
Η ιδέα αυτή, δηλωτική μιας κατεξοχήν μοντέρνας προσέγγισης στη φιλοσοφία, θεωρήθηκε ότι ανατρέπει μια «κλασική» παράδοση στοχασμού που εκτείνεται τουλάχιστον από τον Πλάτωνα ως τον Χέγκελ και αντιλαμβανόταν ανέκαθεν το καθήκον τής φιλοσοφίας ως έργο θεωρησιακό-ενατενιστικό: δηλαδή, ανιδιοτελή θέαση του κόσμου και ανακατασκευή του με το μέσον τής έννοιας. Βεβαίως ο όρος «φιλοσοφία» γεννήθηκε όπως φαίνεται στο περιβάλλον τής πλατωνικής Ακαδημίας και ήταν αναπόφευκτο να συνεπισύρει την ειδική αντίληψη περί φιλοσοφίας που καλλιεργούσε η πλατωνική σχολή. Αν ωστόσο ορίζουμε ως ουσία τής φιλοσοφικής δραστηριότητας μιαν απόπειρα καθολικής νοηματοδότησης τού υπαρκτού, τότε μπορούμε εύκολα να δούμε —και στην πραγματικότητα, πέρ’ από την ίδια τη φιλολογική έρευνα, η κοινωνική ανθρωπολογία στον εικοστό αιώνα έχει προσφέρει άφθονα στοιχεία γι’ αυτό— ότι πολύ πριν από την έναρξη της «φιλοσοφίας» όπως την εννοούμε στον δυτικό κόσμο, υπήρχε μια μακραίωνη και σφύζουσα δραστηριότητα ολικής νοηματοδότησης τού υπαρκτού η οποία δεν είχε καθόλου θεωρησιακό χαρακτήρα: με άλλα λόγια, δεν αντιλαμβανόταν ως εσχάτη ουσία τού πραγματικού κάποιες άυλες, άχρονες και αναλλοίωτες ιδέες που θα έπρεπε απλώς να ενατενιστούν με το μέσον τής θεωρίας, αλλά ως ένα σύνθετο πρότυπο ρευστών και αλληλοδιαπλεκόμενων διαδικασιών των οποίων την εσωτερική λογική έπρεπε να συλλάβει μιμητικά ώστε, παρεμβαλλόμενη στην εκδίπλωσή τους, να επιτύχει πρακτικά αποτελέσματα στον πραγματικό, υλικό κόσμο. Τα αποτελέσματα αυτά ήταν όπως γνωρίζουμε κατεξοχήν θεραπευτικά, μπορούσαν ωστόσο να έχουν κι ένα πολύ μεγαλύτερο φάσμα πρακτικών εφαρμογών. Αυτό το είδος δραστηριότητας που συναιρούσε αδιαχώριστα καθολική νοηματοδότηση του πραγματικού και πρακτική αποτελεσματικότητα έχει, μετά τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, ονομαστεί μαγεία και απαξιωθεί ως προ-φιλοσοφική αντίληψη του κόσμου. Αντίστοιχα έγινε προσπάθεια από τους ίδιους αυτούς διανοητές τής αρχαιότητας και τους διαδόχους τους να ξαναδιαβάσουν όλη την προηγούμενη πνευματική παραγωγή τής εποχής τους υπό το φως των δικών τους ενδιαφερόντων: κάπως έτσι γεννήθηκε ένα απλοϊκό εξελικτιστικό μοντέλο τής ιστορίας τής φιλοσοφίας —από τον «μύθο στον λόγο», όπως έλεγε μέχρι χθες ακόμα ένας διαφωτιστικός στερεότυπος— του οποίου είμαστε οι ανυποψίαστοι κληρονόμοι, και με αυτή τη λογική τοποθετήσαμε στο πρώτο του στάδιο τη χορεία των στοχαστών που ονομάσαμε «Προσωκρατικούς».