Όταν ο Πυθαγόρας έφθασε εις τον Κρότωνα της νοτίου Ιταλίας, με τους λόγους του έκανε τέτοια εντύπωση που άρχισαν να συρρέουν άνθρωποι από τις γειτονικές χώρες για να τον ακούσουν. Λέγεται πως την πρώτη του δημόσια ομιλία παρακολούθησαν πάνω από 2000 άτομα. Γοητευμένοι από τους λόγους του, οι πρώτοι εκείνοι ακροατές αποφάσισαν να μην επιστρέψουν στις ιδιαίτερες πατρίδες τους αλλά μετά των γυναικών και παιδιών των, να μείνουν κοντά του. Έκτισαν ένα τεράστιο οίκημα ομαδικής διδασκαλίας, που ονόμασαν Ομακοείον. Και αφού απεδέχθησαν ορισμένους Νόμους και παραγγέλματα από τον Πυθαγόρα ως θείες υποθήκες, έξω από τις οποίες τίποτε δεν έκαναν, παρέμειναν με ομόνοια μαζί με το σύνολο των μαθητών επευφημούμενοι και μακαριζόμενοι από τον περίγυρό τους. Τις δε περιουσίες των έθεταν σε κοινή χρήση (κοινά τα των φίλων) και συγκατέλεγαν τον Πυθαγόρα μεταξύ των Θεών.
Εντός της κοινότητος του Ομακοείου ο Πυθαγόρας προετοίμαζε τις ψυχές των ακροατών του με την βοήθεια της μουσικής κι έπαιζε συχνά την λύρα του ψάλλοντας αρχαίους παιάνες και στίχους του Ομήρου και Ησιόδου και δικές του συνθέσεις που χρησιμοποιούσε θεραπευτικά για να καταπραΰνει αρρώστιες τόσο της ψυχής όσο και του σώματος. Όσοι νέοι προσήρχοντο προς εκείνον για να διδαχθούν, τους υπέβαλλε πρώτα σε αυστηρή εξέταση. Ζητούσε να μάθει πώς συμπεριφέρονταν στις συναναστροφές με τους γονείς και λοιπούς συγγενείς. Επίσης ποιες ήταν οι επιθυμίες και οι φίλοι των και η συμπεριφορά που είχαν προς τους φίλους, πως και με ποιόν περνούσαν την ημέρα των, με ποια πράγματα χαιρόντουσαν και με ποια λυπόντουσαν. Εξέταζε ακόμη τα παράκαιρα γέλια, την σιωπή και την περιττή ομιλία των και πρόσεχε το παράστημα, το βάδισμα και την όλη κίνηση, αποβλέποντας από την φυσιογνωμία των νέων και από τα εξωτερικά γνωρίσματα της φύσεως να κάνει φανερά τα αφανή χαρακτηριστικά της ψυχής.
Όσους έκρινε κατάλληλους για να αρχίσουν να διδάσκονται, ο Πυθαγόρας υπέβαλλε σε τριετή απομόνωση, προκειμένου να διαπιστώσει ποια η σταθερότητα και η αληθινή φιλομάθειά τους, κι επιπλέον εάν έχει προετοιμασθεί ικανοποιητικά ο νέος μαθητής ώστε να περιφρονεί τις τιμές. Κατόπιν επερχόταν το στάδιο της πενταετούς σιωπής, προς άσκηση της εγκράτειας, διότι τούτο είναι το δυσκολότερο κάθε εγκράτειας, το να συγκρατείται η γλώσσα. Ταυτόχρονα απείχαν απ' όλες τις έμψυχες τροφές και από μερικές ακόμη τροφές όχι έμψυχες αλλά που εμποδίζουν τον εξαγνισμό και την καθαρότητα του λογισμού. Πίσω από παραπέτασμα άκουγαν τον Πυθαγόρα δίχως να τον βλέπουν, συμμετέχοντας στην διδασκαλία μόνο με την ακοή για πολύ χρόνο, δίδοντας έτσι αποδείξεις των ηθικών στοιχείων του χαρακτήρος των. Κατά το διάστημα ετούτο της δοκιμασίας, τα υπάρχοντά των καθίσταντο κοινά και διδόταν στους εταίρους, τους μαθητές που ήσαν αποδεδειγμένα ικανοί.
Κατά την συνολική διάρκεια της δοκιμαστικής περιόδου, μάθαιναν να απέχουν από τον οίνο, να τρέφονται ελαφρά και να κοιμούνται λίγο, να περιφρονούν την ανθρώπινη δόξα και πλούτο και τα άλλα παρόμοια. Διδασκόντουσαν να δείχνουν ανυπόκριτο σεβασμό προς τους μεγαλύτερους ενώ με τους συνομίληκους να συμβιώνουν κατά όμοιο τρόπο ανεπίπλαστο και φιλόφρονα. Να ενισχύουν τους νεότερους και να τους προτρέπουν σε έργα αγαθά, δίχως φθόνο. Γενικώς να συμπεριφέρονται φίλια μεταξύ των, και ακόμη και προς μερικά από τα άλογα ζώα να συμπεριφέρονται δίκαια και με φυσικότητα. Όσοι εθεωρούντο άξιοι να μετάσχουν των θεωριών του Πυθαγόρα, εφ' όσον εκρίνοντο από την ζωή και την γενικότερη συμπεριφορά των, μετά την πενταετή σιωπή καθίσταντο "εσωτερικοί" και ονομάζονταν εταίροι. Οι εταίροι έβλεπαν τον Πυθαγόρα κατά την διδασκαλία και διδασκόντουσαν μαθηματικά και γεωμετρία.
Όσοι αποδοκιμάζονταν κατά την ακουσματική περίοδο, ελάμβαναν πίσω την περιουσία τους διπλή. Σ' αυτούς σαν να ήταν νεκροί ύψωναν μνήμα οι "Ομάκοοι", κι όταν τους συναντούσαν αργότερα, τους συμπεριφέρονταν σαν να ήταν κάποιοι άλλοι, διότι - έλεγαν - απέθαναν εκείνοι οι συμμαθητές τους, τους οποίους δίδασκαν με την προσδοκία να καταστούν καλοί και αγαθοί μέσω των μαθημάτων. Ανοργάνωτους, ατελείς και στείρους θεωρούσαν εκείνους που παρουσίαζαν δυσκολίες στη μάθηση. Ομοίως νεκρός εθεωρείτο κάποιος, αν μετέδιδε την πυθαγορική διδασκαλία σε αμύητους, δίχως τα κανονικά μαθήματα και δίχως να έχουν τα εφόδια των καταλλήλων θεωρητικών γνώσεων ούτε των μακροχρόνιων πρακτικών καθάρσεως της ψυχής.
Ο Πυθαγόρας δίδασκε πως δεν είναι δίκαιον να προσφέρεται σε όποιους κατά τύχη συναντούν αυτά που με τόσους αγώνες και σπουδή απεκτήθησαν, όπως ούτε τα μυστήρια των Ελευσινίων Θεών αποκαλύπτονται σε αμύητους. Ισόποσα άδικοι και ασεβείς είναι εκείνοι που το πράττουν. Χρειάζεται χρόνος για να απορριφθούν οι ηθικοί ρύποι που είχαν εισχωρήσει εντός των απαίδευτων ψυχών, μέχρι να καταστούν μετά από πολλά έτη ικανές προς αποδοχή των Πυθαγορείων διδαγμάτων. Ο Πυθαγόρας θεωρούσε πως πρέπει με φωτιά και με σίδερο και με κάθε άλλη μέθοδο να καθαρίσουν οι αφύσικες και βαθιά ριζωμένες επιθυμίες, πάθη και κακές έξεις και αφού η ψυχή απαλλαχθεί από όλα εκείνα τα κακά, τότε μόνο είναι δυνατόν να φυτευτεί κάτι χρήσιμο εντός της και να παιδαγωγηθεί. Η καλλιέργεια της ψυχής ήταν λοιπόν άκρως απαραίτητη πριν δεχθεί τους λόγους της φιλοσοφίας.
Ο Πυθαγόρας διέκρινε κι εχώριζε τους μαθητές του αναλόγως με την αξία του καθενός. Αφού δεν είχαν τα ίδια μορφωτικά αγαθά και φύση δεν ήταν δίκαιο να μετέχουν στα ίδια ακροάματα. Μετέδιδε στον καθένα την αναλογούσα μερίδα των λόγων που του ταίριαζε, προσφέροντας την ευεργεσία σε όλους κατά το δυνατόν, τηρώντας όμως την αναλογία της δικαιοσύνης κατά την διδασκαλία. Και άλλους αποκαλούσε Πυθαγορείους, άλλους Πυθαγοριστές (εδώ ο Ιάμβλιχος κάνει σύγκριση με τους χαρακτηρισμούς 'αττικός' και 'αττικιστής'). Και άλλους ανεκήρυξε "γνησίους" κι άλλους θέσπισε να αποκαλούνται "ζηλωτές" εκείνων. Και όρισε να είναι κοινή η περιουσία των Πυθαγορείων και η συμβίωση των να διατηρείται καθ' όλο το χρονικό διάστημα της μαθητείας.
Διακρίνουμε λοιπόν δύο τύπους μαθητών εις το Ομακοείον:
1. Οι μαθητές, που επίσης ονομάζονταν "συνόντες" και ακούοντες ή ακουσματικοί. Αυτοί ήσαν οι "εξωτερικοί" και δεν ήταν γνήσιοι Πυθαγόρειοι (οι μαθηματικοί παρέδιδαν πως οι θεωρίες των ακουσματικών δεν καταγόταν από τον Πυθαγόρα αλλά από τον Ίππασο τον Κροτωνιάτη ή Μεταποντίνο).
Η φιλοσοφία τους είναι ακούσματα δίχως αποδείξεις και αιτιολογήσεις, αλλά εντολές ότι "έτσι πρέπει να πράττωνται". Επεδίωκαν να διαφυλάττουν ως θεϊκά δόγματα όσα άκουγαν να έχει πει ο Πυθαγόρας. Σώφρονες μεταξύ των θεωρούσαν όσους διατηρούσαν στο νου τους τα περισσότερα φιλοσοφικά ακούσματα.
Τα περισσότερα ρητά που διασώζονται ως πυθαγορικά παραγγέλματα ήταν στην πραγματικότητα από το στάδιο διδασκαλίας των ακουσματικών.
2. Oι εταίροι, που επίσης ονομάζονταν γνώριμοι και ομιλούντες ή μαθηματικοί. Αυτοί ήσαν οι "εσωτερικοί" και οι γνήσιοι Πυθαγόρειοι, διακρινόμενοι σε πολιτικούς, οικονομικούς και νομοθετικούς. Καθημερινά υπέβαλλαν τον εαυτό τους σε εξέταση: τι παρέβησα; τι είπα; τι έπρεπε να κάνω και δεν έκανα;
Η φιλοσοφία τους δεν έγινε ποτέ γνωστή αλλά ήταν βέβαιο πως περιελάμβανε εκτεταμένη μελέτη μαθηματικών και γεωμετρίας καθώς εντρυφούσαν στην 'περί των ουρανίων επιστήμη.
πηγές: Ιάμβλιχος, περί του πυθαγορικού βίου
Βικιπαίδεια