Ο Φίχτε ανήκει στη μεγάλη τριάδα του κλασικού γερμανικού ιδεαλισμού μαζί με τον Σέλινγκ και τον Χέγκελ. θεωρείται συνεχιστής του συστήματος του Καντ, το οποίο προσέγγισε από τη σκοπιά του απόλυτου υποκειμενικού ιδεαλισμού.
Εκείνο που απασχόλησε κυρίως τον Φίχτε ήταν το πρόβλημα της σχέσης των ιδεών με τα αντικείμενά τους ένα πρόβλημα γύρω από το οποίο περιστρεφόταν ανέκαθεν η συνεχής διαμάχη του ιδεαλισμού με το ρεαλισμό. Φιλοδοξία του ήταν να δώσει με αυτό τον τρόπο στη φιλοσοφία τη συστηματική ενότητα που της έλειπε.
Το σημείο στο οποίο ο Φίχτε διαφοροποιείται από τους συγχρόνους του είναι η πίστη του στο “Εγώ” και στην υπεροχή αυτού πάνω στον αντικειμενικό κόσμο. Πίστευε ότι η επιστημονική έκθεση απαλλάσσει την αλήθεια από το λάθος, αναδεικνύει μόνη την αλήθεια, χωρίς σφάλματα, και μας «καθιστά θεατές της γέννησης της αλήθειας» .Έθεσε ως πρόβλημα την πρόταση: «το Εγώ τίθεται ως καθορισμένο από το μη-Εγώ» και εξέτασε αν η πρόταση είναι νοητή και υπό ποιες προϋποθέσεις.
Σύμφωνα με τη θεωρία του, το αντικείμενο είναι εκείνο που πρέπει να παραβληθεί και να προσαρμοστεί στο υποκείμενο και όχι το αντίστροφο. Το Εγώ δημιουργεί και τοποθετεί απέναντι του μία ξένη πραγματικότητα, το μη-Εγώ, ή αλλιώς τον εξωτερικό κόσμο, την οποία οφείλει να υποτάξει. Το Εγώ, με άλλα λόγια, αναπτύσσεται στο άπειρο, νικώντας συνέχεια τα εμπόδια που παρουσιάζονται στο πέρασμά του.
Η θεωρία του Φίχτε έρχεται σε αντίθεση με το δογματισμό της παλαιάς φιλοσοφίας, που χαρακτηρίζεται από την αποδοχή της υπεροχής του εξωτερικού κόσμου πάνω στην ανθρώπινη υποκειμενικότητα.
Μια γεύση
«Πνεύμα: Αντιλαμβάνεσαι τα αισθητά αντικείμενα αποκλειστικά ως επακόλουθο ενός προσδιορισμού των εξωτερικών σου αισθήσεων: γνωρίζεις την ύπαρξή τους μόνο μέσω της γνώσης του προσδιορισμού της όρασης, της αφής, κ.λπ. Η δήλωσή σου “Υπάρχουν αντικείμενα έξω από εμένα” υποστηρίζεται από την πρόταση “Βλέπω, ακούω, αγγίζω, κ.λπ”.
Εγώ: Αυτή είναι η θεώρησή μου.
Πνεύμα: Πώς λοιπόν ξέρεις ότι βλέπεις, ακούς. αγγίζεις:
Εγώ: Δεν σε καταλαβαίνω, Η ερώτησή σου είναι παράξενη.
Πνεύμα: θα σε βοηθήσω να την καταλάβεις. Μπορείς να δεις την όρασή σου και να αγγίξεις την αφή σου ;Ή μήπως διαθέτεις μία ιδιαίτερη, ανώτερη αίσθηση μέσω της οποίας αντιλαμβάνεσαι τις εξωτερικές σου αισθήσεις και τους προσδιορισμούς τους;
Εγώ: Καθόλου. Το ότι βλέπω και αγγίζω, και το τι βλέπω και αγγίζω, το γνωρίζω με άμεσο και απλό τρόπο. Το γνωρίζω επειδή απλώς συμβαίνει, χωρίς τη μεσολάβηση κάποιας άλλης αίσθησης. Γι’ αυτό ακριβώς η ερώτησή σου μου φάνηκε παράξενη, επειδή φάνηκε να θέτει αυτή την αμεσότητα της συνείδησης υπό αμφισβήτηση».
[Από το «Ο προορισμός του ανθρώπου»]
πηγή: antikleidi