ΕΤΙΚΕΤΕΣ

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

ΤΟ ΜΗΔΕΝ, ΤΟ ΕΙΝΑΙ ΚΑΙ Ο ΘΑΝΑΤΟΣ



Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου 

Οι πιο σοβαρές φιλοσοφικές και όχι μόνο συζητήσεις πραγματοποιούνται όταν γίνεται λόγος για τον θάνατο. Ουσιαστικά όλη η ζωή του ανθρώπου, ο ανθρώπινος πολιτισμός, οι επιλογές του ανθρώπου και όλοι οι μέθοδοι ή θεωρήσεις για την αντιμετώπιση των κάθε είδους προβλημάτων κρίνονται άλλοτε συνειδητά και άλλοτε ασυνείδητα στο πεδίο της πρόσληψης του θανάτου. Στην προσπάθειά μας να εισέλθουμε στην προκείμενη θεματική του θανάτου συναντούμε τους όρους "μηδέν" και "είναι". Και οι δύο αυτοί μεγάλου βάθους φιλοσοφικοί όροι αποκτούν σε κάθε φιλοσοφικό σύστημα, σε κάθε φιλόσοφο, ένα ιδιαίτερο διαφοροποιημένο νόημα. Σε κάθε δηλαδή περίπτωση η νοηματοδότηση των δύο όρων ποικίλλει ανάλογα με το αναφορικό πεδίο ανάπτυξης που επιχειρείται από κάθε φιλόσοφο. Στο παρόν κείμενο θα αποπειραθεί να αποδοθεί μια συσχέτιση του "μηδενός" και του "είναι"  με το φαινόμενο του θανάτου. 

ΜΙΑ ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΜΕΝΙΔΕΙΟΥ "ΕΙΝΑΙ" ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΧΑΪΝΤΕΓΓΕΡ


Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου


Κάθε φιλοσοφική θεώρηση οποιουδήποτε φιλοσόφου μπορεί να αποτελέσει την αφορμή για να κατανοήσουμε καλύτερα είτε κάποιον άλλο φιλόσοφο είτε να αλλάξουμε τους συσχετισμούς των δράσεών μας και των απόψεών μας για τα πράγματα. Ο Μάρτιν Χάιντεγγερ αποτελεί μια τέτοια περίπτωση διανοητή μέσω του οποίου μπορούμε να αναστοχαστούμε πάνω στους μεγάλους κλασικούς φιλοσόφους και να αναδιατυπώσουμε ερωτήματα ή αποκρυσταλλωμένες θεωρήσεις που είχαμε υιοθετήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο εν λόγω φιλόσοφος ευθέως διατεινόταν ότι είναι περισσότερο διανοητής και λιγότερο φιλόσοφος, εφόσον εδραίωσε τον υπαρξισμό μέσα από την φαινομενολογική σκέψη.

Ο Χάιντεγγερ εστίασε στην παρμενίδεια φιλοσοφία θέτοντας ως καρδιά της θεμελίωσης της φιλοσοφίας του την περίφημη φράση του Ελεάτη "το γαρ αυτό νοείν εστίν τε και είναι" (= σκέψη και ύπαρξη είναι το ίδιο). Όλοι οι κλασικοί φιλόσοφοι από τον Πλάτωνα μέχρι και τον  Χέγκελ εργάστηκαν και ανέπτυξαν το νου, το νοείν, ένα νόημα ως αφετηρία για να συλλάβουν το τι πραγματικά υπάρχει. Ο Χάιντεγγερ κινήθηκε αντίστροφα εκκινώντας από την ύπαρξη (είναι) για να αποπειραθεί να συλλάβει ένα έλλογο νόημα (νοείν) για τον κόσμο και τον εαυτό του.

Στο έργο του "Είναι και Χρόνος" τίθεται το ερώτημα για το νόημα του "Είναι" ξεκινώντας ο φιλόσοφος να αναλύει την ανθρώπινη ύπαρξη (Dasein) με σκοπό να κατανοηθεί το ον, η πραγματικότητα. Η φιλοσοφική εκκίνηση πραγματοποιείται μέσω του φιλοσοφικού παρμενίδειου δίπολου Είναι - Μη ον. Το μεταφυσικό ερώτημα  "Γιατί να υπάρχει κάτι αντί για το τίποτα" που απασχόλησε από τις απαρχές τη φιλοσοφία επιβάλλει μια υπόρρητη υπαγωγή στην αρχή του αποχρώντος λόγου. Το Είναι (ον) μπορεί να καταστεί γνωστό μόνο στη βάση ενός προκαταβολικού τίποτα (μη ον). Μόνο σε μια τέτοια περίπτωση είναι δυνατόν να διανοιχτεί εντός μας η προοπτική του παρ-όντος εν τη απουσία του. Ο Χάιντεγγερ, επιπροσθέτως, έχει επίγνωση της αριστοτέλειας θέσης ότι κάθε τι υπαρκτό κατανοείται πάντα μέσα στα όρια του χρόνου που ορίζεται ως ο ορίζοντας κατανόησης του Είναι.

Η φαινομενολογική σκέψη του Χάιντεγγερ τέθηκε και αναπτύχθηκε σε άλλες βάσεις σε σχέση με την πλατωνική ή αριστοτελική οντολογία. Ευθέως ο φιλόσοφος ασκεί πολεμική κριτική στη μεταφυσική και στο "επέκεινα" και θέτει στον σύγχρονο άνθρωπο το ζήτημα της επιστροφής του στο πραγματικό, στο "Είναι",  δηλαδή στη βίωση του εδώ και τώρα και να ορίσει, με βάση αυτό, το νόημα της ζωής του. Ας δούμε πώς αντιστρέφει ο Χάιντεγγερ τα πράγματα. Ενώ οι κλασικοί φιλόσοφοι προσπαθούν να συλλάβουν ένα νόημα έξω από ετούτη τη ζωή, ώστε να  συμπεριλάβουν τα αιτιατά της παρεπόμενα σε αυτό το μεταφυσικό έξωθεν αφήγημα, ο Χάιντεγγερ κάνει το αντίστροφο. Προσπαθεί να συλλάβει την ίδια την "ύπαρξη" μέσα από το ενσυνείδητο ανθρώπινο ον ώστε μέσα από αυτήν να εξάγει ένα νόημα που να την προσδιορίζει και να την "δικαιώνει".

Έτσι, μέσα από το πολύ δυσνόητο έργο του το οποίο κάνει λόγο για επιστροφή στην ελληνική αρχαιότητα όταν η λογική, η φυσική και η ηθική θεώρηση πραγμάτων ήταν μέρη μιας ενιαίας και αδιαίρετης ολότητας που απέρρεε από τη θεσμική συγκρότηση του κοινοτισμού των πόλεων της κλασικής ιδιαίτερα περιόδου. Παρόλο που στην πρώιμη φάση του ο Χάιντεγγερ ανέπτυξε έναν ιδιότυπο αθεϊσμό που πήγασε από την επιρροή του Νίτσε, στα χρόνια της ωριμότητας προσέδεσε την νοσταλγία του στα ομηρικά έπη με την συμβίωση θεών και ανθρώπων, κάτι που διαφαίνεται από την Επιστολή για τον ανθρωπισμό στην οποία τεχνηέντως ισχυρίζεται ότι το "Είναι" καλεί τον άνθρωπο και του αποκαλύπτει κάθε φορά ένα μόνο μέρος του αντικειμενικού του νοήματός του. 

Ας δούμε με ποιο τρόπο ο Χάιντεγγερ μας υποδεικνύει δρόμους και τρόπους ώστε η φιλοσοφία να καταστεί μια βιωματική πορεία, ένας πρακτικός βίος, κάτι που το φανερώνει με αποφατικό τρόπο.

Η σύγχρονη ανθρωπότητα, ισχυρίζεται ο φιλόσοφος, πάσχει από ασθένειες της ψυχής και παθογένειες της σκέψης. Ξεχάσαμε να παρατηρήσουμε ότι είμαστε ζωντανοί και δεν είμαστε σε επαφή καθημερινά με το μυστήριο της ύπαρξης (να είμαστε). Πότε βρίσκουμε τον εαυτό μας; Όταν επικεντρωνόμαστε στον εαυτό μας και είμαστε μόνοι είτε περπατώντας στην ύπαιθρο είτε διαλογιζόμαστε σχετικά με αυτά που κάνουμε σε σχέση με τα πράγματα. Πότε καταφέρνουμε να ξεφύγουμε από το αντίθετο του "Είναι", από το τίποτα (Das Nichts), τον μηδενισμό με την απουσία ουσιαστικού νοήματος; Όταν δεν αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας ως τσακισμένη ψυχή που ζητά παραμυθία από τη θρησκευτική αλογία και τελετή, όταν συνομιλούμε με τον τρόπο που υιοθετεί η ύπαρξή μας για να ορίσει τη φύση, τα όντα, μέσα εκεί αφυπνίζεται το "Είναι", όπως ακριβώς βίωνε τη θέαση του όντος ο Παρμενίδης.

Έχουμε ξεχάσει το γεγονός ότι όλα τα όντα είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους. Έχουμε επιλέξει συνήθειες που μας καθιστούν εγωιστές και αποσυνδεδεμένους από το όλον. Η επαφή μας με τη φύση συμβάλλει στην επανασύνδεσή μας με τον αληθινό εαυτό μας, ζώντας την "ύπαρξη" μέσα μας, αυτή μας προσφέρει την καθολική θέα. Μέσα στην αγκαλιά ενός φυσικού τοπίου ή μιας άγριας φυσικής ομορφιάς που προβάλλει σε έναν σπιτικό μας κήπο μπορούμε να αισθανθούμε αλλά και να διαισθανθούμε την Ενότητα του "Είναι", δηλαδή τη βίωση της συνύπαρξής μας με έναν βράχο, ένα φυτό ή λουλούδι, έναν οργιώδη θάμνο, ένα σύννεφο που κλέβει ματιές πίσω από τα ανέμελα φύλλα ενός δέντρου, και όλα αυτά ως μια ένωση στο Κοινό Ον. Τέτοιες στιγμές αποτελούν τη βάση για την υπέρβαση της εξωτερικότητάς μας με τη βύθισή μας μέσα σε αυτό που αγνοούσαμε ότι είμαστε.

Ξεχνάμε να είμαστε ελεύθεροι και να ζούμε για τον εαυτό μας. Ζούμε σε μια ετεροθεσμισμένη κοινωνία που οι κοινωνικές και πολιτικές της συμβάσεις λειτουργούν ως εξωτερικό επικοινωνιακό επίστρωμα επικάλυψης της αυθεντικότητάς μας (προκαταλήψεις, δοσμένα δόγματα, ανασταλτικές για την Ελευθερία φοβίες κλπ). Παραδινόμαστε σε έναν κοινωνικοποιημένο και επιφανειακό τρόπο ύπαρξης που επικαλύπτει τον αληθινό εαυτό μας. 

Η προοπτική και συνειδητοποίηση της ιδέας του θανάτου είναι πολύ σημαντική ώστε να κατανοήσουμε την περατότητά μας, τα όριά μας. Η παρουσία της προοπτικής του θανάτου λειτουργεί ουσιαστικά όπως και η πλατωνική μελέτη του θανάτου. Η χαϊντεγγεριανή ιδέα διαφέρει στο ότι η ιδέα του θανάτου ορίζει το χρονικό διάστημα που είμαστε έγχρονοι και σε πλήρη συνείδηση, στο εδώ και τώρα (εδωνά είναι). Από τη στιγμή που το δικό μας "Είναι" βρίσκεται ανάμεσα στη γέννηση και τον θάνατο. Να η ευκαιρία που μας δίνεται μπροστά μας. Εδώ και τώρα βιώνουμε άμεσα τον παρμενίδειο τρόπο θέασης και έκλαμψης της θεάς-ιδέας που αντανακλάται στην ένυλη ύπαρξη. Όταν η αγωνία και η προοπτική του θανάτου διαχέει το υπόβαθρο των σκέψεων και των πράξεών μας προκαταβολικά λειτουργεί καθαρά επιστρεπτικά με τον συνεχή επανακαθορισμό του τι είμαστε και πώς ακριβώς θα ορίσουμε τον εαυτό μας σε αυτό το συγκεκριμένο διάστημα. Αν σκεφτούμε, αυτό μπορεί να λειτουργήσει και αναδρομικά στη ζωή μας.

Μας ξεκαθαρίζει ο φιλόσοφος ότι μόνο ένας μπορεί να μας λυτρώσει από τον κακό εαυτό μας και τους άλλους, ο αληθινός εαυτός μας, που είναι η μη αφυπνισμένη  μας ύπαρξη και πρέπει να την φέρουμε στο προσκήνιο της συνείδησης εδώ και τώρα. Έτσι, θα γίνουμε αυτό που ανακαλύπτουμε διαρκώς αποβάλλοντας οτιδήποτε "δεν είμαστε". Η μνήμη του θανάτου και των ορίων μας δεν πρέπει να γίνεται παρά μόνο όταν η έννοια αυτή λειτουργεί ως οργανωτική διάταξη των προθέσεων και των επιλογών της βούλησης. Πρόκειται ξεκάθαρα για την φιλήβεια ηδονή του Πλάτωνα, που σοβεί ως το μέτρο εκδήλωσης του απείρου που κομίζουμε μέσα μας στη βάση της περατότητάς μας. Η  παρμενίδεια "ηδονή" που γέννησε η εμφάνιση της θεάς στο παρμενίδειο έργο είναι αυτή ακριβώς η θέαση του κάλλους του όντος, του "Είναι", η φανέρωση της ύπαρξης ένδον. Για αυτό και ο φιλόσοφος Παρμενίδης μετήλθε πολύ λίγα λόγια, σε μορφή ποίησης, ώστε να έχει προτεραιότητα η ύπαρξη σε σχέση με τη γλώσσα, η ψυχική έκχυση νοερής ενέργειας μπροστά στο Κάλλος, τη Συμμετρία και την Αλήθεια που αναβλύζει το "Είναι".

Τέλος, είναι καλό να επισημανθεί ιδιαίτερα ότι πολύ λίγοι έχουν κατανοήσει ότι κάθε ατομικό πρακτικό ή και θεωρητικό σύστημα που εμπνέει και δημιουργεί ένας φθασμένος φιλόσοφος δεν πρέπει να κρίνεται μονοδιάστατα, αλλά να προσεγγίζεται πάντοτε με βάση τα φιλοσοφικά ρεύματα που αποτέλεσαν τη βάση για να δομηθεί και να έχει λειτουργικότητα. Οπότε είναι καλό όσοι ενδιαφέρονται να εφαρμόσουν στην πράξη αυτήν την βιωματική προσέγγιση ώστε να έχει ακόμα πιο θετική επίδραση και ανύψωση της αληθινής ύπαρξης που κρύβεται μέσα τους, να μελετούν και κείμενα της πλατωνικής και αριστοτελικής φιλοσοφίας που πραγματικά διεγείρουν σύγκορμα το ατομικό μας "Είναι", το οποίο αποτελεί τη συμπαντική σταγόνα του ωκεάνιου παντός.

ΑΠΟ ΤΗΝ ΑΤΟΜΙΚΗ ΘΕΩΡΙΑ ΤΟΥ ΛΕΥΚΙΠΠΟΥ ΚΑΙ ΤΟΥ ΔΗΜΟΚΡΙΤΟΥ ΣΤΟΥΣ ΜΥΣΤΗΡΙΑΚΟΥΣ ΘΕΟΥΣ ΤΩΝ ΚΒΑΝΤΑ

  Λεονάρντο ντα Βίντσι – Physics4u's Weblog

Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου


Η προσωκρατική φιλοσοφία αποτέλεσε την πρώτη βάση για την ενασχόληση του ανθρώπου με την οντολογία, για το τι δηλαδή πραγματικά "υπάρχει". Όλοι οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι ασχολήθηκαν με το ον. Στην προκείμενη περίπτωση αφορμή της φιλοσοφικής μας εκκίνησης για στοχασμό  είναι η παρμενίδεια οντολογία. Ο Παρμενίδης ανέπτυξε τον οντολογικό μονισμό, την ιδέα δηλαδή, ότι τα πάντα δεν προήλθαν από μια φυσική ουσία (ύδωρ, αήρ, γη, πυρ), όπως αποπειράθηκαν να ισχυριστούν οι φυσικοί φιλόσοφοι, αλλά από το Είναι, από το όντως υπαρκτό, το οποίο ενέχει χαρακτηριστικά υπερούσιας θεότητας, από την οποία απορρέουν όλα τα επίπεδα των όντων, των κόσμων και της δημιουργίας. 

ΤΟ ΑΛΗΘΙΝΟ "ΟΝ" ΤΟΥ ΠΑΡΜΕΝΙΔΗ

Σχετική εικόνα

Πρόλογος του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου

Τι μπορεί να αναλογιστεί κανείς για τον μέγιστο Παρμενίδη; Μετά από μια περίοδο των φυσικών προσωκρατικών που αναλώνονταν με στοιχεία του φυσικού κόσμου για τις πρωταρχές της φύσης του όντος, ο Παρμενίδης αναστήλωσε στα πόδια του το "καθ΄εαυτό φιλοσοφείν". Το παρμενίδειο "ον", η ουσία από την οποία ή εξαιτίας της οποίας υπάρχει ο κόσμος, είναι αγέννητο, αιώνιο, άφθαρτο και αμετάβλητο. Πρόκειται για το "Είναι", το οποίο αποτελεί ένα συμπαντικό "Εγώ", την καθαρή νόηση και άρρητη "υπερούσια" ουσία, η οποία επηρέασε πάρα πολύ στους νεότερους χρόνους τον Καρτέσιο ώστε να μετέλθει αυτό το πρώιμο "Εγώ-ον" για να αναζωογονήσει  τη νεότερη φιλοσοφία με το cogito ergo sum (ενότητα σκέψης και ύπαρξης). Το "ον", κατά τον Παρμενίδη, υπάρχει λοιπόν (..ergo sum, κατά Καρτέσιο) και είναι η πηγή του κόσμου, όπως και το Εγώ είναι η πηγή της σκέψης. 

Το παρμενίδειο ον δεν μπορεί να εννοηθεί ότι κάποτε ήταν "μη ον", κάτι δηλαδή που δεν υπήρχε και προήλθε από το τίποτα, την ανυπαρξία (καθ΄εαυτού μη ον). Γιατί πώς μπορεί να συγκροτηθεί κάτι αιώνιο και άφθαρτο από το "μη ον", από κάτι μεταβλητό και αν-ούσιο, ανύπαρκτο; Ο Παρμενίδης αποδέχεται ως "μη ον" μόνο το ηρακλείτειο "γίγνεσθαι", δηλαδή την αισθητή και μεταβαλλόμενη πλευρά του ίδιου του κόσμου, την οποία προσλαμβάνουμε εμείς έτσι, εφόσον είμαστε και εμείς μέρος αυτού του μεταβλητού μέρους του κόσμου. Οι αισθήσεις είναι πράγµατι απατηλές, όχι όµως γιατί δείχνουν µια σταθερή πραγµατικότητα, όπως έλεγε ο Ηράκλειτος, αλλά αντιθέτως γιατί δείχνουν µια µεταβαλλόµενη πραγµατικότητα. Και μας δείχνουν μια μη αληθινή και μεταβλητή πραγματικότητα γιατί εμείς ως ένσαρκοι νόες έχουμε περιορισμένες δυνατότητες να συλλάβουμε το "όντως ον" όσο βυθιζόμαστε στα αισθητά. Είμαστε "ασθενείς ως ενθαδικά όντα", μας λέει ο Πρόκλος, ώστε να καταφέρουμε να δούμε το Όλον. Το μόνο που μπορούμε να κάνουμε εδώ, σε τούτον τον κόσμο, είναι να υψώσουμε τον Νου μας εκεί που ανήκει, να μάθουμε να λειτουργούμε ως εν σώματι "ασώματοι λειτουργικά νόες", δηλαδή να παραμερίσουμε τους αισθητούς χιτώνες που έλαβε η ψυχή κατεβαίνοντας στον μεταβαλλόμενο κόσμο, οι οποίοι προφυλάσσουν μεν το σώμα, αλλά παρεμποδίζουν τον Νου να ανέλθει και να "εννοήσει", να λειτουργήσει, όπως θα έπρεπε από τη φύση του. Ή αλλιώς για να βιώσουμε εν νου το αιώνιο, το αμετάβλητο πρέπει να αφήσουμε τον Νου μας να φτερουγίσει σε αυτόν τον αμετάβλητο κόσμο του αληθινού "όντος". Μόνο το αμετάβλητο μπορεί να συζευχθεί με το αναλλοίωτο και το αιώνιο, και το μόνο αμετάβλητο που κομίζει η ανθρώπινη φύση είναι η καθαρή νόηση.

ΠΡΟΣΩΚΡΑΤΙΚΟΙ - ΟΙ ΑΠΑΡΧΕΣ ΤΟΥ ΔΙΑΛΕΚΤΙΚΟΥ ΛΟΓΙΣΜΟΥ

Αποτέλεσμα εικόνας για διαλεκτική παρμενίδη, ηράκλειτου και εμπεδοκλή

Πρόλογος του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου

Η ιστορία της προσωκρατικής φιλοσοφίας, όπως τη διασώζουν οι πηγές, είναι μια διαλεκτική, φιλοσοφική διαμάχη. Mία φιλοσοφική διαμάχη μεταξύ των θεωρητικών της ενότητας (Ελεάτες) και των θεωρητικών της πολλαπλότητας του σύμπαντος (Ίωνες, Πυθαγόρειοι, Εμπεδοκλής, Αναξαγόρας, Ατομικοί). Έτσι, λαμβάνει χώρα κατά εγελιανό τρόπο μια διαλεκτική διαμάχη ανάμεσα στην ακινησία και στατική θεώρηση του Παρμενίδη (ΘΕΣΗ) και στην πολλαπλότητα και την κίνηση του Ηρακλείτου (ΑΝΤΙΘΕΣΗ).  Αργότερα, ο Εμπεδοκλής συνδύασε ως ΣΥΝΘΕΣΗ και τις δυο φιλοσοφικές θεωρήσεις (ριζώματα/φιλότης και νείκος), όπως και ο Δημόκριτος με τη θεωρία του για τα «άτομα» (Το παρμενίδειο ον) και το «κενό» (αιτιολόγησε την κίνηση – Ηράκλειτος).


Ακολουθεί κείμενο του Μιχαήλ Μπακαούκα, δρ. φιλοσοφίας


Όλοι οι προσωκρατικοί φιλόσοφοι, σύμφωνα με σύγχρονη έρευνα, επιχείρησαν να προσδιορίσουν το έσχατο συστατικό "στοιχείο" της υλικής πραγματικότητας - επιδιώκοντας να βρουν την ουσία και τη φύση των πραγμάτων, δηλαδή το ον. Κατ' ουσίαν, όλοι οι αρχαίοι Έλληνες φιλόσοφοι, από τους Προσωκρατικούς έως το Σωκράτη, τον Πλάτωνα και τον Αριστοτέλη, θέτουν το εξής ερώτημα: "τίνος είδους πράγματα ερευνούμε, όταν αναζητούμε επιστημονικούς ορισμούς αντικειμένων" (τί έστι το ον;) [Αριστ. Μετά τα Φυσικά Ζ Ι 1028b2- 4); Πρόκειται για πράγματα διαφορετικού είδους από την πληθώρα των καθημερινών πραγμάτων; Kατά τον Πλάτωνα, αφενός, υπάρχουν τα πολλά, αισθητά πράγματα, όπως λχ. υπάρχουν πολλά διαφορετικά όμορφα αντικείμενα. Αφετέρου, υπάρχει η οντότητα (ή ιδέα) του 'όμορφου' που είναι μόνο μία. Η πολλαπλότητα και πληθώρα των διαφορετικών όμορφων πραγμάτων δεν μας απαντά το ερώτημα 'τι είναι το όμορφο', ήτοι, 'ποια είναι η φύση του όμορφου'. 

ΕΙΣΑΓΩΓΗ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ "ΠΑΡΜΕΝΙΔΗ" ΤΟΥ ΠΛΑΤΩΝΑ

        Î‘ποτέλεσμα εικόνας για ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ ΚΑΙ ΠΛΑΤΩΝΑΣ

Το βασικό μεταφυσικό ερώτημα στο οποίο κλήθηκε να απαντήσει η φιλοσοφία από τις απαρχές της ήταν: «Γιατί να υπάρχει κάτι αντί για (το) τίποτα;». Μια τέτοια οντολογία επιβάλλεται από μιαν υπόρρητη υπαγωγή στην αρχή του αποχρώντος λόγου. Το Είναι αυτού που υπάρχει δεν γίνεται γνωστό απ’ ό,τι εμφανίζεται αλλά μέσα από ένα προκαταβολικό τίποτα, από το οποίο προκύπτει το Είναι και υπό την απειλή τού οποίου βρίσκεται πάντοτε. Υπ’ αυτήν την έννοια δεν μπορούμε να στοχαστούμε το Είναι παρά στο πλαίσιο του τίποτα, δηλαδή ως αυτό που αντιστέκεται στο τίποτα. Από εδώ προκύπτει η ιδέα τού Είναι ως πληρότητας. Το βασικό αξίωμα αυτής της μεταφυσικής θέσης εκφράστηκε από τον Παρμενίδη: «Το Ον είναι, το μη-Ον δεν είναι». Δεν μπορεί να υπάρχει εναλλακτική ανάμεσα στο Είναι και στο τίποτα. Η πραγματικότητα συλλαμβάνεται μέσα από καθαρούς προσδιορισμούς, επειδή αν το πράγμα δεν ήταν εξ ολοκλήρου αυτό που είναι, τότε δεν θα ήταν καθόλου. Κάθε οπισθοχώρηση, κάθε απροσδιοριστία είναι απαγορευμένες, αφού οποιαδήποτε απουσία προσδιορισμού θα σήμαινε επιστροφή στο τίποτα. Εάν ένα πράγμα συμπεριλαμβάνει το παραμικρό μη-Είναι, τότε δεν είναι καθόλου. Το τίποτα αυτής της θέσης εκφράζει την απόσταση του φιλοσοφικού στοχασμού από τον κόσμο· η φιλοσοφία, καθώς αποσπάται από τον κόσμο των φαινομένων, αποκτά τα μέσα για να συγκροτήσει το πραγματικό σε μια ενότητα, δηλαδή να το κάνει να αναδυθεί από το τίποτα.

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ - ΤΙ ΕΙΝΑΙ Η ΔΟΞΑ (ΓΝΩΜΗ)

Αποτέλεσμα εικόνας για παρμενίδης ρήσεις

Η έννοια της δόξας [=δοξασία, γνώμη] είναι κεντρική στον προσωκρατικό στοχασμό. Ως φιλοσοφική έννοια, πρωτίστως έχει μια αρνητική σημασία: είναι μια απλή γνώμη, μια δοξασία, που βρίσκεται σε αντίθεση προς την αλήθεια. Η διάκριση εν γένει, μεταξύ δόξας και αλήθειας, είναι ιδιαίτερα χαρακτηριστική στη σκέψη του Παρμενίδη. Στο Προοίμιο ήδη του Ποιήματός του βρίσκουμε τη σκέψη του να εκτυλίσσεται κατά το μοτίβο μιας τέτοιας διάκρισης και με τον τρόπο μιας γνωσιακής διαδικασίας, μιας αναζήτησης της γνώσης. Ταξιδιώτης ο ίδιος σε ένα φανταστικό ταξίδι προς τη θεά ξεκινάει, όντας πάνω σε ένα άρμα, από τα δώματα της Νύχτας, δηλαδή από την πόλη/τον κόσμο των θνητών, όπου κυριαρχούν οι αδιαλείπτως μεταβαλλόμενες δοξασίες, προς τη χώρα του Φωτός, προς το φως της αλήθειας: ένα ταξίδι, μια πορεία από το σκοτάδι στο φως· και τούτο όχι με τη δογματική, αδιέξοδη παρερμηνεία ορισμένων μελετητών του Παρμενίδη εγχώριων, αλλά και σε επίπεδο διεθνούς βιβλιογραφίας ότι σκοπός μιας τέτοιας διαδρομής είναι η εγκατάσταση σε κάποια χώρα του Φωτός [=αλήθεια], σαν στην απρόσιτη από τους κοινούς θνητούς γη της επαγγελίας, που θα αποκλείεται οριστικά το σκότος [=οι δοξασίες και οι πλάνες των θνητών], το ψεύδος, το λάθος. Το ταξίδι που περιγράφει ο Παρμενίδης, δηλαδή η πορεία ή η διαδρομή, που θέλει να μας επισημάνει/υποδείξει ο κορυφαίος αυτός Έλληνας στοχαστής, είναι η κατεύθυνση της σκέψης και του Λόγου που την/τον καθιστά ικανή/ικανό να διεκδικεί τη καθαρότητά της/του μέσα από τη διαρκή ανάμιξή της/του με τη γνώμη/άποψη/δοξασίες του φαινομενικού κόσμου: κάτι παρόμοιο με την κατά Χέγκελ φαινομενολογική κίνηση του πνεύματος από την αισθητήρια βεβαιότητα στην απόλυτη Γνώση και από κει στη Λογική καθαρότητά του· δηλαδή από τη Φαινομενολογία του πνεύματος στην επιστήμη της Λογικής.    

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ - ΤΟ ΓΑΡ ΑΥΤΟ ΝΟΕΙΝ ΕΣΤΙΝ ΤΕ ΚΑΙ ΕΙΝΑΙ (ΚΑΙ ΔΥΟ ΒΙΝΤΕΟ ΤΟΥ ΓΙΑΝΝΗ ΓΚΑΝΑΣΟΥ)

unnamed

<< Το γαρ αυτό νοείν εστίν τε και είναι >> : σκέψη και ύπαρξη είναι το ίδιο

  

Η φιλοσοφία του Παρμενίδη εμπεριέχεται σε ένα αποκαλυπτικό ποίημα, γραμμένο σε δακτυλικό εξάμετρο, από το οποίο ευτυχώς διασώθηκαν τα πιο σημαντικά μέρη. Στο ποίημα ένας νέος (ο ίδιος ο Παρμενίδης) διηγείται τη μύησή του στη φιλοσοφία από μια θεά, η οποία αναλαμβάνει να τον κρατήσει μακριά από τις κοινές αντιλήψεις των ανθρώπων, «όπου αληθινή εμπιστοσύνη δεν υπάρχει», και να τον οδηγήσει στην «ατρόμητη καρδιά της ολοστρόγγυλης αλήθειας».

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ - ΤΑ ΠΑΝΤΑ ΕΙΝΑΙ ΕΝΑ

Αποτέλεσμα εικόνας για ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ, τα πάντα ειναι ένα

Οι ιδέες που διατύπωσε ο Παρμενίδης αποτελούν σημείο καμπής για την ελληνική φιλοσοφία. Επηρεασμένος από τη λογική, επιστημονική σκέψη του Πυθαγόρα, ο Παρμενίδης επιχειρεί να αποκαλύψει την πραγματική φύση του κόσμου χρησιμοποιώντας παραγωγική συλλογιστική. Οι έρευνές του τον κάνουν να υιοθετήσει αντίθετη άποψη από αυτή του Ηράκλειτου. Βέβαια η αντίφαση-αντίθεση των δύο φιλοσόφων είναι φαινομενική. Ο καθένας αναφέρεται σε διαφορετικά πεδία του υπαρκτού...

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ - Η ΦΥΣΗ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΔΟΞΑΣΙΑ ΤΟΥ ΚΟΙΝΟΥ ΝΟΥ

Αποτέλεσμα εικόνας για παρμενίδης

Οι δύο μεγάλοι φιλόσοφοι της εποχής, ο Ηράκλειτος και ο Παρμενίδης, θα υποδείξουν μια άλλη προσέγγιση. Συνήθως θεωρούμε ότι εκπροσωπούν αντίθετους πόλους στη φιλοσοφία: ο Ηράκλειτος είναι ο φιλόσοφος της αέναης αλλαγής και ο Παρμενίδης της απόλυτης ακινησίας. Και όμως η αφετηρία της σκέψης τους είναι κοινή. Και για τους δύο η φιλοσοφία είναι άρνηση του κοινού νου. Στις διαδεδομένες πεποιθήσεις των ανθρώπων, στις θρησκευτικές τους πρακτικές, ακόμη και στις απλές εικόνες που σχηματίζουν για τον κόσμο, δεν υπάρχει η παραμικρή δόση αλήθειας. Ο φιλόσοφος δεν θα κολακέψει ποτέ το πλήθος, δεν θα επιδιώξει να το προσεταιριστεί. Για να το αποσπάσει από τις βεβαιότητές του δεν θα διστάσει να κατακρίνει ανοιχτά τις συνήθειες, τις αξίες και τις αντιλήψεις του.

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ - ΤΟ ΤΑΞΙΔΙ ΤΗΣ ΓΝΩΣΗΣ


                                                       54. – Απόσπασμα 1 Diels-Kranz



Ο Παρμενίδης, γεννημένος στην Ελέα της Κάτω Ιταλίας, υπήρξε ο πρώτος προσωκρατικός φιλόσοφος που διατύπωσε τη σκέψη του σε ποίημα γραμμένο σε εξαμέτρους στίχους. Στο σωζόμενο προοίμιο του ποιήματός του ο Παρμενίδης περιγράφει σε γλώσσα σχεδόν θρησκευτική ένα φανταστικό ταξίδι με αλληγορικό περιεχόμενο: ο ίδιος ο ποιητής ταξιδεύει πάνω σε ένα άρμα -σύμβολο της ποιητικής έμπνευσης αλλά και της φιλοσοφικής αναζήτησης της γνώσης- που το συνοδεύουν οι κόρες του Ήλιου· καταφέρνουν να περάσουν τις πύλες απ᾽ όπου ξεκινά το μονοπάτι της Ημέρας και της Νύχτας ξεγελώντας τη Δίκη, η οποία κρατάει τα κλειδιά (που σημαίνει: είναι επιφορτισμένη με την επίβλεψη του χρόνου Ημέρας και Νύχτας), και φτάνουν σε μια φανταστική χώρα, όπου τους υποδέχεται μια ανώνυμη θεά· η θεά προσφωνεί τον ποιητή και υπόσχεται να τον ξεναγήσει στον κόσμο της αλήθειας (του ὄντος) και της φαινομενικής πραγματικόητας (της δόξης). Στους δύο αυτούς δρόμους αντιστοιχούν τα δύο μέρη του ποιήματος, τα οποία παρουσιάζονται ως συμβουλές της θεάς. Σκοπός του προοιμίου είναι να δείξει ότι ο ποιητής κατέχει μια υπερβατική γνώση, άγνωστη και δυσπρόσιτη στους κοινούς θνητούς.

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ - ΤΟ ΠΟΙΗΜΑ (ΟΛΟΚΛΗΡΟ ΤΟ ΒΙΒΛΙΟ "ΠΕΡΙ ΦΥΣΕΩΣ")

Σχετική εικόνα


Η φιλοσοφία του Παρμενίδη εμπεριέχεται σε ένα αποκαλυπτικό ποίημα, γραμμένο σε δακτυλικό εξάμετρο, από το οποίο ευτυχώς διασώθηκαν τα πιο σημαντικά μέρη. Στο ποίημα ένας νέος (ο ίδιος ο Παρμενίδης) διηγείται τη μύησή του στη φιλοσοφία από μια θεά, η οποία αναλαμβάνει να τον κρατήσει μακριά από τις κοινές αντιλήψεις των ανθρώπων, «όπου αληθινή εμπιστοσύνη δεν υπάρχει», και να τον οδηγήσει στην «ατρόμητη καρδιά της ολοστρόγγυλης αλήθειας».

Το ποίημα του Παρμενίδη χωρίζεται σε τρία μέρη. Στο εκτενές προοίμιο, σε καθαρά επική γλώσσα, περιγράφεται η ανάβαση του νέου προς τις πύλες της Ημέρας και της Νύκτας, όπου θα συναντήσει τη θεά. Το δεύτερο και κύριο μέρος του ποιήματος είναι ο λόγος της θεάς [Α] για τη φύση της αλήθειας. Το τρίτο και πιο αινιγματικό, από το οποίο έχουν σωθεί λίγα αποσπάσματα, θα πρέπει να ήταν μάλλον μια ανάπλαση κοσμολογικών αντιλήψεων που θυμίζουν προγενέστερους φιλοσόφους.

ΠΑΡΜΕΝΙΔΗΣ ΠΕΡΙ ΦΥΣΕΩΣ- ΟΔΟΣ ΤΗΣ ΑΛΗΘΕΙΑΣ: ΕΙΝΑΙ Ή ΜΗΔΕΝ

Αποτέλεσμα εικόνας για φύση, έργα ζωγράφων

[Εἰ δ΄ ἄγ΄ ἐγὼν ἐρέω, κόμισαι δὲ σὺ μῦθον ἀκούσας,
αἵπερ ὁδοὶ μοῦναι διζήσιός εἰσι νοῆσαι•
ἡ μὲν ὅπως ἔστιν τε καὶ ὡς οὐκ ἔστι μὴ εἶναι,
Πειθοῦς ἐστι κέλευθος• ἀληθείῃ γὰρ ὀπηδεῖ•
[5] ἡ δ΄ ὡς οὐκ ἔστιν τε καὶ ὡς χρεών ἐστι μὴ εἶναι,
τὴν δή τοι φράζω παναπευθέα ἔμμεν ἀταρπόν•
οὔτε γὰρ ἂν γνοίης τό γε μὴ ἐὸν - οὐ γὰρ ἀνυστόν -
οὔτε φράσαις.]
Απόδοση:
Εμπρός λοιπόν, εγώ θα σου μιλώ, κι εσύ σκέψου, αφού ακούσεις
τον λόγο μου,
ποιοι μόνοι δρόμοι έρευνας μπορούν να είναι προσιτοί στη νόηση•