ΕΤΙΚΕΤΕΣ

Η ΠΑΓΙΔΕΥΣΗ ΣΤΟΝ ΟΡΘΟΛΟΓΙΣΜΟ


Όταν προσλαμβάνει κανείς  τον "ορθό λόγο" ως τον αληθή  ΛΟΓΟ, τον λόγο των σχέσεων που  έχουν τα πράγματα μεταξύ τους, περιπίπτει σε μεγάλη πλάνη. Είναι τελείως διαφορετικά πράγματα αυτά τα δύο. Ως  ορθός λόγος  εννοείται η μηχανιστική  λογική μέσα από την αποδεικτική  τυποποιητική συγκρότηση  ενός  νοήματος για τον κόσμο. Αυτό  το είδος σκέψης απορρέει από τον αποκομμένο λειτουργικά από το περιβάλλον (παντοίων ειδών) ανθρώπινο νου, την ratio, την νοητική σκέψη που πρώτιστο στόχο δεν έχει την σύλληψη ενός καθολικού νοήματος αλλά την ανακάλυψη των νόμων που διέπουν τον κόσμο με όρους επιβεβαιωτικής κυριαρχίας-ποδηγέτησης  σε οτιδήποτε αντίκειται έξω από αυτήν. Η  χώρα γένεσης όμως του αληθούς λόγου δεν είναι αποκλειστικά η κλειστή  εγκεφαλική σφαίρα  του ανθρώπου που λειτουργεί ξεχωριστά  από την λειτουργία της υπόλοιπης  φύσης (ratio), αλλά  η θεωρητική  και βιωματική  κοινότητα  σύμπνοιας φύσης και ανθρώπινης σκέψης. Είναι σοφό, λοιπόν, να διακονούμε  τον Λόγο, αλλά όχι να  καθιστούμε  όλον του νοείν ένα μέρος του, όπως τη ratio.

Του  Θωμά Ψύρρα
Πριν διακόσια πενήντα περίπου χρόνια ο ευρωπαϊκός Διαφωτισμός -κίνημα απελευθέρωσης και χειραφέτησης- εδραίωσε δύο κρίσιμες βεβαιότητες:
α) Την βεβαιότητα στον «Ορθό λόγο» ο οποίος, ως εργαλείο για την κατανόηση της πραγματικότητας, δίνει την δυνατότητα να κατακτήσουμε την αντικειμενική γνώση μέσω της «Επιστήμης».
β) Την βεβαιότητα ότι με την κατακτημένη από τον Ορθολογισμό γνώση θα οδηγηθούμε στην «Πρόοδο», δηλαδή στην διαρκή τελειοποίηση μέσω απανωτών βελτιωτικών μεταβολών.
Αυτές οι δύο αντιλήψεις βασίστηκαν σε μια σειρά παραδοχές: α) ότι με τη λογική μπορεί να κρίνουμε αντικειμενικά, β) ότι η γλώσσα είναι όργανο της λογικής, γ) ότι ανάμεσα στα πράγματα και τις λέξεις που τα ονοματίζουν υπάρχει ένας σταθερός αντικειμενικός δεσμός, δ) ότι ως ορθολογιστές είμαστε ικανοί να γνωρίσουμε τον κόσμο και τον εαυτό μας με τη λογική, ε) ότι μπορούμε να κατακτήσουμε την γνώση μέσω της επιστήμης κι έτσι να προχωρούμε βήμα το βήμα στον βελτιωτικό μονόδρομο της Προόδου.
Ο Διαφωτισμός υπήρξε κίνημα «αισιόδοξο»· πίστευε πως με την καθοδήγηση του «Ορθού λόγου» θα αποδεσμευόμασταν από τα δεσμά της άγνοιας, της δεισιδαιμονίας, της ανάγκης και ο άνθρωπος θα γινόταν ολοένα πιο ελεύθερος, ολοένα πιο ευτυχισμένος (1). Τα μεγάλα αφηγήματα της νεωτερικότητας, η ιδέα της Προόδου, ο Φιλελευθερισμός, ο Σοσιαλισμός, η ιδέα της Ανάπτυξης παρουσιάστηκαν ως μονόδρομοι της Ιστορίας, ως αναπόδραστες πορείες του συλλογικού πεπρωμένου με «ευδιάκριτη», μάλιστα, μελλοντική κατάληξη (κομμουνιστική κοινωνία, κοινωνία της αφθονίας κλπ). Ο Ορθολογισμός εδραιώθηκε ως τρόπος σκέψης και γνώσης και παρουσιάστηκε ως αντίθετο του ανορθολογισμού και της μεταφυσικής…
Όμως ο 20ος αιώνας έδειξε ότι η υπόσχεση της ορθολογικής χειραφέτησης, βάλτωσε (2). Η «βεβαιότητα» του Νευτώνειου μοντέλου υπονομεύτηκε, η «αντικειμενικότητα» της επιστήμης ανατράπηκε (3) και η «αντικειμενική αλήθεια» για την κοινωνική και οικονομική εξέλιξη σαρώθηκε. Η οικονομική ανισότητα διευρύνθηκε. Μετά δυο παγκόσμιους πολέμους, μετά το κραχ, μετά τη Χιροσίμα, μετά το Άουσβιτς, μετά τα Γκουλάγκ, μετά την κατάρρευση των κομμουνιστικών καθεστώτων ο μύθος της Προόδου κατέρρευσε από δεξιά και αριστερά· η κυριαρχία του «Ορθού Λόγου» διαλύθηκε και αναδύθηκε η σκοτεινή πλευρά του νεωτερικού εγχειρήματος διανθισμένη συχνά κι από φαινόμενα αυταρχισμού και καταπίεσης. Κι έτσι η ελπιδοφόρα βεβαιότητα του «Ορθού Λόγου» κατέρρευσε.
Γιατί λοιπόν οι κοινωνίες μας δεν κατάφεραν με τη χρήση του ορθού λόγου να διεκπεραιώσουν τα διαφωτιστικά προτάγματα;
Οι διαδικασίες που καθόρισαν αυτή την εκφυλιστική πορεία ήταν: α) η συγκρότηση -για πρώτη φορά στην ιστορία- κοινωνίας ιδιωτών που διαμόρφωσε νέου τύπου σχέσεις με το σύγχρονο κράτος (π.χ. το «κοινωνικό συμβόλαιο» του Ρουσώ βασίζεται στην αντιπροσώπευση και τη συναίνεση ιδιωτών με το κράτος) και β) η θεσμοποίηση της οικονομίας της αγοράς ως ξεχωριστής οντότητας που διαχώρισε το οικονομικό από το πολιτικό.
Αυτές οι διαδικασίες διαχώρισαν την κοινωνία από την οικονομία και την πολιτεία(4). Δημιούργησαν δηλαδή «πεδία», δηλαδή δομημένους και ιεραρχημένους μεταξύ τους χώρους «συναλλαγών», κι αυτό διευκόλυνε την συναλλαγή διαφορετικών ειδών «κεφαλαίων» (οικονομικό, πολιτισμικό, συμβολικό κλπ). Βέβαια τα πεδία αυτά βρίσκονται σε συνεχή διεργασία τριβής και δόμησης. Παράγονται ανταγωνισμοί και συγκρούσεις και μεταξύ πεδίων αλλά και μεταξύ ιδιωτών. Μάλιστα η συμμετοχή των ιδιωτών στην συγκεκριμένη πραγματικότητα διαμορφώνει τελικά και τοατομικό habitus του καθενός, δηλαδή τις προδιαθέσεις βάσει των οποίων κρίνει και ενεργεί το μεμονωμένο άτομο στην κάθε περίσταση (5).
Το κρίσιμο λοιπόν στοιχείο έγκειται ακριβώς στο διαχωρισμό και στη σχετική αυτονόμηση των πεδίων μεταξύ τους. Αυτό διαμορφώνει μια κοινωνία που μοιάζει με μπάλα η οποία περικλείει εντός της σχετικά αυτονομημένες δυνάμεις οι οποίες στην προσπάθειά τους να υπερισχύσουν πιέζουν, σπρώχνουν από μέσα και τη μετακινούν από δω και από κει. Έτσι ενώ η πορεία της μπάλας χαρακτηρίζεται από την αβεβαιότητα (ή και την τυχαιότητα), εμείς παγιδευμένοι ακόμη στις βεβαιότητες του «Ορθού λόγου» (και του ορθολογικού habitus), εμμένουμε στα μεγάλα αφηγήματα της νεωτερικότητας και νομίζουμε πως η κοινωνία μας ακόμα πορεύεται με το γραμμικό «νόμο» της Προόδου και -επιπλέον- ότι μπορούμε ορθολογικά να σχεδιάσουμε την Ιστορία κατά τα πρότυπα μιας Ουτοπίας. Η παγίδευση και η αυτοπαγίδευση στον Ορθολογισμό έχει συντελεστεί…
                                                                                                                          
…  …  … 
Σημειώσεις
(1) Δες χαρακτηριστικά την βαθιά πίστη προς τον «Ορθό λόγο» στο «Δωδεκάλογο του Γύφτου» (1907) του Παλαμά. Ο Γύφτος που θα γκρεμίσει και θα ξαναχτίσει τον κόσμο καταλήγει προσκυνώντας την «Επιστήμη».
(2) Ο Αντόρνο στο «Η διαλεκτική του Διαφωτισμού» το 1947 αρχίζει με τις λέξεις: «Με την πιο γενική έννοια της προοδευτικής σκέψης, ο Διαφωτισμός επεδίωξε πάντοτε την απελευθέρωση του ανθρώπου από τον φόβο και την εγκαθίδρυσή του ως κυρίαρχου. Πλην όμως στην πλήρως διαφωτισμένη γη μας ακτινοβολεί η θρίαμβος της καταστροφής».
(3) «[Η επιστήμη] είναι μια από τις πολλές μορφές σκέψης που αναπτύχθηκαν από τον άνθρωπο κι όχι αναγκαστικά η καλύτερη. Είναι κραυγαλέα, θορυβώδης και αυθάδης και η υπεροχή της δεν είναι αυτονόητη παρά μόνο για όσους έχουν ήδη αποφασίσει υπέρ κάποιας ιδεολογίας ή την έχουν αποδεχτεί χωρίς να εξετάσουν τα προτερήματα και τα όριά της». Paul Feyerabend, «Ενάντια στη Μέθοδο, Για μια αναρχική θεωρία της γνώσης». Εκδ. Σύγχρονα θέματα, Θεσσαλονίκη1983σελ. 353
(4) Τάκης Φωτόπουλος,  «Η κατάρρευση του μύθου της προόδου», Ελευθεροτυπία (30 Δεκεμβρίου 2000)
(5) Το «habitus» όπως και η έννοια των «πεδίων» (champs) είναι δανεισμένα από τη θεωρία του Μπουρντιέ. Εδώ πάντως το habitus πρέπει να συνδυαστεί με τον ορισμό του «φαντασιακού» του Καστοριάδη. Δεν είναι μια απλή ατομική «έξη», πρόκειται για μια ιδεολογική/συμβολική προδιάθεση προς ένα συγκεκριμένο τρόπο κατανόησης κι ερμηνείας της πραγματικότητας.

πηγή: larissanet