Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου
Τα παρακάτω λόγια ανήκουν στον Απολλώνιο Τυανέα. Πρόκειται για μια επιστολή που έστειλε σε έναν από τους Ρωμαίους αυτοκράτορες όταν ο τελευταίος έχασε τον γιο του. Στην επιστολή του ο Απολλώνιος αναπτύσσει τόσο τη δική του θεώρηση για τον θάνατο, όσο και τη θεώρηση των περισσότερων αρχαίων φιλοσόφων. Η πρόσληψη του θανάτου από τον Απολλώνιο ταυτίζεται όχι μόνο με τις θέσεις που ανάπτυξαν για τον θάνατο όλοι οι νεοπλατωνικοί φιλόσοφοι και οι Γερμανοί ιδεαλιστές (Φίχτε, Σέλινγκ, Χέγκελ) αλλά και με τις θέσεις της σύγχρονης κβαντικής φυσικής. Ο κόσμος που μας περιβάλλει και, γενικότερα, όλο το ορατό και το αόρατο σύμπαν με τις δυνάμεις και τους νόμους που το διέπουν δεν δημιουργήθηκε ποτέ. Μας το λέει και ο Ηράκλειτος, άλλωστε. Όλα τα όντα υπήρχαν, υπάρχουν και θα υπάρχουν πάντοτε πότε γινόμενα έμμορφη φύση και πότε γινόμενα Ιδέες, ουσία. Ο φιλόσοφος Σέλινγκ αναλύοντας την πλατωνική-νεοπλατωνική παράδοση μέσα στο δικό του σύστημα ισχυρίζεται ότι σοβεί μια αιώνια κίνηση από τη μία κατάσταση στην άλλη, ακριβώς όπως μας την περιγράφει παρακάτω ο Απολλώνιος. Δηλαδή μας λέει ότι η Φύση είναι ένα ορατό πνεύμα και το Πνεύμα είναι μια αόρατη φύση. Ακόμα και η κλασική φυσική το ίδιο μας λέει ως προς τη ροή της ενέργειας. Κανένα είδος ενέργειας δε χάνεται, αλλά μετασχηματίζεται σε ένα άλλο είδος ενέργειας. Τα ίδια περίπου ισχυρίζεται και ο Χέγκελ. Ότι το ίδιο το πνεύμα "εξέρχεται" από το "Είναι" του αναπτυσσόμενο μέσω της πορείας του ως Ουσία για να φανερωθεί ολόκληρος ο φαινομενικός κόσμος, ο αντι-κειμενικός κόσμος. Η φανέρωση του κόσμου δεν είναι άλλο από την ίδια τη λογική του υλομορφική του συγκρότηση, μια διαλεκτική εκτύλιξη του υποκειμενικού στοιχείου με το αντικειμενικό. Με το πέρας αυτής της υλομορφικής εκτύλιξης διαγράφεται ολόκληρη η νοητική κίνηση των λογικών προσδιορισμών του Εαυτού ως πνεύματος που διαπέρασε ή διαπερνά όλα τα συγκροτησιακά επίπεδα του φυσικού και εμπειρικού κόσμου. Η αληθινή "ουσία" μας τότε αναδύεται ως αόρατο (στο αισθητό και εμπειρικό μάτι) πνεύμα.