ΕΤΙΚΕΤΕΣ

ΜΙΑ ΒΙΩΜΑΤΙΚΗ ΠΡΟΣΕΓΓΙΣΗ ΤΟΥ ΠΑΡΜΕΝΙΔΕΙΟΥ "ΕΙΝΑΙ" ΜΕΣΑ ΑΠΟ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΧΑΪΝΤΕΓΓΕΡ


Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου


Κάθε φιλοσοφική θεώρηση οποιουδήποτε φιλοσόφου μπορεί να αποτελέσει την αφορμή για να κατανοήσουμε καλύτερα είτε κάποιον άλλο φιλόσοφο είτε να αλλάξουμε τους συσχετισμούς των δράσεών μας και των απόψεών μας για τα πράγματα. Ο Μάρτιν Χάιντεγγερ αποτελεί μια τέτοια περίπτωση διανοητή μέσω του οποίου μπορούμε να αναστοχαστούμε πάνω στους μεγάλους κλασικούς φιλοσόφους και να αναδιατυπώσουμε ερωτήματα ή αποκρυσταλλωμένες θεωρήσεις που είχαμε υιοθετήσει για μεγάλο χρονικό διάστημα. Ο εν λόγω φιλόσοφος ευθέως διατεινόταν ότι είναι περισσότερο διανοητής και λιγότερο φιλόσοφος, εφόσον εδραίωσε τον υπαρξισμό μέσα από την φαινομενολογική σκέψη.

Ο Χάιντεγγερ εστίασε στην παρμενίδεια φιλοσοφία θέτοντας ως καρδιά της θεμελίωσης της φιλοσοφίας του την περίφημη φράση του Ελεάτη "το γαρ αυτό νοείν εστίν τε και είναι" (= σκέψη και ύπαρξη είναι το ίδιο). Όλοι οι κλασικοί φιλόσοφοι από τον Πλάτωνα μέχρι και τον  Χέγκελ εργάστηκαν και ανέπτυξαν το νου, το νοείν, ένα νόημα ως αφετηρία για να συλλάβουν το τι πραγματικά υπάρχει. Ο Χάιντεγγερ κινήθηκε αντίστροφα εκκινώντας από την ύπαρξη (είναι) για να αποπειραθεί να συλλάβει ένα έλλογο νόημα (νοείν) για τον κόσμο και τον εαυτό του.

Στο έργο του "Είναι και Χρόνος" τίθεται το ερώτημα για το νόημα του "Είναι" ξεκινώντας ο φιλόσοφος να αναλύει την ανθρώπινη ύπαρξη (Dasein) με σκοπό να κατανοηθεί το ον, η πραγματικότητα. Η φιλοσοφική εκκίνηση πραγματοποιείται μέσω του φιλοσοφικού παρμενίδειου δίπολου Είναι - Μη ον. Το μεταφυσικό ερώτημα  "Γιατί να υπάρχει κάτι αντί για το τίποτα" που απασχόλησε από τις απαρχές τη φιλοσοφία επιβάλλει μια υπόρρητη υπαγωγή στην αρχή του αποχρώντος λόγου. Το Είναι (ον) μπορεί να καταστεί γνωστό μόνο στη βάση ενός προκαταβολικού τίποτα (μη ον). Μόνο σε μια τέτοια περίπτωση είναι δυνατόν να διανοιχτεί εντός μας η προοπτική του παρ-όντος εν τη απουσία του. Ο Χάιντεγγερ, επιπροσθέτως, έχει επίγνωση της αριστοτέλειας θέσης ότι κάθε τι υπαρκτό κατανοείται πάντα μέσα στα όρια του χρόνου που ορίζεται ως ο ορίζοντας κατανόησης του Είναι.

Η φαινομενολογική σκέψη του Χάιντεγγερ τέθηκε και αναπτύχθηκε σε άλλες βάσεις σε σχέση με την πλατωνική ή αριστοτελική οντολογία. Ευθέως ο φιλόσοφος ασκεί πολεμική κριτική στη μεταφυσική και στο "επέκεινα" και θέτει στον σύγχρονο άνθρωπο το ζήτημα της επιστροφής του στο πραγματικό, στο "Είναι",  δηλαδή στη βίωση του εδώ και τώρα και να ορίσει, με βάση αυτό, το νόημα της ζωής του. Ας δούμε πώς αντιστρέφει ο Χάιντεγγερ τα πράγματα. Ενώ οι κλασικοί φιλόσοφοι προσπαθούν να συλλάβουν ένα νόημα έξω από ετούτη τη ζωή, ώστε να  συμπεριλάβουν τα αιτιατά της παρεπόμενα σε αυτό το μεταφυσικό έξωθεν αφήγημα, ο Χάιντεγγερ κάνει το αντίστροφο. Προσπαθεί να συλλάβει την ίδια την "ύπαρξη" μέσα από το ενσυνείδητο ανθρώπινο ον ώστε μέσα από αυτήν να εξάγει ένα νόημα που να την προσδιορίζει και να την "δικαιώνει".

Έτσι, μέσα από το πολύ δυσνόητο έργο του το οποίο κάνει λόγο για επιστροφή στην ελληνική αρχαιότητα όταν η λογική, η φυσική και η ηθική θεώρηση πραγμάτων ήταν μέρη μιας ενιαίας και αδιαίρετης ολότητας που απέρρεε από τη θεσμική συγκρότηση του κοινοτισμού των πόλεων της κλασικής ιδιαίτερα περιόδου. Παρόλο που στην πρώιμη φάση του ο Χάιντεγγερ ανέπτυξε έναν ιδιότυπο αθεϊσμό που πήγασε από την επιρροή του Νίτσε, στα χρόνια της ωριμότητας προσέδεσε την νοσταλγία του στα ομηρικά έπη με την συμβίωση θεών και ανθρώπων, κάτι που διαφαίνεται από την Επιστολή για τον ανθρωπισμό στην οποία τεχνηέντως ισχυρίζεται ότι το "Είναι" καλεί τον άνθρωπο και του αποκαλύπτει κάθε φορά ένα μόνο μέρος του αντικειμενικού του νοήματός του. 

Ας δούμε με ποιο τρόπο ο Χάιντεγγερ μας υποδεικνύει δρόμους και τρόπους ώστε η φιλοσοφία να καταστεί μια βιωματική πορεία, ένας πρακτικός βίος, κάτι που το φανερώνει με αποφατικό τρόπο.

Η σύγχρονη ανθρωπότητα, ισχυρίζεται ο φιλόσοφος, πάσχει από ασθένειες της ψυχής και παθογένειες της σκέψης. Ξεχάσαμε να παρατηρήσουμε ότι είμαστε ζωντανοί και δεν είμαστε σε επαφή καθημερινά με το μυστήριο της ύπαρξης (να είμαστε). Πότε βρίσκουμε τον εαυτό μας; Όταν επικεντρωνόμαστε στον εαυτό μας και είμαστε μόνοι είτε περπατώντας στην ύπαιθρο είτε διαλογιζόμαστε σχετικά με αυτά που κάνουμε σε σχέση με τα πράγματα. Πότε καταφέρνουμε να ξεφύγουμε από το αντίθετο του "Είναι", από το τίποτα (Das Nichts), τον μηδενισμό με την απουσία ουσιαστικού νοήματος; Όταν δεν αντιμετωπίζουμε τον εαυτό μας ως τσακισμένη ψυχή που ζητά παραμυθία από τη θρησκευτική αλογία και τελετή, όταν συνομιλούμε με τον τρόπο που υιοθετεί η ύπαρξή μας για να ορίσει τη φύση, τα όντα, μέσα εκεί αφυπνίζεται το "Είναι", όπως ακριβώς βίωνε τη θέαση του όντος ο Παρμενίδης.

Έχουμε ξεχάσει το γεγονός ότι όλα τα όντα είναι συνδεδεμένα μεταξύ τους. Έχουμε επιλέξει συνήθειες που μας καθιστούν εγωιστές και αποσυνδεδεμένους από το όλον. Η επαφή μας με τη φύση συμβάλλει στην επανασύνδεσή μας με τον αληθινό εαυτό μας, ζώντας την "ύπαρξη" μέσα μας, αυτή μας προσφέρει την καθολική θέα. Μέσα στην αγκαλιά ενός φυσικού τοπίου ή μιας άγριας φυσικής ομορφιάς που προβάλλει σε έναν σπιτικό μας κήπο μπορούμε να αισθανθούμε αλλά και να διαισθανθούμε την Ενότητα του "Είναι", δηλαδή τη βίωση της συνύπαρξής μας με έναν βράχο, ένα φυτό ή λουλούδι, έναν οργιώδη θάμνο, ένα σύννεφο που κλέβει ματιές πίσω από τα ανέμελα φύλλα ενός δέντρου, και όλα αυτά ως μια ένωση στο Κοινό Ον. Τέτοιες στιγμές αποτελούν τη βάση για την υπέρβαση της εξωτερικότητάς μας με τη βύθισή μας μέσα σε αυτό που αγνοούσαμε ότι είμαστε.

Ξεχνάμε να είμαστε ελεύθεροι και να ζούμε για τον εαυτό μας. Ζούμε σε μια ετεροθεσμισμένη κοινωνία που οι κοινωνικές και πολιτικές της συμβάσεις λειτουργούν ως εξωτερικό επικοινωνιακό επίστρωμα επικάλυψης της αυθεντικότητάς μας (προκαταλήψεις, δοσμένα δόγματα, ανασταλτικές για την Ελευθερία φοβίες κλπ). Παραδινόμαστε σε έναν κοινωνικοποιημένο και επιφανειακό τρόπο ύπαρξης που επικαλύπτει τον αληθινό εαυτό μας. 

Η προοπτική και συνειδητοποίηση της ιδέας του θανάτου είναι πολύ σημαντική ώστε να κατανοήσουμε την περατότητά μας, τα όριά μας. Η παρουσία της προοπτικής του θανάτου λειτουργεί ουσιαστικά όπως και η πλατωνική μελέτη του θανάτου. Η χαϊντεγγεριανή ιδέα διαφέρει στο ότι η ιδέα του θανάτου ορίζει το χρονικό διάστημα που είμαστε έγχρονοι και σε πλήρη συνείδηση, στο εδώ και τώρα (εδωνά είναι). Από τη στιγμή που το δικό μας "Είναι" βρίσκεται ανάμεσα στη γέννηση και τον θάνατο. Να η ευκαιρία που μας δίνεται μπροστά μας. Εδώ και τώρα βιώνουμε άμεσα τον παρμενίδειο τρόπο θέασης και έκλαμψης της θεάς-ιδέας που αντανακλάται στην ένυλη ύπαρξη. Όταν η αγωνία και η προοπτική του θανάτου διαχέει το υπόβαθρο των σκέψεων και των πράξεών μας προκαταβολικά λειτουργεί καθαρά επιστρεπτικά με τον συνεχή επανακαθορισμό του τι είμαστε και πώς ακριβώς θα ορίσουμε τον εαυτό μας σε αυτό το συγκεκριμένο διάστημα. Αν σκεφτούμε, αυτό μπορεί να λειτουργήσει και αναδρομικά στη ζωή μας.

Μας ξεκαθαρίζει ο φιλόσοφος ότι μόνο ένας μπορεί να μας λυτρώσει από τον κακό εαυτό μας και τους άλλους, ο αληθινός εαυτός μας, που είναι η μη αφυπνισμένη  μας ύπαρξη και πρέπει να την φέρουμε στο προσκήνιο της συνείδησης εδώ και τώρα. Έτσι, θα γίνουμε αυτό που ανακαλύπτουμε διαρκώς αποβάλλοντας οτιδήποτε "δεν είμαστε". Η μνήμη του θανάτου και των ορίων μας δεν πρέπει να γίνεται παρά μόνο όταν η έννοια αυτή λειτουργεί ως οργανωτική διάταξη των προθέσεων και των επιλογών της βούλησης. Πρόκειται ξεκάθαρα για την φιλήβεια ηδονή του Πλάτωνα, που σοβεί ως το μέτρο εκδήλωσης του απείρου που κομίζουμε μέσα μας στη βάση της περατότητάς μας. Η  παρμενίδεια "ηδονή" που γέννησε η εμφάνιση της θεάς στο παρμενίδειο έργο είναι αυτή ακριβώς η θέαση του κάλλους του όντος, του "Είναι", η φανέρωση της ύπαρξης ένδον. Για αυτό και ο φιλόσοφος Παρμενίδης μετήλθε πολύ λίγα λόγια, σε μορφή ποίησης, ώστε να έχει προτεραιότητα η ύπαρξη σε σχέση με τη γλώσσα, η ψυχική έκχυση νοερής ενέργειας μπροστά στο Κάλλος, τη Συμμετρία και την Αλήθεια που αναβλύζει το "Είναι".

Τέλος, είναι καλό να επισημανθεί ιδιαίτερα ότι πολύ λίγοι έχουν κατανοήσει ότι κάθε ατομικό πρακτικό ή και θεωρητικό σύστημα που εμπνέει και δημιουργεί ένας φθασμένος φιλόσοφος δεν πρέπει να κρίνεται μονοδιάστατα, αλλά να προσεγγίζεται πάντοτε με βάση τα φιλοσοφικά ρεύματα που αποτέλεσαν τη βάση για να δομηθεί και να έχει λειτουργικότητα. Οπότε είναι καλό όσοι ενδιαφέρονται να εφαρμόσουν στην πράξη αυτήν την βιωματική προσέγγιση ώστε να έχει ακόμα πιο θετική επίδραση και ανύψωση της αληθινής ύπαρξης που κρύβεται μέσα τους, να μελετούν και κείμενα της πλατωνικής και αριστοτελικής φιλοσοφίας που πραγματικά διεγείρουν σύγκορμα το ατομικό μας "Είναι", το οποίο αποτελεί τη συμπαντική σταγόνα του ωκεάνιου παντός.