Στο βιβλίο "Ενάντια στη Θρησκεία" του Χρήστου Γιανναρά γίνεται προσπάθεια να υπάρξει διάκριση ανάμεσα στη θρησκευτικότητα και τη μεταφυσική αναζήτηση. Η πρώτη είναι ανάγκη ορμέμφυτη, ενστικτώδης, η δεύτερη είναι άθλημα ελευθερίας από αυτήν την αναγκαιότητα. Αυτός είναι ο λόγος που η θρησκεία έχει πανανθρώπινο και διαχρονικό χαρακτήρα, ενώ η μεταφυσική αναζήτηση χαρακτηρίζει πάντα τους λίγους. Όμως, κατά κανόνα, η μεταφυσική αναζήτηση είναι που παράγει πολιτισμό, όχι η θρησκεία, όπως δεν παράγει πολιτισμό και η οποιαδήποτε χρηστική επιστήμη.
Ο Γιανναράς και σε αυτή του την ομιλία αποκαλύπτει ότι ο κεντρικός συνεκτικός φιλοσοφικός άξονας που συνδέει τον όντως έρωτα με την όντως πολιτική είναι ο κοινός λόγος, το αληθώς κοινωνείν. Όπως στον αληθινό έρωτα συλλαμβάνει κανείς τον ύψιστο βαθμό ελευθερίας μέσα από τη σχέση με τον άλλο, έτσι και στον αληθινό πολιτικό τρόπο του βίου λαμβάνει χώρα το εκκλησιαστικό γεγονός. Μη μπερδέψουμε την έννοια "εκκλησία" με την έννοια "θρησκεία". Οι όροι κομίζουν τελείως διαφορετικό περιεχόμενο ως προς την πρόσληψή τους στην ίδια την πραγματικότητα.
Το θρησκευτικό γεγονός ικανοποιεί οτιδήποτε έχει σχέση με τον εγωτισμό μας, τα απρόσωπα ένστικτα που αναδύονται από την ίδια τη φυσική αναγκαιότητα. Μέσα από το θρησκευτικό γεγονός ο άνθρωπος προσπαθεί να καλύψει αποκλειστικά την ατομικότητά του, τον ιδιοτελή τρόπο της ύπαρξης. Ο φόβος για το επέκεινα, απόρροια της θρησκευτικότητας, κάνει τον άνθρωπο να θέτει πάντοτε ως κέντρο του κόσμου τον ίδιο τον εαυτό του πιστεύοντας ότι αν ικανοποιεί κάθε φορά όλα τα είδη των αναγκών του και των αναζητήσεών του προς ίδιον όφελος θα καταστεί ευτυχισμένος και ολοκληρωμένος. Συνήθως μια τέτοια στάση τον οδηγεί στο να αποκοπεί από τους άλλους.