Λέει ο Ερμείας, σχολιάζοντας τον Πλατωνικό διάλογο "Φαίδρο":
«Μετά την δημιουργική μονάδα, μετά δηλαδή τον ένα και εξηρημένο Ζευς, υπάρχουν οι τρείς Δίες. Ο Ζευς Αρχή, ο Ποσειδών ή ενάλιος Ζεύς και ο Ζεύς καταχθόνιος ή Άδης ή Πλούτωνας, τριάδα δίιος αυτή και υποστασιοποιημένη κάτω από την εξηρημένη εκείνη μονάδα, κάτω από τον πρό των τριών τούτων Δία. Έκαστος δε τούτων κάτω από αυτόν έχει 4 θεούς, έναν ουσιοποιητή που παρέχει το είναι, έναν ζωογόνο που παρέχει την ζωή, έναν φρουρητικό που παρέχει την φρουρά και την άτρεπτη (παρα)μονή και έναν αίτιο της επιστροφής & ανόδου των προϊόντων επι των οικείων τους αρχών. Των 12 αυτών υπερκόσμιων Θεών την ύπαρξη στα κρείττονα γένη στις ψυχές και στον Κόσμο την παρέχει ο Ζεύς, Αρχή της ουσιοποιητικής τριάδας, που ονομάζεται με το ίδιο όνομα της νοητικής & Πηγαίας δίιας μονάδας – αυτός είναι ο νοητικός ή Πηγαίος Ζεύς που όντας ενωμένος με τον θείο νου ή Κρόνο ενέχει θέση διάνοιας για αυτόν-, τους δε άλλους δυο η θεολογία τους αποκαλεί τον μεν Ποσειδώνα τον δε Πλούτωνα. Συντάσσεται δε ο Ζευς - Αρχή της υπερκόσμιας δημιουργικής τριάδας με τα των λοιπών ένδεκα θεών και είναι ο ηγεμών αυτών. Εξ ου και “μέγας ηγεμών εν ουρανώ” προσαγορεύεται.
Οι 12 αυτοί υπερκόσμιοι Θεοί είναι ηγεμόνες όλων των εγκόσμιων θεών – δηλαδή όλων των ουράνιων και των υποσελήνιων, Θεών, Αγγέλων, Δαιμόνων και Ηρώων. Διαιρούνται δε οι 12 υπερκόσμιοι Θεοί σε 6 άρρενες και 6 θήλειες θεότητες. Τιμούνται δε οι 12 υπερκόσμιου Θεοί εν Ολυμπία κατά δυάδα και έχοντας 6 βωμούς – έκαστην δυάδα σε ένα βωμό. Αυτά λέγονται κατά τα πάτρια των Αθηναίων. Των δε 6 υπερκόσμιων θήλεων Θεών οι μεν 3 είναι ζωογόνοι, οι δε 3 επιστρεπτικοί. Εξάρχει δε πάντων των υπερκόσμιων Θεών ο Ζευς Αρχή και η Υπερκόσμια Εστία, ιδίως δε των 6 άρρενων υπερκόσμιων Θεών ο Ζευς Αρχή, των δε 6 θηλέων υπερκόσμιων Θεών η Υπερκόσμια Εστία. Και ο Όμηρος είδες του τρείς αυτούς Δίες, τον εξηρημένο και πρώτο της τριάδας και τον πρώτο της δωδεκάδας, και αυτή την Εστία, το δηλώνει μέσα στα έπη του. “ούτε κάποιος ετόλμησε, να μείνει καθιστός ως επερχόταν, αλλά αντίκρυ του στάθηκαν άπαντες”. Περί δε του ενός και εξηρημένου λέγει Διός ενθά ποιεί τον Ποσειδώνα λέγοντας “τρείς του Κρόνου είμαστε… στον Ζευς δε έλαχε ουρανόν…Και κρατερός ως είναι να μείνει με το τρίτο μοιράδι”. Περί δε των τριών Διών σαφώς λέγει το “γιατί ο Ζευς στον Ωκεανό και στους άμμωμους Αιθίοπες θές έβη για ευωχία, και οι θεοί συνάμα πάντες έποντε. Την δωδέκατη πάλι στον Όλυμπο θα έλθει”, αναφερόμενος στον κατά τρίτη απόσταση του εν τοι δώδεκα Διός, ενώ δια τους “Αιθίοπες” το αφανές παν και νοητό σημαίνει. Ότι δε τα πάντα αυτός ο Ζευς ανάγει επι το νοητό, συνάδοντας τούτο με το “επεται αυτού στρατιά Θεών και Δαιμόνων”.»[1]
Για αυτό και ο Πρόκλος εξηγώντας-θεολογώντας περί των υποστασιοποιήσεων του Διός κατά την πρόοδο της δημιουργίας του λέγει ότι:
«Ο Κρόνος είναι μονάδα της Τιτανικής διακοσμήσεως (Κόσμου) των θεών και ο Ζεύς της δημιουργικής διακοσμήσεως. Ο Ζεύς μάλιστα είναι διττός: είναι, αφενός Πηγαίος, ενεργώντας γενικά στο πλαίσιο της τριάδας των νοητικών Πατέρων και ανελίσσοντας συνδυασμένα το πέρας τους. Αφετέρου, καταριθμείται μεταξύ των γιών του Κρόνου, κληρονομώντας την Κρονική εξουσία και την ηγεσία της τριάδας των αδελφών – αυτός δηλαδή για τον οποίο ο ομηρικός Ποσειδώνας λέει: “Τρείς αδελφοί είμαστε, εκ του Κρόνου” (Ιλιάδα, Ο’, σ. 187). Και ο μεν πρώτος Ζεύς, όντας ο των όλων δημιουργός, είναι ο βασιλέας των πρώτων, των ενδιάμεσων και των τελευταίων. Για αυτό και ο Σωκράτης έλεγε λίγο πιο πριν (στον “Κρατύλο, 396.a–b”) ότι είναι άρχων και βασιλέας των πάντων και η ζωή και η σωτηρία των πάντων έρχονται για τα πάντα δια αυτού. Το να βρίσκεται δηλαδή προ των πάντων δηλώνει τον επικεφαλής των τριών Δία. Ο Ζεύς Αρχή και σύστοιχος των τριών Κρονιδών επιτροπεύει το ένα από τα τρία μέρη των όλων σύμφωνα με το “στα τρία έχουν μοιραστεί τα πάντα”, είναι ο κορυφαίος των τριών και ομώνυμος με τον “Πηγαίο Ζευς”, ενωμένος με αυτόν καλείται ως μονάδα Ζευς, ο δεύτερος καλείται δυαδικώς Ζεύς ενάλιος και Ποσειδώνας. Ο τρίτος καλείται τριαδικώς Ζεύς καταχθόνιος και Πλούτων και Άδης. Ο πρώτος σώζει, δημιουργεί και ζωοποιεί τα πρώτα, ο δεύτερος τα δεύτερα κατά σειρά και ο τρίτος τα τρίτα. Για αυτό λέγεται ότι αυτός αρπάζει την Κόρη, για να καταστήσει έμψυχα μαζί με αυτήν τα πέρατα των πάντων.»[2]
Εξηγεί δε ο Πρόκλος περί των υπερκοσμίων θεών και ειδικά περί της 1η τριάδας αυτών – των 3ων Κρονιδών ή 3ωνυπερκόσμιων δημιουργών ότι:
«Στην δημιουργική τριάδα, που διαιρεί τον Σύμπαντα Κόσμο και κατανέμει την αδιαίρετη και μια καθολική του πρωτίστου, του Πηγαίου, Διός δημιουργία, κορυφαίο σημείο το οποίο έχει τον Λόγο του πατέρα είναι ο Ζευς, που από την ένωσή του με τον καθολικό δημιουργικό νου έτυχε της ίδιας επονομασίας, και για τούτο ακριβώς παραλείπεται στο “Κρατύλο”. Το ενδιάμεσο και συνδετικό των δύο άκρων είναι ο κλήρος του Ποσειδώνα, που πληρούται από την ουσία του Διός και πληροί με τη σειρά του τον Πλούτωνα. Όλης της Δημιουργικής τριάδας πατήρ είναι ο Ζευς, δύναμη ο Ποσειδώνας και νους ο Πλούτωνας. Ενώ όμως όλοι βρίσκονται σε άπασα τα όντα, καθένας λαμβάνει με διαφορετικό τρόπο τον χαρακτήρα της υποστάσεώς του, μιας και ο Δίας υποστασιοποιείται κατά το Είναι/Ουσία, ο Ποσειδώνας κατά την Δύναμη και ο Πλούτωνας κατά τον Νου. Έτσι, και ενώ όλοι είναι αίτιοι της ζωής των πάντων, ωστόσο ο Ζευς είναι ουσιωδώς, ο Ποσειδώνας είναι ζωτικώς και ο Πλούτωνας νοητικώς. Για αυτό και ο Ορφέας λέει ότι οι ακραίοι της τριάδας αυτής μαζί με την Κόρη Περσεφόνη δημιουργούν τα πρώτα και τα έσχατα, ενώ ο μεσαίος και άνευ εκείνης συγκροτεί την γεννητική αιτία από τον δικό του κλήρο. Για τούτο και λέγεται ότι η Κόρη βιάζεται υπό του Διός και αρπάζεται υπό του Πλούτωνος. Για τον ενδιάμεσο λέγεται ότι ο Ποσειδώνας είναι ο αίτιος της κίνησης για τα πάντα, καθώς και για τα ακίνητα. Έτσι καλείται “Εννοσίγαιος”, ως προεξάρχων της κινήσεως, και κατά την διανομή της βασιλείας του Κρόνου του αποδόθηκε ο μεσαίος κλήρος και “ἡ εὐκίνητος θάλασσα”. Μάλιστα στην σύνολη διαίρεση “Δίια μέν ἐστιν τὰ ἀκρότατα, Ποσειδώνια δὲ τὰ μέσα, Πλουτώνια δὲ τὰ ἔσχατα”, είτε στα κέντρα αποβλέψεις κανείς – ανατολή, μεσουράνημα & δύση – είτε τον όλον Κόσμο διαιρέσει – “εἰς τὸ ἀπλανὲς καὶ πλανώμενον καὶ ὑπὸ σελήνην”- είτε στο γενητόν – “εἰς τὸ πύρινον καὶ τὸ χθόνιον καὶ τὸ μεταξύ” – είτε στη γη – “εἰς τὰ ἄκρα αὐτῆς καὶ τὰ μέσα καὶ κοῖλα καὶ τὰ ὑποχθόνια”.[3]
Αφετέρου ότι:
«ο λαχνός και η διανομή τους –το μερίδιο, πρώτα – πρώτα, σε ολόκληρο το σύμπαν είναι το εξής: ο ένας δημιουργεί τις ουσίες (Δίας), ο δεύτερος τις ζωές και τις γενέσεις (Ποσειδώνας) [τα όντα γεννιούνται], και ο τρίτος (Πλούτων) εποπτεύει τις διαιρέσεις σε είδη. Και ο ένας εδραιώνει στον ένα δημιουργό όλα όσα προέρχονται από εκεί, ο άλλος ανακαλεί στην πρόοδο, και ο τελευταίος επιστρέφει τα πάντα σε αυτόν. Δεύτερον, ως προς τα μέρη του σύμπαντος, τα μερίδια τους είναι τα εξής: ο πρώτος κατακοσμεί την του “Ταύτου” και την απλανή περιφορά [βλ. “Τίμαιος, 36.b–c”], ο ενδιάμεσος κατευθύνει τους πλανήτες και κάνει αποτελεσματικές και γόνιμες τις πολύμορφες κινήσεις τους, ενώ ο τελευταίος εποπτεύει τον υποσελήνιο τόπο και τελειοποιεί νοητικά τον χθόνιο Κόσμο. Τρίτον, πάλι, “ἐν τῷ γενητῳ”», ας παρατηρήσουμε αυτές τις τρείς δημιουργικές σειρές, αφού και ο Πλάτων στον “Τίμαιο, 41.α” μνημονεύει τους υιούς του Κρόνου, οι οποίοι βρίσκονται εδώ:
Ο Δίας, λοιπόν, κατέχει την κορυφή των όντων που γεννιούνται και κυβερνά την σφαίρα του πυρός και τον αιθέρα, ο Ποσειδώνας κινεί με όλους τους τρόπους τα ενδιάμεσα και πολυμετάβολα στοιχεία και είναι έφορος κάθε υγρής ουσίας η οποία παρατηρείται στον αήρ και στο ύδωρ, ενώ ο Πλούτων ασκεί την πρόνοια του στην γη και στα μέσα στην γη, και για αυτό αποκαλείται “Χθόνιος Ζεύς”. Τέταρτον, όσον αφορά ολόκληρη τη γη, ο Ζευς έλαβε την κορυφή και όλα τα μέρη που είναι μερίδια των ευδαιμόνων ψυχών, όπως λέει ο Σωκράτης στον “Φαίδωνα, 81.a“, καθώς πολιτεύονται υπό του Διός έξω της γενέσεως. Ο Ποσειδώνας κατέχει τα «κοίλα και τα ύπαντρα» της μέρη, στα οποία προκαλείται η γένεσις και η κίνηση και η πρόκληση των σεισμών, και για αυτό τον αποκαλούν “χθονοσείστη” θεό. Και ο Πλούτωνας κατέχει τα υπό γη, τα ποικίλα ρεύματα και τα ίδια τα Τάρταρα και γενικά τα “δικαιωτήρια” των ψυχών όπως λέει ο Πλάτων στον “Φαίδρο,249.a”. Για αυτό λένε ότι όσες ψυχές δεν κατέβουν “εἰς γένεσιν”, αλλά παραμένουν “ἐν τῷ νοητῷ”, ανήκουν στη δικαιοδοσία του Διός, όσες “ἐν γενέσει” πολιτεύονται[ζουν] ανήκουν στην δικαιοδοσία του Ποσειδώνα, όσες μετά την γένεσιν καθαίρονται ή κολάζονται και περιπλανιούνται “υπό τη γη κατά τη χιλιετή πορεία”, όπως λέγει ο Σωκράτης στην πλατωνική “Πολιτεία, 615.a”, ανήκουν στην δικαιοδοσία του Πλούτωνα. Πέμπτον θα πούμε ότι τα μερίδια τους είναι χωρισμένα και όσον αφορά τα κέντρα του σύμπαντος. Και ο Ζευς έχει το ανατολικό κέντρο, καθώς αυτό έχει λάβει μια σειρά ανάλογη με αυτή του πυρός, ο Ποσειδώνας έχει το ενδιάμεσο, το οποίο ταιριάζει στην ζωογονία και με βάση το οποίο η γένεσις απολαμβάνει τα ουράνια, ενώ ο Πλούτων κατέχει το δυτικό, επειδή και λέμε πως η δύση είναι αντίστοιχη με τη γη, αφού είναι νυχτερινή και υπαίτια του σκοταδιού. Γιατί και η σκιά προέρχεται από τη γη και τη στέρηση του φωτός από τη δύση στην ανατολή.»[4]
Δηλαδή είναι άλλος ο Ζευς που υποστασιοποιείται στην 1η τριάδα των νοητικών θεών (στην Πατρική τριάδα των Πηγαίων Θεών: καθαρος νους ή Κρόνος – νοητική ζωή ή Ρέα, Πηγή της ζωής και κρατήρας των ψυχών – δημιουργός νους ή καθολικός δημιουργός ή Πηγαίος Ζεύς) και ο οποίος είναι υπερούσια, μεθεκτή και αυτοτελής Ενάδα-Αγαθότητα, και άλλος ο Ζευς που υποστασιοποιείται στην 1 τριάδα των υπερκόσμιων Θεών – ο οποίος δεν είναι υπερούσια, μεθεκτή και αυτοτελής Ενάδα-Αγαθότητα αλλά θείος νους και δη υπερκόσμιος νους.
Για αυτό και αναφερόμενος στον μεγάλο, Πηγαίο, Ζευς, ο θείος Πρόκλος λέγει αφενός ότι:
«Η νοητική διακόσμηση των Θεών [5], οριοθετείται εκ των άνω από τον βασιλέα των όλων θείων γενών που έχει την πατρική υπεροχή σε όλους τους νοητικούς θεούς, “τον οποίο Φάνη”, κατά τον Ορφέα (απ. Νο.127), “πρωτογέννητο τον λένε οι μακάριοι Θεοί στον ψηλό Όλυμπο”, και προχωρεί μέσα από τις τρεΙς Νύχτες και τις Ουράνιες υποστάσεις στην Τιτανική γενιά, την πρώτη που διαχώρισε τον εαυτό της από τους πατέρες και άλλαξε τη διαιρετική προστασία των πάντων με την συνεκτική βασιλεία. Εμφανίζεται λοιπόν όλο το γένος το δημιουργικό των Θεών εξ όλων των προαναφερθέντων αρχικών(Αρχές) & βασιλικών(Βασιλείς) αιτιών, απευθείας από τον ένα καθηγημόνα των Τιτανικών διακόσμων – από τον καθαρό & θείο νου ή Πηγαίο Κρόνο, και προ των άλλων δημιουργών ο Ζευς, αφού κλήρωσε το ενιαίο κράτος της σύνολης δημιουργικής σειράς και αφού έφτιαξε και υποστασιοποίησε όλα τα αφανή και εμφανή, νοητικός & Πηγαίος(Πηγή) ο ίδιος κατά την τάξη, προάγοντας όμως τα γένη και τα είδη των όντων στην αισθητή διακόσμηση(διάκοσμο), πλήρης από τους υπέρ(προ) αυτόν θεούς και παραχωρώντας ο ίδιος σε όλους τους εγκόσμιους θεούς που προέρχονται από αυτόν την πρόοδο στο είναι(ύπαρξη). Για τούτο και ο Ορφέας παραδίδει ότι αυτός δημιούργησε σύμπασα την γενιά των ουράνιων Θεών και δημιούργησε τον ήλιο και την Σελήνη και τους άλλους αστρώους θεούς, κι ότι επίσης δημιούργησε τα στοιχεία της υποσελήνιας περιοχής και διευθέτησε τα Είδη, τα οποία προηγουμένως βρίσκονταν σε αταξία, ότι έδωσε υπόσταση σε σειρές(γενεαλογίες) θεών περί όλον τον Κόσμο – στους εγκόσμιους ή αλλιώς στους ουράνιους και στους χόνιους, εξαρτημένες από εκείνον, και θέσπισε για όλους τους εγκόσμιους θεούς τις κατά την αξία τους παροχές από την πρόνοια του σύμπαντος. Ο Όμηρος, επίσης, έρχεται μετά τον Ορφέα και τον εξυμνεί ως “πατέρα” γενικά “θεών και ανδρών”, και “ηγεμόνα“, “βασιλέα” και ”ύπατο των ανωτέρων”[6], λέγοντας ότι περί αυτόν συνάγεται όλο το πλήθος των εγκόσμιων θεών, μένει σε αυτόν και τελειοποιείται υπό αυτόν. Πράγματι, όλοι επιστρέφουν προς αυτόν δια της Θέμιδας.
“Και ο Ζευς διέταξε τη Θέμιδα να καλέσει σε αγορά τους θεούς… κι εκείνη σε όλα τα μέρη πήγε και πρόσταξε να πάνε στου Διός το δώμα”. Συγκεντρώνονται λοιπόν όλοι στη μια και μόνη του Πηγαίου και νοητικού Διός βούληση και γίνονται “Διός ενδόν”[7], όπως λέει το Ομηρικό ποίημα, και ενδόν πάλι κατά τις δύο συστοιχίες τους χωρίζει και τους οδηγεί στην πρόνοια των κατώτερων, ενώ “κλείστηκε” ο ίδιος “στον εαυτό του με τον συνηθισμένο του τρόπο”, κατά τον “Τίμαιο, 42.e” του Πλάτωνα. “Έτσι μίλησε ο Κρονίδης, και πόλεμο σήκωσε ασίγαστο” λέγει ο Όμηρος (Υ’ σ. 31).
Εκείνος βέβαια είναι χωριστός και εφ όλων εξηρημένος των εγκoσμίων. Έτσι, ακόμα και οι πλέον καθολικοί και ηγεμονικοί από τους άλλους θεούς, αν και τρόπο τινά θεωρούνται ισάξιοι του Διός Αρχή λόγω του ότι προήλθαν από τα ίδια αίτια, τον αποκαλούν πατέρα. Πραγματικά, ακόμα και ο Ποσειδώνας και η Ήρα με την προσαγόρευση αυτή τον επευφημούν. Ωστόσο η Ήρα προσπαθεί να δικαιωθεί απέναντί του ως θεά ίδια τάξεως: “Στ’ αλήθεια κι εγώ θεός είμαι, το γένος μου κρατάει απ’ όπου και το δικό σου κι εμένα πρεσβύτατη με γέννησε ο Κρόνος” λέγει η Ομηρική Ήρα. Αλλά και ο Ποσειδώνας: “Τρεις αδερφοί είμαστε, εκ του Κρόνου, που η Ρέα τους έτεκε, ο Ζεύς και εγώ, τρίτος ο Άδης” λέγει ο Ομηρικός Ποσειδών. Παρά ταύτα, και οι δύο τον αποκαλούν πατέρα. Το καθολικό αίτιο, τώρα, καθότι προέλαβε τη μια και αδιαίρετη αιτία της σύνολης δημιουργίας, υπάρχει πριν από την Κρόνια τριάδα – πριν δηλαδή από την τριάδα Ζευς Αρχή – Ζεύς ενάλιος ή Ποσειδών – Ζευς Καταχθόνιος ή Άδης ή Πλούτωνας, αποτελώντας συνεκτικό για τους τρεις πατέρες, και περιέχει πλήρως τη ζωογονία της Ήρας. Εξ ου και με την εμψύχωση εκείνης, αυτός μαζί με τους άλλους έδωσε υπόσταση στο σύμπαν και στις ψυχές. Είναι λογικό λοιπόν να λέμε ότι και ο μέγιστος δημιουργός του “Τίμαιου” είναι ο Πηγαίος και νοητικός Ζευς. Αυτός άλλωστε δημιουργεί και τους εγκόσμιους νόες και τις ψυχές. Πραγματικά, αυτός είναι που διακοσμεί τα σώματα με τα σχήματα και τους αριθμούς και τους εμβάλει τη μια ένωση και φιλία ως ακατάλυτο δεσμό. Τέτοιες εξάλλου είναι και οι συμβουλές που δίνει η Νύχτα στον Ζευς σχετικά με τη δημιουργία του σύμπαντος, όπως λέει ο Ορφέας (απ. Νο.122): “Δεσμό ισχυρό στα πάντα να απλώσεις”.
Ο δεσμός αφορά τα εγκόσμια, ο πιο κοντινός είναι αυτός που αποτελεί μια αναλογία, ο πιο τέλειος συνδέεται με τον νου και την ψυχή. Για αυτό και ο “Τίμαιος” ονομάζει “δεσμά” τη μέσω της αναλογίας σύνδεση των στοιχείων και την ακατάλυτη ένωση από τη ζωή. “Τα ζωντανά όντα γεννήθηκαν αφού δέθηκαν με έμψυχα δεσμά” λέγεται στον “Τίμαιο, 38.e”. Ακόμα πιο σεβαστός δεσμός είναι αυτός που προέρχεται από τη δημιουργική βούληση. “Γιατί με τη δική μου βούληση διαθέτετε δεσμό πολύ μεγαλύτερο και στερεότερο από εκείνους” λέγει προς τους εγκόσμιους θεούς. Αυτή λοιπόν τη σύλληψη του μέγιστου Διός, “σαν από σταθερά πιασμένο παλαμάρι”, ότι είναι δημιουργός και πατέρας του σύμπαντος αυτού, ότι είναι Νους αμέθεκτος και παντελής και ότι πληρεί τα πάντα με όλα τα άλλα αγαθά και κυρίως με τη ζωή, ας το θεωρήσουμε όπως ο Σωκράτης ότι αποκαλύπτει μέσα από τα ονόματα τη μυστική αλήθεια για τον θεό αυτό.»[8]
Αφετέρου ότι:
«Το αμέριστο της ενέργειας των θεών η ψυχή μας το γνωρίζει μεριστά, και το ενιαίο πεπληθυσμένως, και τούτο συμβαίνει κατεξοχήν σχετικά με τον δημιουργό, το ένα και μοναδικό όνομα του οποίου προφέρουμε ως λόγο, αυτόν που εξαπλώνει τα νοητικά είδη και προκαλεί της νοητές αιτίες τις οποίες ανελίσσει προς την δημιουργία του σύμπαντος. Ο Πλάτων στον “Παρμενίδη, 146.a” τον χαρακτηρίζει βάσει της ταυτότητας και της ετερότητας, και, σύμφωνα με τον ποιητή (Ιλιάδα Ω’ 527), έχει δυο πίθους, ενώ η μυστικότατη παράδοση και οι των Θεών “Χρησμοί” λένε, “κάθονται κοντά του ως δυάδα” και συνεχίζει: “Με δυο δυνάμεις όπου με τον νου κατέχει τα νοητά και κατευθύνει την αίσθηση στους Κόσμους”. Τι πρέπει να λέμε λοιπόν; Εξ αυτού τον προσαγορεύει “δυο φορές επέκεινα” και “δυο φορές εκεί”, και γενικά τον επευφημεί μέσα από την δυάδα. Πραγματικά, καθετί το γόνιμο και υποστατικό στα εγκόσμια ο δημιουργός το συμπεριλαμβάνει εκ των προτέρων και ενοειδώς. Εύλογα λοιπόν και το όνομα του είναι διττό, όπου το “Δίας” δηλώνει την αιτία “δια” της οποίας έγιναν τα πάντα, που είναι η πατρική του αγαθότητα, ενώ το “Ζήνας” τη “ζωογονία” των πραγμάτων που τις πρώτες αιτίες τους μέσα στο σύμπαν ο δημιουργός συμπεριέλαβε εκ των προτέρων ενοειδώς. Το ένα όνομα είναι σύμβολο της Κρονικής και πατρικής σειράς, το δε άλλο της ζωογόνου Ρέας και της μητρικής, και σαν να υποδέχτηκε εντός του όλο τον Κρόνο ουσιοποιεί την τριπλή ουσία, αμέριστη, μέση και μεριστή.
Σύμφωνα τώρα με την εντός του Ρέα, είναι πηγή τριπλής ζωής, νοητικής, ψυχικής και σωματικής. Με τις δημιουγικές δυνάμεις και ενέργειες του ειδοποιεί(μορφοποιεί) και διευθετεί τα παραπάνω, είναι άρχοντας και βασιλέας των πάντων, διακρινόμενος από τους τρείς δημιουργούς. Αυτοί, δηλαδή, μοίρασαν την εξουσία του πατέρα, όπως λέει ο Σωκράτης του “Γοργία, 523.a” και ο Ζευς μεμιάς βασιλεύει επί των τριών αδιαιρέτως και κυβερνά ενιαίως. Είναι λοιπόν αίτιος της πατρικής τριάδος και σύμπασας της δημιουργίας, συνεκτικός των τριών δημιουργών, βασιλέας μεν κατά το ότι συντάσσεται στην πλευρά των πατέρων, και άρχοντας κατά το ότι είναι εγκατεστημένος υπεράνω και εγγύς της δημιουργικής τριάδος, περιέχοντας ενιαία την αιτία. Το διττό του ονόματός του φανερώνει ότι οι εικόνες δέχονται μεριστώς τις ενιαίες αιτίες των υποδειγμάτων και ότι είναι συγγενικό προς αυτό που προθέτει του εαυτού του την νοητική δυάδα. Εξάλλου, ο Ζευς υποστασιοποιεί διττούς διακόσμους, τον ουράνιο και τον υπερουράνιο, εξ ου και ο θεολόγος Ορφέας (απ. Νο.116) λέει ότι το σκήπτρο του “είναι είκοσι τεσσάρων μέτρων”, καθώς είναι άρχοντας δύο δωδεκάδων θεών».[9]
Υ.Γ Να επισημανθεί ότι όλοι οι Θεοί-Ενάδες στην ορφικοπυθαγόρεια-πλατωνική θεολογία (ελληνική θεολογία) είναι αιώνιοι, αγέννητοι και ίσοι μεταξύ τους, ενώ η δράση τους ποικίλλει ή αλλάζει κάθε φορά που δομούν κόσμους.
_____________________________
[1] Βλ. Ερμείας, «Σχόλια στον πλατωνικό Φαίδρο, 136.25 – 138.11» :
In Platonis Phaedrum scholia 136.25 ` to In Platonis Phaedrum scholia 138.11 Ημεῖς οὖν οὕτω λέγομεν κατακολουθοῦντες Πλάτωνι καὶ τοῖς θεολόγοις· μετὰ τὴν μονάδα τὴν δημιουργικὴν τὸν ἕνα καὶ ἐξῃρημένον Δία, τρεῖς εἰσι Δίες· Ζεὺς, Ποσειδῶν, Πλούτων, τριάς τις αὕτη δίιος μετὰ τὴν ἐξῃρημένην ἐκείνην μονάδα τὸν πρὸ τῶν τριῶν τούτων Δία. Ἕκαστος δὲ τούτων τῶν τριῶν τέσσαρας ὑφ᾽ ἑαυτὸν ἔχει θεοὺς, τὸν μέν τινα τὸ εἶναι παρέχοντα, τὸν δὲ ζῆν, τὸν δὲ φρουρᾶς καὶ τῆς ἀτρέπτου μονῆς αἴτιον φρουρητικόν τινα θεὸν, τὸν δὲ τῆς ἐπιστροφῆς καὶ τοῦ τὰ προιόντα ἐπὶ τὰς οἰκείας ἀρχὰς ἀνατείνεσθαι αἴτιον· ὡς εἶναι τρεῖς μὲν αἰτίους τοῦ εἶναι τοῖς πᾶσι καὶ ὑφεστάναι καὶ σώμασι καὶ ψυχαῖς καὶ νοῖς, τρεῖς δὲ τοῦ ζῆν, τρεῖς δὲ τοῦ φρουρεῖσθαι καὶ ἄτρεπτα μένειν, τρεῖς δὲ τοῦ ἐπιστρέφειν ἐπὶ τὰς οἰκείας ἀρχάς· ὡς γίνεσθαι τρὶς τέσσαρας δώδεκα, τέλειόν τι μέτρον καὶ πᾶν πλῆθος θεῶν· καὶ γὰρ ὁ ἀριθμὸς οὗτος ὁ δωδέκατος ἐκ τῶν ἀριθμῶν τοῦ τε τρίτου ὄντος τελείου καὶ τοῦ τετάρτου ὄντος γονίμου πολλαπλασιασθέντων καὶ συγκερασθέντων ἀποκυίσκεται. Τῶν οὖν ἐν τοῖς δώδεκα θεοῖς τριῶν τῶν τὸ εἶναι παρεχόντων ὁ πρῶτός ἐστι Ζεύς· ὥσπερ γὰρ μετὰ τὴν πρώτην καὶ ἐξῃρημένην μονάδα τὴν δίιον ἐν τῇ ἑξῆς τριάδι πάσῃ οὔσῃ διίᾳ ὁ πρώτιστος τῶν τριῶν τῷ τοῦ Διὸς ὀνόματι προσαγορεύεται, τῶν δὲ ἄλλων ἐνήλλαξε τὰ ὀνόματα ἡ θεολογία, τὸν μὲν Ποσειδῶνα, τὸν δὲ Πλούτωνα καλέσασα· οὕτως τῶν δώδεκα θεῶν ὄντων πάντων διίων ὁ πρώτιστος αὐτῶν τῷ τοῦ Διὸς ὀνόματι προσαγορεύεται· συντεταγμένος δὲ ὢν τοῖς λοιποῖς ἕνδεκα ἡγεμονικὴν ἔχει ὡς ἐν συντε ταγμένοις τάξιν. Διὸ καὶ <μέγας ἡγεμὼν ἐν οὐρανῷ> προσαγορεύεται. Οἱ δὲ δώδεκα οὗτοι ἡγεμόνες εἰσὶ τῶν λοιπῶν πάντων καὶ θεῶν τῶν ἐγκοσμίων καὶ ἀγγέλων καὶ πάντων τῶν λοιπῶν γενῶν ἅπερ διὰ τοῦ δαιμονίου ἐσήμηνεν ὁ φιλόσοφος. Διαιροῦνται δὲ οἱ δώδεκα οὗτοι εἰς ἓξ ἄρρενας καὶ ἓξ θηλείας· οὕτω γὰρ καὶ ἐν Ὀλυμπίᾳ ἐτιμῶντο ἓξ ἔχοντες βωμοὺς καὶ κατὰ δυάδα τιμώμενοι. Ταῦτα δὲ καὶ ὡς ἀπὸ τῶν πατρίων τῶν Ἀττικῶν λέγει ὁ φιλόσοφος. Καὶ τῶν ἓξ ἀρρένων οἱ μὲν τρεῖς εἰσι δημιουργικοὶ, οἱ δὲ τρεῖς φρουρητικοί· τῶν δὲ ἓξ θηλειῶν αἱ μὲν τρεῖς ζωογόνοι, αἱ δὲ τρεῖς ἐπιστρεπτικαί. Ἐξάρχει δὲ πάντων μὲν ὁ Ζεὺς καὶ ἡ Ἑστία, ἰδίως δὲ τῶν μὲν ἀρρένων ὁ Ζεὺς, τῶν δὲ θηλειῶν ἡ Ἑστία. Ὅτι δὲ καὶ Ὅμηρος οἶδε τοὺς τρεῖς τούτους Δίας τόν τε ἐξῃρημένον καὶ τὸν πρῶτον ἐν τοῖς τρισὶ καὶ τὸν πρῶτον ἐν τοῖς δώδεκα, καὶ αὐτὴν τὴν Ἑστίαν θεὸν, δηλοῖ διὰ τῶνδε τῶν ἐπῶν· οὐδέ τις ἔτλη μεῖναι ἐπερχόμενον, ἀλλ᾽ ἀντίοι ἔσταν ἅπαντες· περὶ δὲ τοῦ ἑνὸς καὶ ἐξῃρημένου λέγει Διὸς ἔνθα ποιεῖ τὸν Ποσειδῶνα λέγοντα· τρεῖς γάρ τοι Κρόνου ἐσμέν … Ζεὺς δ᾽ <ἔλαχ᾽> οὐρανόν … καὶ κρατερός περ ἐὼν μενέτω τριτάτῃ ἐνὶ μοίρῃ· περὶ δὲ τῶν τριῶν Διῶν σαφῶς λέγει ἔνθα τό· δωδεκάτῃ δέ τοι αὖθις ἐλεύσεται Οὐλυμπόνδε· καὶ Ζεὺς γὰρ ἐς Ὠκεανὸν μετ᾽ ἀμύμονας Αἰθιοπῆας, περὶ τοῦ κατὰ τρίτην ἀπόστασιν τοῦ ἐν τοῖς δώδεκα Διὸς λέγει, διὰ τοῦ Αἰθιοπῆας τὸ ἀφανὲς πᾶν καὶ νοητὸν σημαίνων. Ὅτι δὲ πάντα οὗτος ὁ Ζεὺς ἀνάγει ἐπὶ τὸ νοητὸν, ὧδε συνῳδὰ τούτῳ καὶ Πλάτων λέγει· τῷ δ᾽ <ἕπεται στρατιὰ θεῶν τε καὶ δαιμόνων>.
[2] Βλ. Πρόκλος «σχόλια εις τον Κρατύλο του Πλάτωνος εκλογαί χρήσιμοι, 148.1 – 148.25»:
in Cra 148.1 ` to in Cra 148.25 Ὅτι ὁ μὲν Κρόνος τῆς Τιτανικῆς διακοσμήσεως τῶν θεῶν ἐστι μονάς, ὁ δὲ Ζεὺς τῆς δημιουργικῆς. διττὸς δ᾽ οὗτος, ὁ μὲν ἐξῃρημένος καὶ τῷ Κρόνῳ συνταττόμενος, πηγαῖος ὢν καὶ ὅλως εἰς τὴν τριάδα τῶν νοερῶν πατέρων τελῶν καὶ τὸ πέρας αὐτῶν συνελίσσων· ὁ δὲ τοῖς Κρονίδαις συναριθμούμενος καὶ τὴν Κρονικὴν ἀκρότητα καὶ τὴν ἀρχὴν ἐν τῇ τριάδι ταύτῃ κληρωσάμενος, περὶ οὗ λέγει καὶ ὁ Ὁμηρικὸς Ποσειδῶν (O 187). <τρεῖς γάρ τ᾽ ἐκ Κρόνου εἰμὲν ἀδελφεοί>· καὶ ὁ μὲν πρῶτος Ζεύς, ἅτε ὅλων ὢν δημιουργός, πρώτων τε καὶ μέσων καὶ τελευταίων βασιλεύς ἐστιν· περὶ οὗ καὶ ὁ Σωκράτης ἔναγχος (p 396a-b) ἔλεγεν ὅτι ἐστὶν ἄρχων τε καὶ βασιλεὺς τῶν πάντων, καὶ ὅτι πᾶσιν ἡ ζωὴ δι᾽ αὐτοῦ ἐστιν καὶ ἡ σωτηρία· τὸ γὰρ πᾶσιν προκείμενον τὸν πρὸ τῶν τριῶν δηλοῖ Δία. ὁ δὲ ἀρχικὸς Ζεὺς καὶ σύστοιχος τῶν τριῶν Κρονιδῶν τὴν τρίτην ἐπιτροπεύει μοῖραν τῶν ὅλων κατὰ τὸ <τριχθὰ δὲ πάντα δέδασται> (Hom. O 189), καὶ ἔστιν ἀκρότατος τῶν τριῶν καὶ ὁμώνυμος τῷ πηγαίῳ καὶ ἡνωμένος αὐτῷ καὶ καλεῖται μοναδικῶς Ζεύς· ὁ δὲ δεύτερος δυαδικῶς καλεῖται Ζεὺς ἐνάλιος καὶ Ποσειδῶν. ὁ δὲ τρίτος τριαδικῶς Ζεύς τε καταχθόνιος καὶ Πλούτων καὶ Ἅιδης. καὶ ὁ μὲν πρῶτος τὰ ἀκρότατα σῴζει καὶ δημιουργεῖ καὶ ζωοποιεῖ, ὁ δὲ δεύτερος τὰ δεύτερα, ὁ δὲ τρίτος τὰ τρίτα· διὸ καὶ ἁρπάζειν λέγεται τὴν Κόρην οὗτος, ἵνα μετ᾽ αὐτῆς τὰ πέρατα ψυχώσῃ τῶν ὅλων.
[3] Βλ. Πρόκλος «σχόλια εις τον Κρατύλο του Πλάτωνος εκλογαί χρήσιμοι, 150.1 – 150.33» :
in Cra 150.1 ` to in Cra 150.33 Ὅτι τῆς δημιουργικῆς τριάδος τῆς διελομένης τὸν σύμπαντα κόσμον καὶ τὴν ἀδιαίρετον καὶ μίαν καὶ ὅλην τοῦ πρωτίστου Διὸς δημιουργίαν κατανειμαμένης, τὸ μὲν ἀκρότατόν ἐστιν καὶ πατρὸς ἔχον λόγον ὁ Ζεύς, ὃς δὴ διὰ τὴν πρὸς τὸν ὅλον δημιουργικὸν νοῦν ἕνωσιν τῆς αὐτῆς ἐπωνυμίας τυχὼν παρεῖται νῦν (p 402d) τῷ Πλάτωνι διὰ τοῦτο αὐτό· τὸ δὲ μέσον καὶ συνδετικὸν ἀμφοῖν τοῖν ἄκροιν ὁ Ποσειδῶν ἐκληρώσατο, πληρούμενος μὲν ἀπὸ τῆς τοῦ Διὸς οὐσίας, πληρῶν δὲ τὸν Πλούτωνα. ἔστιν γὰρ τῆς ὅλης ταύτης τριάδος πατὴρ μὲν ὁ Ζεύς, δύναμις δ᾽ ὁ Ποσειδῶν, νοῦς δ᾽ ὁ Πλούτων. πάντων μὲν ἐν πᾶσιν ὄντων, ἄλλου δὲ κατ᾽ ἄλλο τὸν χαρακτῆρα δεχομένου τῆς ὑποστάσεως· ἐπεὶ καὶ ὁ μὲν Ζεὺς κατὰ τὸ εἶναι ὑφέστηκεν. ὁ δὲ Ποσειδῶν κατὰ τὴν δύναμιν, ὁ δὲ Πλούτων κατὰ τὸν νοῦν· καίτοι ζωῆς πάντων αἴτιοι πάντες, ἀλλ᾽ ὁ μὲν οὐσιωδῶς ὁ δὲ ζωτικῶς ὁ δὲ νοερῶς. ὅθεν καὶ ὁ <θεολόγος> (frg 186) τοὺς μὲν ἄκρους μετὰ τῆς Κόρης φησὶ τά τε πρῶτα καὶ τὰ ἔσχατα δημιουργεῖν, τὸν δὲ μέσον καὶ ἄνευ ἐκείνης, ἀπὸ τοῦ σφετέρου κλήρου τὴν γεννητικὴν αἰτίαν συντάξαντα· διὸ καὶ φασὶν τὴν Κόρην ὑπὸ μὲν τοῦ Διὸς βιάζεσθαι, ὑπὸ δὲ τοῦ Πλούτωνος ἁρπάζεσθαι. τὸν δὲ μέσον φασὶν αἴτιον εἶναι κινήσεως ἅπασιν, ὡς καὶ αὐτοῖς τοῖς ἀκινήτοις· διὸ καὶ Ἐννοσίγαιος καλεῖται, ὡς κινήσεως ἐξάρχων, καὶ ἐν τοῖς κληρουμένοις τὴν τοῦ Κρόνου βασιλείαν ὁ μέσος κλῆρος καὶ ἡ εὐκίνητος θάλασσα αὐτῷ ἀνάκειται. κατὰ πᾶσαν οὖν διαίρεσιν Δίια μέν ἐστιν τὰ ἀκρότατα, Ποσειδώνια δὲ τὰ μέσα, Πλουτώνια δὲ τὰ ἔσχατα, κἂν εἰς τὰ κέντρα ἀποβλέψειας, οἷον τὸ ἀνατέλλον τὸ μεσουρανοῦν τὸ δῦνον, κἂν τὸν ὅλον κόσμον διαιρῇς, οἷον εἰς τὸ ἀπλανὲς καὶ πλανώμενον καὶ ὑπὸ σελήνην, κἂν τὸ γενητόν, εἰς τὸ πύρινον καὶ τὸ χθόνιον καὶ τὸ μεταξύ· κἂν τὴν γῆν, εἰς τὰ ἄκρα αὐτῆς καὶ τὰ μέσα καὶ κοῖλα καὶ τὰ ὑποχθόνια· πανταχοῦ γὰρ ἡ τριὰς αὕτη κατενείματο τοῖς δημιουργικοῖς ὅροις τὰς πρώτας καὶ μέσας καὶ τελευταίας τῶν δημιουργημάτων διαφοράς.
[4] Βλ. Πρόκλος «Περί της κατά Πλάτωνα Θεολογίας, βιβλίο ς’, 45.16 – 47.23»
[6] <ὕπατε κρειόντων> = βασιλεῦ βασιλευόντων. (Βλ. Ησύχιου Λεξικό).
[7] δηλ. έρχονται εν τω Διί.
[8] Βλ. Πρόκλος «σχόλια εις τον Κρατύλο του Πλάτωνος εκλογαί χρήσιμοι, 99.1 – 99.83» :
in Cra 99.1 ` to in Cra 99.83 Τῆς τοίνυν νοερᾶς τῶν θεῶν διακοσμήσεως ἄνωθεν μὲν ὁριζομένης τῷ βασιλεῖ τῶν ὅλων θείων γενῶν καὶ πατρικὴν ἔχοντι πρὸς πάντας τοὺς νοεροὺς ὑπεροχήν, <ὅν τε Φάνητα> φησὶν <Ὀρφεύς> (frg 127), <πρωτόγονον μάκαρες κάλεον κατὰ μακρὸν Ὄλυμπον>, προϊούσης δὲ διά τε τῶν τριῶν Νυκτῶν καὶ τῶν Οὐρανίων ὑποστάσεων εἰς τὴν Τιτανικὴν γενεάν, ἣ πρώτη τῶν πατέρων ἑαυτὴν διέκρινεν καὶ τῆς συνοχικῆς βασιλείας τὴν διαιρετικὴν ἠλλάξατο τῶν ὅλων προστασίαν· [καὶ] ἀναφαίνεται πᾶν τὸ δημιουργικὸν τῶν θεῶν γένος ἀπὸ πάντων μὲν τῶν προειρημένων ἀρχικῶν αἰτίων καὶ βασιλικῶν, προσεχῶς δ᾽ ἀπὸ τοῦ ἑνὸς τῶν Τιτανικῶν διακόσμων ἡγεμόνος καὶ πρὸ τῶν ἄλλων δημιουργῶν ὁ Ζεύς, τὸ ἑνιαῖον κράτος τῆς ὅλης δημιουργικῆς σειρᾶς κληρωσάμενος καὶ τά τε ἀφανῆ πάντα καὶ τὰ ἐμφανῆ παράγων καὶ ὑφιστάς, νοερὸς μὲν αὐτὸς ὑπάρχων κατὰ τὴν τάξιν, τὰ δ᾽ εἴδη τῶν ὄντων καὶ τὰ γένη προάγων εἰς τὴν τῶν αἰσθητῶν διακόσμησιν, καὶ τῶν μὲν ὑπὲρ ἑαυτὸν θεῶν πεπληρωμένος, τοῖς δ᾽ ἐγκοσμίοις πᾶσιν ἀφ᾽ ἑαυτοῦ τὴν εἰς τὸ εἶναι πρόοδον παρέχων. διὸ δὴ καὶ <Ὀρφεὺς> (frg 127) δημιουργοῦντα μὲν αὐτὸν τὴν οὐρανίαν πᾶσαν γενεὰν παραδίδωσιν καὶ ἥλιον ποιοῦντα καὶ σελήνην καὶ τοὺς ἄλλους ἀστρῴους θεούς, δημιουργοῦντα δὲ τὰ ὑπὸ σελήνην στοιχεῖα καὶ διακρίνοντα τοῖς εἴδεσιν ἀτάκτως ἔχοντα πρότερον, σειρὰς δ᾽ ὑφιστάντα θεῶν περὶ ὅλον τὸν κόσμον εἰς αὐτὸν ἀνηρτημένας καὶ διαθεσμοθετοῦντα πᾶσι τοῖς ἐγκοσμίοις θεοῖς τὰς κατ᾽ ἀξίαν διανομὰς τῆς ἐν τῷ παντὶ προνοίας. καὶ <Ὅμηρος> δ᾽ ἑπόμενος Ὀρφεῖ <πατέρα> μὲν αὐτὸν ἀνυμνεῖ κοινῇ <θεῶν τε καὶ ἀνθρώπων> καὶ <ἡγεμόνα> καὶ <βασιλέα> καὶ <ὕπατον κρειόντων>, καὶ περὶ αὐτὸν συνάγεσθαί φησι πᾶν τὸ πλῆθος τῶν ἐγκοσμίων θεῶν καὶ ἐν αὐτῷ μένειν καὶ ὑπ᾽ αὐτοῦ τελειοῦσθαι· καὶ γὰρ ἐπιστρέφειν πάντας πρὸς αὐτὸν διὰ τῆς Θέμιδος· <Ζεὺς δὲ Θέμιστα κέλευσε θεοὺς ἀγορήνδε καλέσσαι ……………… ἡ δ᾽ ἄρα πάντῃ φοιτήσασα κέλευσε Διὸς πρὸς δῶμα νέεσθαι> (Υ 4sqq )· καὶ ἀγείρονται πάντες κατὰ τὴν μίαν τοῦ Διὸς βούλησιν καὶ γίνονται <Διὸς ἔνδον>, ὥς φησιν ἡ <ποίησις> (Υ 13), καὶ διακρίνει πάλιν ἔνδον αὐτοὺς κατὰ τὰς δύο συστοιχίας καὶ εἰς τὴν πρόνοιαν ἀνεγείρει τῶν δευτέρων, <μένων> αὐτὸς <ἐν τῷ ἑαυτοῦ κατὰ τρόπον ἤθει> κατὰ τὸν <Τίμαιον> ( p 42e )· <ὣς ἔφατο Κρονίδης, πόλεμον δ᾽ ἀλίαστον ἔγειρεν> (Υ 31)· χωριστὸς δ᾽ ἐστὶν ἐκεῖνος καὶ ἀφ᾽ ὅλων ἐξῃρημένος τῶν ἐγκοσμίων· ὅθεν καὶ οἱ τῶν ἄλλων θεῶν ὁλικώτατοι καὶ ἡγεμονικώτατοι, καίτοι δοκοῦντες ἰσάξιοί πως εἶναι τῷ Διῒ διὰ τὴν ἀπὸ τῶν αὐτῶν αἰτίων πρόοδον, πατέρα καλοῦσιν αὐτόν· καὶ γὰρ ὁ Ποσειδῶν καὶ ἡ ῞Ηρα διὰ ταύτης αὐτὸν τῆς προσρήσεως ἀνευφημοῦσιν· καίτοι καὶ ἡ ῞Ηρα δικαιολογεῖται πρὸς αὐτὸν ὡς τῆς αὐτῆς οὖσα τάξεως· <καὶ γὰρ ἐγὼ θεός εἰμι, γένος δέ μοι ἔνθεν ὅθεν σοί, καί με πρεσβυτάτην τέκετο Κρόνος> (Δ 58 sq)· ἀλλὰ καὶ ὁ Ποσειδῶν· <τρεῖς γάρ τ᾽ ἐκ Κρόνου εἰμὲν ἀδελφεοί, οὓς τέκετο Ῥέα, Ζεὺς καὶ ἐγώ, τρίτατος δ᾽ Ἀίδης> (Ο 187)· ἀλλὰ ὅμως πατὴρ ὑπ᾽ ἀμφοῖν προσαγορεύεται. τὸ δ᾽ αἴτιον, ὅτι πάσης τῆς δημιουργίας τὴν μίαν καὶ ἀμέριστον αἰτίαν προείληφεν, καὶ ἔστι πρὸ τῆς Κρονίας τριάδος καὶ τῶν τριῶν πατέρων συνοχεύς, καὶ τὴν τῆς ῞Ηρας ζωογονίαν περιέχει πανταχόθεν· ὅθεν δὴ καὶ ψυχούσης ἐκείνης τὸ πᾶν αὐτὸς μετὰ τῶν ἄλλων καὶ τὰς ψυχὰς ὑφίστησιν. εἰκότως οὖν καὶ τὸν ἐν <Τιμαίῳ> δημιουργὸν τὸν μέγιστον εἶναι Δία φαμέν· αὐτὸς γάρ ἐστιν ὁ καὶ τοὺς νοῦς παράγων τοὺς ἐγκοσμίους καὶ τὰς ψυχάς. καὶ μὴν καὶ ὁ τὰ σώματα πάντα τοῖς τε σχήμασι καὶ τοῖς ἀριθμοῖς διακοσμῶν καὶ μίαν ἕνωσιν καὶ φιλίαν αὐτοῖς ἄλυτον καὶ δεσμὸν ἐντιθεὶς οὗτός ἐστιν. τοιαῦτα γὰρ καὶ παρὰ τῷ <Ὀρφεῖ> (frg 122) συμβουλεύει τῷ Διῒ περὶ τῆς τοῦ παντὸς δημιουργίας ἡ Νύξ· <αὐτὰρ ἐπὴν δεσμὸν κρατερὸν περὶ πᾶσι τανύσσῃς>· δεσμὸς δὲ τῶν ἐγκοσμίων, προσεχὴς μὲν ὁ διὰ τῆς ἀναλογίας, τελειότερος δ᾽ ὁ παρὰ τοῦ νοῦ καὶ τῆς ψυχῆς· διὸ καὶ ὁ <Τίμαιος> (p 31c) τήν τε διὰ τῆς ἀναλογίας κοινωνίαν τῶν στοιχείων δεσμὸν προσείρηκεν καὶ τὴν ἀπὸ τῆς ζωῆς ἀδιάλυτον ἕνωσιν· <δεσμοῖς γὰρ ἐμψύχοις δεθέντα τὰ ζῷα ἐγεννήθη>, φησίν (p 38e). τούτων δ᾽ ἔτι σεμνότερος δεσμὸς ἀπὸ τῆς δημιουργικῆς ὑπάρχει βουλήσεως· <τῆς ἐμῆς>, φησί (p 41b), <βουλήσεως μείζονος ἔτι καὶ κυριωτέρου δεσμοῦ λαχόντες ἐκείνων>. ταύτης τοίνυν τῆς ἐννοίας περὶ τοῦ μεγίστου Διὸς ὥσπερ <ἀσφαλοῦς ἐχόμενοι πείσματος>, ὅτι δημιουργός ἐστιν καὶ πατὴρ τοῦδε τοῦ παντὸς καὶ ὅτι νοῦς ἀμέθεκτος παντελὴς καὶ ὅτι πάντα πληροῖ τῶν τ᾽ ἄλλων ἀγαθῶν καὶ τῆς ζωῆς, θεωρήσωμεν ὅπως ὁ Σωκράτης ἀπὸ τῶν ὀνομάτων ἐκφαίνει τὴν περὶ τοῦ θεοῦ τούτου μυστικὴν ἀλήθειαν.
[9] Βλ. Πρόκλος «σχόλια εις τον Κρατύλο του Πλάτωνος εκλογαί χρήσιμοι, 101.1 – 101.43» :
in Cra 101.1 ` to in Cra 101.43 Οτι τὸ ἀμέριστον τῆς τῶν θεῶν ἐνεργείας μεριστῶς ἡ ψυχὴ ἡμῶν γινώσκει καὶ πεπληθυσμένως τὸ ἑνιαῖον, καὶ μάλιστα τοῦτο γίνεται περὶ τὸν δημιουργόν, οὗ καὶ τὸ ἓν ὄνομα ὡς λόγον προφέρομεν, τοῦ ἐξαπλοῦντος τὰ εἴδη τὰ νοερὰ καὶ τὰς νοητὰς αἰτίας προκαλουμένου καὶ ἀνελίσσον τος πρὸς τὴν τοῦ παντὸς δημιουργίαν καὶ γὰρ ὁ <Παρμενίδης> (p 146a) τῇ ταυτότητι καὶ τῇ ἑτερότητι τοῦτον χαρακτηρίζει, καὶ δύο πίθοι παρ᾽ αὐτῷ κατὰ τὴν <ποίησιν> (Ω 527), καὶ ἡ <μυστικωτάτη παράδοσις> καὶ <αἱ παρὰ τῶν θεῶν φῆμαι> λέγει (or chald p14) ὡς <δυὰς παρὰ τῷδε κάθηται>, καὶ φησίν· <ἀμφότερον γὰρ ἔχει νῷ μὲν κατέχειν τὰ νοητά, αἴσθησιν δ᾽ ἐπάγειν κόσμοις>. καὶ τί δεῖ λέγειν; αὐτόθεν γὰρ αὐτὸν προσαγορεύει <δὶς ἐπέ κεινα> καὶ <δὶς ἐκεῖ>, καὶ ὅλως αὐτὸν διὰ τῆς δυάδος εὐφημεῖ· πᾶν γὰρ τὸ γόνιμον καὶ ὑποστατικὸν τῶν ἐγκοσμίων ἑνοειδῶς ὁ δημιουργὸς προείληφεν· εἰκότως ἄρα καὶ τὸ ὄνομα διττόν ἐστιν αὐτοῦ, ὧν τὸ μὲν <Δία> τὴν δι᾽ οὗ αἰτίαν δηλοῖ, ἥτις ἐστὶν ἡ πατρικὴ ἀγαθότης, τὸ δὲ <Ζῆνα> τὴν <ζωογονίαν>, ὧν τὰς πρώτας ἐν τῷ παντὶ αἰτίας ὁ δημιουργὸς ἑνιαίως προείληφεν· καὶ ἔστι τὸ μὲν τῆς Κρονικῆς σειρᾶς καὶ πατρικῆς σύμβολον, τὸ δὲ τῆς ζωογόνου Ῥέας καὶ μητρικῆς, καὶ ὡς μὲν τὸν Κρόνον ὅλον εἰσδεξάμενος οὐσιοποιός ἐστιν τῆς τριπλῆς οὐσίας, ἀμερίστου, μέσης, μεριστῆς. κατὰ δὲ τὴν ἐν ἑαυτῷ Ῥέαν τριπλῆν πηγάζει ζωήν, νοεράν, ψυχικήν, σωματικήν. ταῖς δὲ δημιουργικαῖς ἑαυτοῦ δυνάμεσι καὶ ἐνεργείαις εἰδοποιεῖ ταῦτα καὶ διακρίνει, καὶ ἔστιν ἄρχων καὶ βασιλεὺς πάντων, καὶ τῶν τριῶν δημιουργῶν ἐξῄρηται. οὗτοι μὲν γὰρ διείλοντο τὴν τοῦ πατρὸς ἀρχήν, ὥς φησιν ὁ ἐν <Γοργίᾳ> (p 523a) Σωκράτης, ὁ δὲ Ζεὺς οὗτος ἅπαξ τῶν τριῶν ἀδιαιρέτως βασιλεύει καὶ ἑνιαίως ἄρχει· ἔστιν οὖν τῆς μὲν πατρικῆς τριάδος αἴτιος καὶ τῆς συμπάσης δημιουργίας, συνοχεὺς δὲ τῶν τριῶν δημιουργῶν, καὶ βασιλεὺς μὲν ὡς τοῖς πατράσι συντεταγμένος, ἄρχων δ᾽ ὡς προσεχῶς τῆς δημιουργικῆς τριάδος ὑπεριδρυμένος καὶ τὴν ἑνοειδῆ περιέχων αὐτῆς αἰτίαν. τὸ δὲ δίχα διειλῆφθαι τοὔνομα ἐμφαίνει ὅτι μεριστῶς αἱ εἰκόνες τὰς ἑνιαίας τῶν παραδειγμάτων αἰτίας καταδέχονται καὶ ὅτι συγγενὲς τοῦτο τῷ τὴν νοερὰν ἐν ἑαυτῷ προστησαμένῳ δυάδα· καὶ γὰρ διττοὺς ὑφίστησι διακόσμους, τόν τε οὐράνιον καὶ τὸν ὑπερουράνιον, ὅθεν αὐτοῦ καὶ τὸ σκῆπτρον εἶναί φησιν ὁ <θεολόγος> (frg 116 ) <πισύρων καὶ εἴκοσι μέτρων>, ὡς διττῶν ἄρχοντος δυωδεκάδων.
πηγή: hellenictheologyandplatonicphilosophy