
Εισαγωγή
Όταν στην Αρχαιότητα βρέθηκε ένα ατιτλοφόρητο γραπτό του Αριστοτέλη ακολουθώντας την εργασία του ‘Τα φυσικά’, οι εκδότες του πρώτου αιώνα του έδωσαν τον τίτλο "Μετά τα φυσικά". Από τότε ο όρος αυτός (μεταφυσική) χρησιμοποιείται για τις μελέτες εκείνες που πιστεύεται ότι υπερβαίνουν τα όρια του υλικού κόσμου της φυσικής, φτάνοντας στην ουσία ή στον πυρήνα μιας υποτιθέμενης απόλυτης και τελικής πραγματικότητας η οποία υπάρχει βαθύτερα απ’ τα φαινόμενα. Πολλοί άνθρωποι για λόγους που έχουν σχέση με τη βιολογική μας ιστορία, πιστεύουν πως μια τέτοια πραγματικότητα υπάρχει, υπάρχει ένας τέλειος κόσμος πέρα απ’ το βασίλειο της ατελούς ύλης. Στις θρησκείες ο κόσμος αυτός προσεγγίζεται με την αποκάλυψη ή άλλα κανάλια, που ξεπερνούν τις αισθήσεις. Στη δυτική φιλοσοφία η μεταφυσική εγκαθίσταται με τον κόσμο των ιδεών του Πλάτωνα, απ’ τον οποίο οι αισθήσεις μας σύρουν μια παραμορφωμένη εικόνα της αληθινής πραγματικότητας. Πέρα απ’ την πραγματικότητα, υπάρχει η αληθινή πραγματικότητα. Σε αυτήν δεν φτάνει η παρατήρηση ούτε το πείραμα, είναι πέρα από την ανθρώπινη δράση, είναι η πραγματικότητα χωρίς καμιά αναφορά στην ανθρώπινη περιοχή των αισθήσεων. Αυτή είναι η ερμηνεία της μεταφυσικής με την οποία η φυσική, στηριγμένη στο πείραμα και στα μαθηματικά, διέκοψε κάθε σχέση.[1]