούς.
10
(αιτίες δε της προσευχής, ως δημιουργικές μεν, θεωρούμε ότι είναι
οι δραστήριες δυνάμεις των θεών, οι οποίες επιστρέφουν και ανακαλούν τα πάντα προς τους ίδιους τους θεούς.)
Υπό αυτό το πρίσμα, οι δημιουργικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής,
δηλαδή οι δραστήριες δυνάμεις των θεών, οι οποίες προκαλούν την επι-
στροφή του συνόλου των υποστάσεων στις ύψιστες βαθμίδες των υπερουσίων ενάδων, είναι οι εικόνες του ποιητικού αιτίου του σύμπαντος,
δηλαδή του δημιουργικού νού:
πρὸ δὲ τούτων τὰς πρωτουργοὺς αἰτίας διερευνᾶται, τὸ ποιοῦν [...],
καὶ διὰ ταῦτα νοῦν ἐφίστησι τῷ παντὶ δημιουργικὸν καὶ νοητὴν
αἰτίαν, ἐν ᾗ πρώτως ἐστὶ τὸ πᾶν.
11
(πριν δε από αυτά <τα συναίτια των φυσικών πραγμάτων, ο Πλάτων> διερευνά τις πρωταρχικές αιτίες, το δημιουργικό <αίτιο> [...]
και γι’ αυτόν τον λόγο τοποθετεί στο σύμπαν έναν δημιουργικό νου
και μία νοητή αιτία, μέσα στην οποία υπάρχει πρωταρχικά το σύμπαν.)
Εφόσον, λοιπόν, οι δημιουργικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής είναι
οι εικόνες του ποιητικού αιτίου του σύμπαντος, συνάγεται ότι η φιλοσοφική προσευχή εμπεριέχει μέσα της κατ’ αιτίαν, τη δυνατότητα της επιστροφής της ατομικής ψυχής στον δημιουργικό νου του σύμπαντος και,
περαιτέρω, στο θείο πεδίο των υπερουσίων ενάδων.
Υπό αυτό το πρίσμα, μέσω των δημιουργικών αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής, δηλαδή των δραστήριων δυνάμεων των θεών, η ατομική
ψυχή επιστρέφει στον δημιουργικό νου του σύμπαντος. Με αυτήν την έννοια, η ατομική ψυχή καθίσταται η ίδια δημιουργός του είναι της, το οποίο,
όπως προαναφέραμε, το μετουσιώνει σε ευ είναι. Αυτή ακριβώς η νέα
ύπαρξη της ψυχής, μέσω των δημιουργικών αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής, θα καταστεί, με τη σειρά της, η αιτία της γένεσης, μέσα στην
ψυχή, της ένθεου ενέργειας, μέσω της οποίας η ψυχή θα συνδεθεί με την
αιτίαν του ευ είναι της, δηλαδή με το υπερούσιον εν.
Οι τελικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής
ως εικόνες του υπερουσίου αγαθού
Η δεύτερη ομάδα αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής είναι οι τελικές αιτίες:
ὡς δὲ τελικὰς τὰ ἄχραντα ἀγαθὰ τῶν ψυχῶν, ἃ δὴ καρποῦνται
ἐνιδρυνθεῖσαι τοῖς θεοῖς.
(ως τελικές δε <αιτίες της προσευχής θεωρούμε ότι είναι> τα άχραντα αγαθά των ψυχών, τα οποία αυτές καρπούνται, εφόσον εδραιωθούν μέσα στους θεούς.)
Υπό αυτό το πρίσμα, οι τελικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής, δηλαδή
τα άχραντα αγαθά των θεών, τα οποία προκαλούν την παραμονή των ατομικών ψυχών στο πεδίο των υπερουσίων ενάδων και τη συνακόλουθη απόλαυση των θείων αγαθών από τις ψυχές, είναι οι εικόνες του τελικού αιτίου
του σύμπαντος, δηλαδή του υπερουσίου αγαθού.
πρὸ δὲ τούτων τὰς πρωτουργοὺς αἰτίας διερευνᾶται [...], τὸ τέλος
[...] καὶ τὸ ἀγαθόν, ἐν ἐφετοῦ τάξει τῷ ποιοῦντι προϊδρυμένον.
13
(πριν δε από αυτά <τα συναίτια των φυσικών πραγμάτων, ο Πλάτων> διερευνά τις πρωταρχικές αιτίες, το τελικό <αίτιο> [...] και το
αγαθό, το οποίον είναι εγκαθιδρυμένο πέρα και πάνω από το ποιητικό
αίτιο, στη βαθμίδα του επιθυμητού.)
Εφόσον, λοιπόν, οι τελικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής είναι οι εικόνες του τελικού αιτίου του σύμπαντος, συνάγεται ότι η φιλοσοφική
προσευχή εμπεριέχει μέσα της κατ’ αιτίαν, τη δυνατότητα της παραμονής
της ατομικής ψυχής μέσα στο τελικόν αίτιον του σύμπαντος και, περαιτέρω, στο θείο πεδίο των υπερουσίων ενάδων.
Υπό αυτό το πρίσμα, μέσω των τελικών αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής, δηλαδή των άχραντων αγαθών των θεών, τα οποία είναι εφετά,
δηλαδή επιθυμητά αγαθά, η ατομική ψυχή αποκτά τη δύναμη της παραμονής στο υπερούσιον αγαθόν. Με αυτήν την έννοια, η ατομική ψυχή καθίσταται η ίδια τελικόν αίτιον του είναι της, δηλαδή αναγεννάται ως εφετόν αγαθόν και, ως εκ τούτου, μετουσιώνει το είναι της σε ευ είναι. Αυτή
ακριβώς η νέα ύπαρξη της ψυχής, μέσω των τελικών αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής, θα καταστεί, με τη σειρά της, η αιτία της γένεσης, μέσα
στην ψυχή, της αγαθοειδούς υπάρξεως, μέσω της οποίας η ψυχή θα συνδεθεί με την αιτίαν του ευ είναι της, δηλαδή με το υπερούσιον αγαθόν, το
οποίο βρίσκεται πέρα και πάνω από όλες τις βαθμίδες του νοητού πεδίου.
Οι παραδειγματικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής
ως εικόνες του νοητού αυτοζώου
Η τρίτη ομάδα αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής είναι οι παραδειγματικές
αιτίες:
ὡς δὲ παραδειγματικὰς τὰ πρωτουργὰ αἴτια τῶν ὄντων, ἃ καὶ
προῆλθεν ἐκ τἀγαθοῦ καὶ ἥνωται πρὸς αὐτὸ κατὰ μίαν ἄρρητον
ἕνωσιν.
14
(ως παραδειγματικές δε <αιτίες της προσευχής θεωρούμε ότι είναι>
τα πρωταρχικά αίτια των όντων, τα οποία και προήλθαν από το αγαθόν και παρέμειναν ενωμένα με αυτό, εξαιτίας μιας άρρητης ένωσης.)
Υπό αυτό το πρίσμα, οι παραδειγματικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής, δηλαδή τα τρία πρωταρχικά αίτια των όντων, τα οποία προοδεύουν,
δηλαδή κατέρχονται, εφόσον προέρχονται από το υπερούσιον αγαθόν,
ενώ ταυτόχρονα παραμένουν ενωμένα με αυτό, εξαιτίας μιας αρρήτου
ενώσεως, είναι οι εικόνες του παραδειγματικού αιτίου του σύμπαντος, δηλαδή του νοητού αυτοζώου.
Πιο συγκεκριμένα, το νοητόν αυτοζώον, ως παραδειγματικόν αίτιον
του σύμπαντος, δηλαδή ως το τρίτο πρωταρχικό αίτιο της δημιουργίας,
συμπυκνώνει μέσα του τα δύο πρωταρχικά αίτια της δημιουργίας, τα οποία
προαναφέραμε, δηλαδή το δημιουργικόν αίτιον, με παραδειγματικό τρόπο
και το τελικόν αίτιον με εικονικό τρόπο αντίστοιχα, προκειμένου να επιτευχθεί η ομοίωσις των δύο συναιτίων, τα οποία συγκροτούν τον αισθητό
κόσμο προς τα τρία πρωταρχικά αίτια, τα οποία συγκροτούν τον νοητό
κόσμο:
πρὸ δὲ τούτων τὰς πρωτουργοὺς αἰτίας διερευνᾶται , […] τὸ παρά-
δειγμα [...] καὶ οὖν καὶ τὰ συναίτια τῶν φυσικῶν ἐξηρτῆσθαι προσή-
κει τῶν ἀληθινῶν αἰτίων, [...] πρὸς ἃ δεδημιούργηται παρὰ τοῦ πά-
ντων πατρός.
15
(πριν δε από αυτά <τα συναίτια των φυσικών πραγμάτων, ο Πλάτων> διερευνά τις πρωταρχικές αιτίες, το παραδειγματικό <αίτιο> [...] και αρμόζει στο εξής, τα συναίτια των φυσικών φαινομένων να
εξαρτώνται, και αυτά, από τα αληθινά αίτια [...] με βάση τα οποία,
ως παραδείγματα, έχουν δημιουργηθεί <τα συναίτια αυτά> από τον
πατέρα των πάντων.)
Εφόσον, λοιπόν, οι παραδειγματικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής
είναι οι εικόνες του παραδειγματικού αιτίου του σύμπαντος, συνάγεται ότι
η προσευχή εμπεριέχει μέσα της κατ’ αιτίαν τη δυνατότητα να παράσχει
στην ατομική ψυχή τη δύναμη της ένωσης με το πεδίο των υπερουσίων
ενάδων, καθ’ ομοίωσιν της προόδου, δηλαδή της καθόδου των παραδειγματικών αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής από το υπερούσιον αγαθόν,
ενώ ταυτόχρονα προσδίδει στην ατομική ψυχή τη δύναμη της παραμονής
και της συνακόλουθης αρρήτου ενώσεως με το υπερούσιον αγαθόν, καθ’
ομοίωσιν της παραμονής, εξαιτίας της αρρήτου ενώσεως, των παραδειγματικών αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής με το υπερούσιον αγαθόν.
Υπό αυτό το πρίσμα, μέσω των παραδειγματικών αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής, η ατομική ψυχή αποκτά τη δύναμη της συμπύκνωσης
μέσα της, των δύο ομάδων αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής, τα οποία
προαναφέραμε, δηλαδή τα δημιουργικά αίτια και τα τελικά αίτια αντίστοιχα.
Σε αυτό το πλαίσιο, η ατομική ψυχή, αφού έχει ήδη μετουσιώσει το
είναι της σε ευ είναι, μέσω των δημιουργικών αιτίων της φιλοσοφικής
προσευχής, και αφού έχει ήδη αποκτήσει, μέσω των τελικών αιτίων της
φιλοσοφικής προσευχής, την αγαθοειδή υπάρξιν, μέσω της οποίας θα
συνδεθεί με την αιτίαν του ευ είναι της, δηλαδή με το υπερούσιον αγαθόν,
θα μετουσιώσει, μέσω των παραδειγματικών αιτίων της φιλοσοφικής
προσευχής, το ευ είναι της σε ένα παραδειγματικόν ευ είναι.
Σε τι συνίσταται, όμως, αυτό το παραδειγματικόν ευ είναι της ατομικής ψυχής;
Είναι η αναγέννηση του ευ είναι της ατομικής ψυχής, η οποία, καθ’
ομοίωσιν του δαιμονίου χώρου της φιλοσοφικής προσευχής, ανασυγκροτείται η ίδια ως γέφυρα, δηλαδή ως δαιμόνιος χώρος μεταξύ του νοητού
και του αισθητού κόσμου.
Με αυτήν την έννοια, το ευ είναι της ατομικής ψυχής λειτουργεί ως
παραδειγματικόν αίτιον, το οποίο, καθ’ ομοίωσιν του παραδειγματικού αιτίου
του σύμπαντος, δηλαδή του νοητού αυτοζώου, συνιστά το μέσο της ομοιώσεως του συνόλου των δυνάμεων της ψυχικής ζωής, προς τον νοητό κόσμο. Έτσι, μέσω του παραδειγματικού ευ είναι της ψυχής, η ατομική ψυχή
αναγεννάται ολόκληρη ως άνθος.
Ο Πρόκλος μάς παραδίδει σχετικά ότι:
Μήποτε οὖν οὐκ ἔστι ταὐτὸν νοῦ ἄνθος καὶ πάσης ἡμῶν τῆς ψυχῆς
ἄνθος· ἀλλὰ τὸ μέν ἐστι τῆς νοερᾶς ἡμῶν ζωῆς τὸ ἑνοειδέστατον, τὸ
δὲ ἁπασῶν τῶν ψυχικῶν δυνάμεων ἕν, πολυειδῶν οὐσῶν [...] Διττοῦ
τε τοῦ ἑνὸς πεφηνότος, καὶ τοῦ μὲν τῆς πρωτίστης ἡμῶν τῶν δυνά-
μεων ἄνθους ὄντος, <τοῦ> δὲ τῆς ὅλης οὐσίας κέντρου καὶ τῶν περὶ
αὐτὴν ἁπασῶν παντοίων δυνάμεων, ἐκεῖνο μόνον ἡμᾶς συνάπτει τῶ
πατρὶ τῶν νοητῶν· νοερὸν γάρ ἐστιν ἕν, νοεῖται δὲ καὶ ἐκεῖνο ὑπὸ
τοῦ πατρικοῦ νοῦ κατὰ τὸ ἓν τὸ ἐν αὐτῶ· τὸ δὲ ἓν εἰς ὃ πᾶσαι αἱ
ψυχικαὶ δυνάμεις συννεύουσιν αὐτῆς [ὃ] μόνον πέφυκε προσάγειν
ἡμᾶς τῷ πάντων ἐπέκεινα τῶν ὄντων, καὶ αὐτὸ πάντων ὃν τῶν ἐν
ἡμῖν ἑνοποιόν· καθὸ καὶ ἐρριζώθημεν κατ’ οὐσίαν ἐν ἐκείνῳ, καὶ τῷ
ἐρριζῶσθαι κἂν προΐωμεν, οὐκ ἀποστησόμεθα τῆς ἑαυτῶν αἰτίας.
16
(Μήπως, λοιπόν, δεν είναι το ίδιο το άνθος του νου και το άνθος της
σύνολης ψυχής μας· αλλά το μεν <άνθος του νου> είναι το πιο ενιαίο
<στοιχείο> της νοητικής μας ζωής, το δε <άνθος της σύνολης ψυ-
χής> είναι το ένα όλων των ψυχικών δυνάμεων, οι οποίες είναι ποικίλες [...] Εφόσον, λοιπόν, το ένα έχει φανεί ότι είναι διττό, και το
μεν ένα <δηλαδή το άνθος του νου> είναι το άνθος της πρώτιστης
δύναμής μας, το δε <άνθος της σύνολης ψυχής> είναι το κέντρο της
σύνολης ουσίας καθώς και του συνόλου των δυνάμεων παντός είδους γύρω από αυτήν, εκείνο <δηλαδή το άνθος του νου>, συνδέει
εμάς μόνο με τον πατέρα των νοητών· γιατί είναι νοητικό ένα, νοείται δε και εκείνο με τη σειρά του από τον πατρικό νου σύμφωνα με
το ένα, το οποίο βρίσκεται μέσα του· το δε ένα στο οποίο όλες οι δυνάμεις αυτής <της ψυχής> συγκλίνουν <δηλαδή το άνθος της σύνολης ψυχής>, αυτό είναι το μόνο, το οποίο από τη φύση του έχει τη
δύναμη να μάς οδηγήσει προς το <ένα εκείνο>, το οποίο βρίσκεται
πέρα και πάνω από όλες τις υποστάσεις, και αυτό <δηλαδή το άνθος
της σύνολης ψυχής>, είναι εκείνο το οποίο ενοποιεί όλα όσα είναι
μέσα μας· σύμφωνα με αυτό, έχουμε θεμελιωθεί ως προς την ουσία
μας μέσα σε εκείνο <το υπερούσιο ένα> και, επειδή είμαστε ριζωμένοι, ακόμη και αν προχωρήσουμε, δεν θα απομακρυνθούμε από την
αιτία μας.)
Οι ειδοποιητικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής
ως εικόνες του λόγου και του είδους του σύμπαντος
Η τέταρτη ομάδα αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής είναι οι ειδοποιητικές αιτίες:
ὡς δὲ εἰδικὰς τὰ ἀφομοιωτικὰ τῶν ψυχῶν πρὸς τοὺς θεοὺς καὶ
τελεσιουργὰ τῆς ὅλης αὐτῶν ζωῆς.
17
(ως ειδοποιητικές δε <αιτίες της προσευχής θεωρούμε ότι είναι> τα
αίτια, τα οποία καθιστούν τις ψυχές κατάλληλες για να αφομοιωθούν
με τους θεούς και ολοκληρώνουν το έργο της τελειοποίησης του συνόλου της ζωής των <ψυχών>.)
Υπό αυτό το πρίσμα, οι ειδοποιητικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής,
δηλαδή τα αίτια, τα οποία, αφενός προκαλούν την αφομοίωση των ατομικών ψυχών με τους θεούς και, αφετέρου τελειοποιούν τη σύνολη ζωή
των ψυχών, είναι οι εικόνες του πρώτου συναιτίου της δημιουργίας του
σύμπαντος, το οποίο αναδύεται ταυτόχρονα ως λόγος, δηλαδή ως λογική
αρχή, και ως είδος, δηλαδή ως ειδοποιητική αρχή:
Οὐ γάρ ἐστιν ὁ κόσμος οὗτος ὁ αὐτὸς τοῖς νοητοῖς ἢ νοεροῖς κό-
σμοις, οἵτινες ἐν εἴδεσι καθαροῖς ὑφεστήκασιν, ἀλλ’ ἔστιν ἐν αὐτῷ τὸ
μὲν ὡς λόγος καὶ εἶδος […].
18
(γιατί δεν είναι ο κόσμος αυτός <δηλαδή ο αισθητός κόσμος>, ίδιος
με τους νοητούς ή τους νοητικούς κόσμους, οι οποίοι έχουν λάβει
την υπόστασή τους μέσα στις καθαρές ιδέες, αλλά είναι μέσα του
<δύο συναίτια>, το μεν <ένα> ως λογική και ειδοποιητική αρχή.)
Εφόσον, λοιπόν, οι ειδοποιητικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής είναι
οι εικόνες του πρώτου συναιτίου του αισθητού, δηλαδή του ορατού σύμπαντος, το οποίο, όπως προαναφέραμε, αναδύεται ταυτόχρονα ως λόγος,
δηλαδή ως λογική αρχή, και ως είδος, δηλαδή ως ειδοποιητική αρχή, συνάγεται ότι η φιλοσοφική προσευχή εμπεριέχει μέσα της κατ’ αιτίαν,
αφενός τον λόγον, δηλαδή τις λογικές αρχές, μέσω των οποίων η ατομική ψυχή αφομοιώνεται με τους υπερούσιους θεούς και, αφετέρου, το είδος,
δηλαδή τις ειδοποιητικές αρχές, μέσω των οποίων ολοκληρώνεται το έργο
της τελειοποίησης της σύνολης ζωής της ψυχής.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι ειδοποιητικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής λειτουργούν συμπληρωματικά ως προς τις παραδειγματικές αιτίες
της.
Πιο συγκεκριμένα, όπως προαναφέραμε, μέσω του παραδειγματικών
αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής, η ατομική ψυχή μετουσιώνει το ευ
είναι της σε ένα παραδειγματικόν ευ είναι. Με αυτήν την έννοια, όπως διαπιστώσαμε, η ατομική ψυχή λειτουργεί ως παραδειγματικόν αίτιον μέσω
του οποίου τελειοποιείται το σύνολο των δυνάμεων της ψυχικής ζωής και,
ως εκ τούτου, η ατομική ψυχή αναγεννάται ως άνθος.
Σε αυτό το πλαίσιο, μέσω των ειδοποιητικών αρχών της φιλοσοφικής
προσευχής, το άνθος της σύνολης ψυχής συγκροτεί μέσα της, αφενός τον
λόγον, δηλαδή τις λογικές αρχές, μέσω των οποίων θα αναγεννηθεί πλέον
ως θεία ψυχή καθ’ ομοίωσιν των θεών με τους οποίους αφομοιώνεται,
και, αφετέρου το είδος, δηλαδή τις ειδοποιητικές αρχές, μέσω των οποίων
θα ολοκληρώσει το έργο της τελειοποίησης του συνόλου της ψυχικής της
ζωής, έτσι ώστε αυτή να λάβει είδος, δηλαδή να μορφοποιηθεί πλέον ως
θεία ζωή.
Οι υλικές αιτίες της φιλοσοφικής προσευχής
ως εικόνες του υλικού υποστρώματος του σύμπαντος
και ως συνθήματα της ουσίας της ψυχής
Η πέμπτη, και τελευταία, ομάδα αιτίων της φιλοσοφικής προσευχής είναι
οι υλικές αιτίες:
ὡς δὲ ὑλικὰς τὰ συνθήματα τὰ ἀπὸ τοῦ δημιουργοῦ ταῖς οὐσίαις
αὐτῶν ἐνδοθέντα πρὸς ἀνάμνησιν τῶν ὑποστησάντων αὐτάς τε καὶ
τὰ ἄλλα θεῶν.
19
(ως υλικές δε <αιτίες της προσευχής θεωρούμε ότι είναι> τα συνθή-
ματα, τα οποία παραδόθηκαν από τον δημιουργό στις ουσίες αυτών
<δηλαδή των ψυχών>, έτσι ώστε αυτές να ενθυμούνται τους θεούς, οι οποίοι έχουν προσδώσει υπόσταση σε αυτές και σε όλα τα άλλα
<όντα>.)
Σε αυτό το πλαίσιο, οι υλικές αιτίες της προσευχής είναι τα συνθήματα,
τα οποία έχουν εγγραφεί από τον δημιουργικό νου στην ουσία των ατομικών ψυχών.
Τι είναι, όμως, τα συνθήματα και ποια είναι η λειτουργία τους;
Τα συνθήματα είναι μέρος της θείας ουσίας του δημιουργικού νου του
σύμπαντος, τα οποία ενυπάρχουν ως ιδιότητες σε όλα τα όντα τα οποία
απορρέουν από αυτόν. Τα συνθήματα αυτά δίδουν τη δυνατότητα στον
δημιουργικό νου αφενός να επιστρέψει στον εαυτό του όλα τα όντα των
κατωτέρων βαθμίδων και αφετέρου να προσδώσει σε αυτά τη δυνατότητα
της αναγωγικής κίνησης και δραστηριότητας.
Με αυτήν την έννοια, τα συνθήματα αποτελούν το πρώτον κινούν, δη-
λαδή το έναυσμα, το οποίο προσδίδει την έφεση, τον πόθο καθώς και τη
δυνατότητα σε όλα τα όντα να αναχθούν προς το υπερούσιον αγαθόν.
Επίσης, θα λέγαμε ότι, υπό αυτό το πρίσμα, τα συνθήματα είναι εκείνα
τα στοιχεία που ενυπάρχουν, ως ιδιότητες, στην ουσία των όντων, τόσο
των εμψύχων όσο και των αψύχων, και τα οποία συνιστούν την αναγκαία
προϋπόθεση για τη μετουσίωση της εν δυνάμει τελειοποίησής τους σε ενεργεία τελειότητα, την εντελέχειά τους, όπως θα έλεγε ο Αριστοτέλης.
20
Συμπερασματικά, θα λέγαμε ότι τα συνθήματα είναι ο πρώτος τρόπος
της αρρήτου μεθέξεως των όντων των κατωτέρων βαθμίδων στην πρώτη
ιδιότητα των θεών, δηλαδή στην ουσία τους, μέσα στην οποία τα όντα
αυτά αποκτούν πλέον, μέσω των συνθημάτων, τη δύναμη της παραμονής.
Υπό αυτό το πρίσμα, οι υλικές αιτίες της προσευχής, δηλαδή τα συνθήματα που δόθηκαν από τον δημιουργό στις ουσίες των ατομικών ψυχών προκειμένου αυτές οι ψυχές να ενθυμούνται και, ως εκ τούτου, να
επιστρέφουν στους θεούς, οι οποίοι έδωσαν υπόσταση σε αυτές καθώς
και σε όλα τα υπόλοιπα δημιουργήματα, είναι οι εικόνες του δεύτερου
συναιτίου της δημιουργίας του σύμπαντος, δηλαδή του υλικού υποστρώματος αυτού:
Οὐ γάρ ἐστιν ὁ κόσμος οὗτος ὁ αὐτὸς τοῖς νοητοῖς ἢ νοεροῖς κό-
σμοις, οἵτινες ἐν εἴδεσι καθαροῖς ὑφεστήκασιν, ἀλλ’ ἔστιν ἐν αὐτῷ
[...] τὸ δὲ ὡς ὑποκείμενον.
21
(γιατί δεν είναι ο κόσμος αυτός <δηλαδή ο αισθητός κόσμος>, ίδιος
με τους νοητούς ή τους νοητικούς κόσμους, οι οποίοι έχουν λάβει
την υπόστασή τους μέσα στις καθαρές ιδέες, αλλά είναι μέσα του
<δύο συναίτια> [...] το δε <άλλο> ως υλικό υπόστρωμα <της λογικής και ειδοποιητικής αρχής>.)
Εφόσον, λοιπόν, η υλική αιτία της προσευχής είναι η εικόνα του υλικού
υποστρώματος του σύμπαντος, συνάγεται ότι η φιλοσοφική προσευχή
εμπεριέχει μέσα της κατ’ αιτίαν το υλικό υπόστρωμα, δηλαδή το σύνθημα,
το οποίο, ως ψυχικό υπόστρωμα της ατομικής ψυχής, λειτουργεί κατ’ αναλογίαν του υλικού υποστρώματος του σύμπαντος.
Όπως δηλαδή το υλικό υπόστρωμα προσδίδει στο σύμπαν τη δύναμη
να καταστεί ένα αισθητό, δηλαδή ένα ορατό σύμπαν, και, με αυτήν την
έννοια, το υλικό υπόστρωμα καθίσταται το μέσο της μορφοποίησης και
της ανάδυσης στο φως της σύνολης ζωής του σύμπαντος, έτσι και το
σύνθημα, μέσω των υλικών αιτίων της προσευχής, λειτουργεί ως ένα ψυχικό υπόστρωμα της ατομικής ψυχής, μέσω του οποίου μορφοποιείται
και αναδύεται στο φως η σύνολη ζωή της ψυχής.
Σε αυτό το πλαίσιο, μέσω των υλικών αιτίων της προσευχής, το άνθος της σύνολης ψυχής αναγεννάται πλέον ως άγαλμα των αγνώστων
συνθημάτων των θείων ενάδων, το οποίο ενώνεται πλέον με το υπερούσιον εν.
Ο Πρόκλος μάς παραδίδει σχετικά ότι:
Ἡ φιλοσοφία τήν τε λήθην καὶ ἀνάμνησιν τῶν ἀιδίων λόγων αἰτιᾶται
τῆς τε ἀποφοιτήσεως τῆς ἀπὸ τῶν θεῶν καὶ τῆς ἐπ’ αὐτοὺς
ἐπιστροφῆς· τὰ δὲ λόγια, τῶν πατρικῶν συνθημάτων. Συνάδει δὲ
ἀμφότερα· συνέστηκε γὰρ ἡ ψυχὴ ἀπὸ τῶν ἱερῶν λόγων καὶ τῶν
θείων συμβόλων· ὧν οἱ μέν εἰσιν ἀπὸ τῶν νοερῶν εἰδῶν, τὰ δὲ ἀπὸ
τῶν θείων ἑνάδων· καὶ ἐσμὲν εἰκόνες μὲν τῶν νοερῶν οὐσιῶν,
ἀγάλματα [τὰ] δὲ τῶν ἀγνώστων συνθημάτων. Καὶ ὥσπερ πᾶσα
ψυχὴ πάντων μέν ἐστι πλήρωμα τῶν εἰδῶν, κατὰ μίαν δὲ ὅλως
αἰτίαν ὑφέστηκεν, οὕτω καὶ πάντων μὲν μετέχει τῶν συνθημάτων, δι’ὧν συνάπτεται τῶ θεῷ, ἀφώρισται δὲ ἡ ὕπαρξις ἐν ἑνί, καθό συνάγε-
ται πᾶν τὸ ἐν αὐτῇ πλῆθος εἰς μίαν κορυφήν.
22
(Η φιλοσοφία αποδίδει την απομάκρυνση από τους θεούς και την επιστροφή σε αυτούς στη λήθη και την ανάμνηση των αιώνιων λόγων·
οι δε χρησμοί <αποδίδουν την απομάκρυνση από τους θεούς και την
επιστροφή σε αυτούς στη λήθη και την ανάμνηση> των πατρικών
συνθημάτων. Συνάδουν δε και οι δύο αυτές προσεγγίσεις· γιατί η
ψυχή έχει συσταθεί από τους ιερούς λόγους και από τα θεία σύμβολα· από τα οποία, οι μεν <ιεροί λόγοι> προέρχονται από τις νοητικές ιδέες, τα δε <θεία σύμβολα> από τις θείες ενάδες· και είμαστε,
εικόνες μεν των νοητικών ιδεών, αγάλματα δε των αγνώστων συνθημάτων. Και, όπως ακριβώς κάθε ψυχή είναι μεν πληρότητα των
ιδεών, έχει δε λάβει την υπόστασή της σύμφωνα με μία αιτία, έτσι και
<κάθε ψυχή> μετέχει μεν σε όλα τα συνθήματα, μέσω των οποίων
συνδέεται με τον θεό, διαγράφονται δε τα όρια της ύπαρξής της μέσα
στο ένα, σύμφωνα με το οποίο συναθροίζεται ολόκληρο το πλήθος,
το οποίο εμπεριέχει μέσα της, σε μία κορυφή.)
Επιλογικά
Κλείνοντας το παρόν άρθρο, θα λέγαμε ότι η φιλοσοφική προσευχή είναι
ο δαιμόνιος χώρος, ο οποίος έχει τη δύναμη να συνδέσει την ατομική ψυχή με την αιτίαν της, δηλαδή με το υπερούσιον αγαθόν και, με αυτήν την
έννοια, μέσω της φιλοσοφικής προσευχής, η ατομική ψυχή μετουσιώνει
το είναι της σε ευ είναι.
Η δύναμη της φιλοσοφικής προσευχής έγκειται στο γεγονός ότι αυτή
είναι η εικόνα, αφενός της πρώτης τριάδας των νοητών αρχών του νοητού πεδίου και αφετέρου των πέντε αιτίων, τα οποία συγκροτούν ολόκληρη τη δημιουργία του σύμπαντος.
Με αυτήν την έννοια, η φιλοσοφική προσευχή, ως δαιμόνιος χώρος
μεταξύ του νοητού κόσμου και της ατομικής ψυχής, εμπεριέχει μέσα της
κατ’ αιτίαν τα πέντε αίτια, μέσω των οποίων η ατομική ψυχή, αφού καταστεί η ίδια δημιουργός του ευ είναι της, καθ’ ομοίωσιν του δημιουργικού νου του σύμπαντος, θα αναγεννηθεί σε μια νέα, αγαθοειδή ύπαρξιν και περαιτέρω, θα συνάγει το πλήθος των όντων μέσα της, σε ένα άνθος,
για να ενωθεί, στο τέλος, ως άγαλμα, με το υπερούσιον εν.
_______________________-
1. Ιεροκλέους, Υπόμνημα εις τα Πυθαγορικά Χρυσά έπη 21 (2-3).
2 Όλες οι αποδόσεις των χωρίων από τα αρχαία ελληνικά στα νέα ελληνικά είναι της υπο-
γράφουσας.
3 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Β΄ 212 (29-31) - 213 (1-2), έκδ. Diehl.
4 Πρόκλου, Περί της κατά Πλάτωνα θεολογίας Γ΄ 35 (19-21), έκδ. Saffrey H.D. & Westerink
L.G., Budé, Paris.
5 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Β΄ 213 (3-6), έκδ. Diehl.
6 Πρόκλου, Περί της κατά Πλάτωνα θεολογίας Γ΄ 35 (21-23), έκδ. Saffrey H.D. & Westerink
L.G., Budé, Paris.
7 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Β΄ 213 (7-8), έκδ. Diehl.
8 Πρόκλου, Περί της κατά Πλάτωνα θεολογίας Γ΄ 35 (23-25), έκδ. Saffrey H.D. & Westerink
L.G., Budé, Paris.
9 Πρόκλου, (Εκλογαί) εκ της αυτής Χαλδαϊκής φιλοσοφίας Δ΄ 194 (7-9), έκδ. Pitra.
10 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Β΄ 213 (8-11), έκδ. Diehl.
11 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Α΄ 3 (2-5), έκδ. Diehl.
12 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Β΄ 213 (11-13), έκδ. Diehl.
13 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Α΄ 3 (4-7), έκδ. Diehl.
14 Πρόκλου Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Β΄, 213 (13-15), έκδ. Diehl.
15 Πρόκλου Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Α΄, 3 (4 και 11-14), έκδ. Diehl.
16 Πρόκλου, (Εκλογαί) εκ της αυτής Χαλδαϊκής φιλοσοφίας Δ΄ 195 (5-15), έκδ. Pitra.
17 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Β΄ 213 (15-17), έκδ. Diehl. 18 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Α΄ 3 (16-19), έκδ. Diehl.
19 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Β΄ 213 (16-19), έκδ. Diehl.
20 Aριστοτέλης, Μετά τα Φυσικά Θ΄ 1050a (15-17 και 21-23): ἔτι ἡ ὕλη ἔστι δυνάμει ὅτι
ἔλθοι ἂν εἰς τὸ εἶδος· ὅταν δέ γε ἐνεργείᾳ ᾖ, τότε ἐν τῷ εἴδει ἐστίν [...] τὸ γὰρ ἔργον τέλος,
ἡ δὲ ἐνέργεια τὸ ἔργον […] καὶ συντείνει πρὸς τὴν ἐντελέχειαν. (ακόμη η ύλη είναι εν
δυνάμει, επειδή θα μπορούσε να έλθει στο είδος· όταν όμως, είναι εν ενεργεία, τότε εί-
ναι ήδη μέσα στο είδος [...] γιατί το έργον είναι ο τελικός σκοπός, η δε ενέργεια είναι το
έργον […] και συντείνει προς την εντελέχεια.)
21 Πρόκλου, Εις τον Τίμαιον Πλάτωνος Α΄ 3 (16-20), έκδ. Diehl.
22 Πρόκλου, (Εκλογαί) εκ της αυτής Χαλδαϊκής φιλοσοφίας Ε΄ 195 (17-25), έκδ. Pitra.
πηγή: plogos.gr