Το αρχαίο ελληνικό θέατρο της Τυνδαρίς , πόλης στην βόρεια Σικελία (4ος αι π.Χ)
Της Κυριακής Πετράκου, καθηγήτριας Πανεπιστημίου Πατρών
Το ενδιαφέρον για την προέλευση του θεάτρου αυξάνει σταθερά από τον 19ο αι. όταν οι ανθρωπολόγοι ασχολήθηκαν για πρώτη φορά με το θέατρο. Από τότε οι θεωρίες τους έχουν περάσει τρείς τουλάχιστον μείζονες φάσεις.
Στην πρώτη φάση, από το 1875 ως το 1915, οι ανθρωπολόγοι, καθοδηγημένοι από τον Sir James Frazer, υποστήριζαν ότι όλοι οι πολιτισμοί διέρχονται από τα ίδια εξελικτικά στάδια. Επομένως, οι υπάρχουσες πρωτόγονες κοινωνίες μπορούν να παράσχουν αξιόπιστες μαρτυρίες για την καταγωγή του θεάτρου, μερικές χιλιετηρίδες πριν. (Ο όρος "πρωτόγονος" χρησιμοποιείται στο κεφάλαιο αυτό, για να καθορίσει κοινωνίες που δεν έχουν αναπτύξει γραπτή γλώσσα).
Συνοπτικά, η διαδικασία που έχουν περιγράψει οι ανθρωπολόγοι αυτοί είναι η εξής. Οι άνθρωποι βαθμιαία απόκτησαν συνείδηση των δυνάμεων που καθόριζαν την παροχή τροφής και άλλους παράγοντες της διαβίωσής τους. Εφόσον δεν διέθεταν καμιά ιδιαίτερη κατανόηση των φυσικών αιτίων, τα απόδιδαν όλα αυτά σε υπερφυσικές ή μαγικές δυνάμεις. Ως επόμενο βήμα, άρχιζαν να αναζητούν μέσα, για να κερδίσουν την εύνοια των δυνάμεων αυτών. Για μια περίοδο, διακρίνουν μια σύνδεση ανάμεσα στις δικές τους ενέργειες και στο ποθούμενο αποτέλεσμα. Επαναλαμβάνουν τις ενέργειες, τις επεξεργάζονται, τις τυποποιούν, έως ότου αυτές μεταβάλλονται σε τελετές. Στο στάδιο αυτό συνήθως όλη η ομάδα συμμετέχει στην τελετή, ενώ οι υπερφυσικές δυνάμεις είναι "οι θεατές".
Γύρω από τις τελετές εμφανίζονται διάφορες ιστορίες ή μύθοι, που τις εξηγούν, τις περιγράφουν ή τις εξιδανικεύουν. Συχνά οι μύθοι αυτοί περιέχουν στοιχεία, βασισμένα σε πραγματικά πρόσωπα και γεγονότα, αν και συνήθως όλα αυτά είναι εντελώς μετουσιωμένα μέσα στην ιστορία. Πολλές φορές οι μύθοι περιλαμβάνουν εκπροσώπους των υπερφυσικών αυτών δυνάμεων, που οι τελετές σκοπεύουν να τιμήσουν ή να επηρεάσουν. Οι εκτελεστές στην περίπτωση αυτή ενσαρκώνουν μυθικούς χαρακτήρες ή υπερφυσικές δυνάμεις μέσα στις τελετές ή στους συνοδευτικούς εορτασμούς. Η ενσάρκωση αυτή είναι ένα σημείο της αναπτυσσόμενης δραματικής αίσθησης.
Καθώς οι άνθρωποι εξελίσσονται, μεταβάλλονται και οι απόψεις τους σχετικά με τις υπερφυσικές δυνάμεις και τις αιτιοκρατικές σχέσεις με αποτέλεσμα να εγκαταλείπουν ή τροποποιούν ορισμένες τελετές. Οι μύθοι όμως, που έχουν δημιουργηθεί γύρω από τις τελετές αυτές διατηρούνται, ως μέρος της προφορικής παράδοσης της φυλής, και, σε ορισμένες περιπτώσεις, οι ιστορίες των μύθων δραματοποιούνται και παίζονται σαν απλές θεατρικές παραστάσεις, απαλλαγμένες από τον τελετουργικό χαρακτήρα. Όταν γίνει κάτι τέτοιο, έχει συντελεστεί και το πρώτο βήμα προς το θέατρο, ως διαφοροποιημένη δραστηριότητα και βαθμιαία το αισθητικό στοιχείο αντικαθιστά το ωφελιμιστικό ή το τελετουργικό. Αυτή είναι, εν συντομία, η θεωρία του 19ου αι. για την εξέλιξη του θεάτρου από τον μύθο.
Μια δεύτερη φάση αντίληψης εμφανίστηκε γύρω στο 1915, με μια άλλη ανθρωπολογική σχολή (με αρχηγούς τους Bronilaw και Malinowski), που απόρριψε την παραγωγική μέθοδο και την αντικατέστησε με την επαγωγική. Οι ανθρωπολόγοι της σχολής αυτή επικεντρώθηκαν στην άμεση και σε βάθος μελέτη της καθημερινής λειτουργίας μιας πρωτόγονης κοινωνίας. Συχνά αποκαλούνται "φανξιοναλιστές". Επίσης αντιμετώπιζαν την κάθε πρωτόγονη κοινότητα ως ιδιαίτερη περίπτωση και αμφισβήτησαν την προγενέστερη αντίληψη ότι η μελέτη των σύγχρονων πρωτόγονων κοινωνιών μπορεί να διαλευκάνει την καταγωγή αρχαίων θεσμών. Υποστήριξαν ότι οι πολιτισμικοί θεσμοί γεννιούνται και εξελίσσονται με διαφορετικές διαδικασίες από φυλή σε φυλή.
Μετά τον 2ο παγκόσμιο πόλεμο, ξεκίνησε μια τρίτη φάση, από μια ομάδα με επικεφαλής τον Claud Levi-Strauss, που ονομάζονται στρουκτουραλιστές. (Ωστόσο, σήμερα οι περισσότεροι ανθρωπολόγοι εξακολουθούν να είναι φανξιοναλιστές). Όπως και οι φανξιοναλιστές, ο Levi -Strauss απορρίπτει τον πολιτισμικό δαρβινισμό και υποστηρίζει ότι κάθε κοινωνία εξελίσσεται με ιδιαίτερο και ατομικό τρόπο. Από την άλλη μεριά, όπως και ο Frazer, ενδιαφέρεται για παγκόσμια μοντέλα, αν και τα δικά τους διαφέρουν από αυτά του Frazer. Ο Levi - Strauss ενδιαφέρεται κυρίως για τη λειτουργία του μυαλού, και αναζητά τις απαντήσεις στην ανάλυση του μύθου, τον οποίο θεωρεί σαν ένα είδος λογικής, διαφορετικής από την συνηθισμένη, όχι όμως λιγότερο σύνθετης από αυτήν που χρησιμοποιείται στις προηγμένες κοινωνίες στον τομέα της επιστημονικής έρευνας. Συμπεραίνει ότι υπάρχουν δύο τουλάχιστον τρόποι σκέψης: ο επιστημονικός και ο μυθολογικός/μαγικός - που προσεγγίζουν τα προβλήματα από διαφορετική, αλλά εξ ίσου έγκυρη σκοπιά. Το "άγριο μυαλό", όπως το χαρακτηρίζει ο Levi - Strauss, λειτουργεί περισσότερο με σημεία παρά με ιδέες. Η λογική και οι τρόποι σκέψης μιας κοινωνίας μπορούν να ανιχνευθούν μέσα στα σημεία αυτά, ή στις εικόνες (που έχουν ενσωματωθεί στους μύθους και σε οπτικές ενσαρκώσεις, όπως είναι οι μάσκες και οι τελετές).
Παρά τις μεταβολές στην προσέγγιση, οι ανθρωπολόγοι συμφωνούν σε ένα βασικό ζήτημα: η τελετή και ο μύθος αποτελούν ουσιαστικά στοιχεία σε κάθε κοινωνία. Υποστηρίζουν την άποψη ότι το θέατρο προήλθε από τις πρωτόγονες τελετές. Σήμερα οι περισσότεροι κριτικοί και ιστορικοί συμφωνούν ότι η τελετουργία είναι οπωσδήποτε μια από τις πηγές του θεάτρου, όχι όμως αναγκαστικά η μοναδική. Από την άλλη, οι περισσότεροι μελετητές απορρίπτουν την ιδέα ότι το θέατρο ακολούθησε το ίδιο εξελικτικό μοντέλο σε όλες τις κοινωνίες. Επί πλέον, έχουν πάψει να αντιμετωπίζουν αφ’ υψηλού τις πρωτόγονες κοινωνίες. Έχουν αντιληφθεί ότι οι εξελιγμένες κοινωνίες έχουν μεν ωφεληθεί από την ειδική γνώση και τεχνολογία, αλλά έχουν στερηθεί τη συνοχή, που είναι το χαρακτηριστικό των λιγότερο εξελιγμένων ομάδων.
Μέσα και πρακτικές στις τελετές
Μολονότι οι τελετές στις υπάρχουσες πρωτόγονες κοινωνίες δεν θεωρούνται πλέον εντελώς αξιόπιστες μαρτυρίες για την καταγωγή του θεάτρου στην αρχαιότητα, εξακολουθούν να είναι χρήσιμες με άλλους τρόπους. Π.χ. μπορούν να μας πληροφορήσουν σχετικά με τη χρησιμότητα των τελετών στις πρωτόγονες κοινωνίες (μολονότι δεν τις χρησιμοποιούν όλες οι ομάδες, για τους ίδιους λόγους). Μια περίληψη, θα ήταν και πάλι αποκαλυπτική.
Καταρχάς, η τελετή είναι ένα είδος γνώσης. Ο μύθος και η τελετή εμπεριέχουν την αντίληψη της συγκεκριμένης κοινωνίας για το σύμπαν, καθώς αντιπροσωπεύουν τις απόπειρες ορισμού του ανθρώπου και της σχέσης του με τον κόσμο.
Δεύτερο, οι τελετές μπορούν να είναι διδακτικές. Εφόσον το διακριτικό σημείο μιας πρωτόγονης κοινωνίας είναι η απουσία γραπτής γλώσσας, η τελετή μπορεί να χρησιμεύσει σαν μέσο μετάδοσης της παράδοσης και της γνώσης. Πολλές πρωτόγονες φυλές εκτελούν τελετουργίες μύησης, ορισμένες από τις οποίες διαρκούν μόνο μερικές μέρες, ενώ άλλες παίρνουν χρόνια, για να εξοικειώσουν τα νεαρά μέλη με με τις ιερές πεποιθήσεις, τα ταμπού, τα ήθη και την ιστορία. Τέτοιες τελετουργίες συνηθίζονται ακόμη στις Αυστραλιανές και τις Αφρικάνικες φυλές και κάποτε ήταν μέρος της παράδοσης των Ινδιάνων της Αμερικής.
Τρίτο, οι τελετουργίες έχουν ως σκοπό να επηρεάσουν ή να καθορίσουν τα γεγονότα. Ένας από τους θεμελιώδεις στόχους πολλών τελετών είναι να επιτευχθεί το επιθυμητό αποτέλεσμα - όπως η νίκη σε μια μάχη, η βροχόπτωση ή η εύνοια κάποιας υπερφυσικής δύναμης - μέσω της αναπαράστασης. Π.χ.πολλές τελετουργίες σχετίζονται με τις εποχιακές μεταβολές, όταν ο πρωτόγονος λαός δεν έχει αντιληφθεί ότι υπάρχει ένα φυσικό ετήσιο πρόγραμμα σχετικά με αυτές, και θεωρεί απαραίτητο να εξασφαλίσει τον ερχομό της άνοιξης ή τη συνέχιση της γονιμότητας. Σε ορισμένες περιπτώσεις κατέφευγαν σε σεξουαλικά όργια, για να παρακινήσουν γονιμότητα της γης ή δραματοποιούσαν τελετουργικες μάχες ανάμεσα στον Χειμώνα/Θάνατο και στην Ανοιξη/Ζωή, που τελείωναν με το θρίαμβο της δεύτερης.
Τέταρτο, η τελετουργία χρησιμοποιείται για να δοξάσει - μια υπερφυσική δύναμη, μια νίκη στο κυνήγι ή στον πόλεμο, το παρελθόν της κοινότητας, έναν ήρωα ή ένα τοτέμ (δηλαδή ένα ζώο, φυτό, ή φυσικό στοιχείο με το οποίο η φυλή θεωρεί ότι σχετίζεται στενά).
Πέμπτο, η τελετουργία μπορεί να σκοπεύει στην ψυχαγωγία και στην ευχαρίστηση. Ακόμα και η πιο σοβαρή, προσφέρει ηδονή μέσω του θεάματος, της επανάληψης του τυπικού ή της δεξιοτεχνίας των εκτελεστών.
Πρέπει να διευκρινιστεί ότι οι περισσότερες από τις λειτουργίες αυτές μπορούν να εξυπηρετηθούν, με διάφορους τρόπους και σε διαφορετικό βαθμό, από το θέατρο. Έτσι είναι φανερό ότι η πρωτόγονη τελετουργία και το θέατρο, όπως το γνωρίζουμε, συνδέονται στενά. Επίσης, η τελετουργία και το θέατρο μπορούν να χρησιμοποιήσουν τα ίδια στοιχεία: μουσική, χορό, ομιλία, μάσκα, κοστούμια, εκτελεστές, θεατές και σκηνή. Π.χ.η πλειοψηφία των πρωτόγονων τελετουργιών χρησιμοποιούν παντομιμικούς χορούς και ρυθμική μουσική συνοδεία ως πρωταρχικά μέσα. Ο ήχος της φωνής συνηθίζεται επίσης, αλλά η ομιλία και ο διάλογος χρησιμοποιούνται λιγότερο. Οι μάσκες και τα κοστούμια είναι τα τυπικά εξαρτήματα. Πολλές φυλές πιστεύουν ότι ένα πνεύμα έλκεται από την αναπαράστασή του και μπαίνει μέσα τους. Επομένως, οι μάσκες και τα κοστούμια είναι μέσα προσέλκυσης και ενσωμάτωσης του πνεύματος που πρέπει να χειραγωγηθεί, να συμβουλέψει ή να εξευμενιστεί. Ακόμα, χρησιμοποιούνται για να αναπαραστήσουν το ζώο που θέλουν να σκοτώσουν ή να φέρουν σε κάτι το επιθυμητό αποτέλεσμα.
Το βάψιμο - με μπογιά, στάχτη ή χυμούς - συμπληρώνει τη μάσκα και το κοστούμι, καλύπτοντας μέρος του σώματος. Επίσης πρέπει να υπάρχουν "ηθοποιοί" εξαιρετικά προικισμένοι και πειθαρχημένοι, ώστε να μη σημειώνεται απόκλιση από το τυπικό της τελετουργίας. Όταν παγιωθούν οι τελετουργίες, δάσκαλοι, πρεσβύτεροι ή ιερείς ασκούν αυστηρό έλεγχο στην εκτέλεση, σε ένα ρόλο που μοιάζει με αυτόν του θεατρικού σκηνοθέτη. Χρησιμοποιείται μια "περιοχή δράσης" και, αν υπάρχουν θεατές, μια "περιοχή καθισμάτων". Οι διατάξεις χώρου των τελετών διαφέρουν πολύ. Η κυκλική περιοχή παράστασης με ολόγυρα τους θεατές, είναι συνηθισμένο φαινόμενο. Σε άλλες περιπτώσεις όμως, όπως σε ορισμένες Αυστραλιανές τελετουργίες, στις οποίες χρησιμοποιούνται βαμμένες φλούδες δέντρων ή υφασμάτινα παραβάν σαν φόντο, οι θεατές κάθονται ή στέκονται στις τρεις πλευρές των εκτελεστών. Άλλες ομάδες χρησιμοποιούν περισσότερες από μία περιοχές δράσης ή έναν ενιαίο χώρο, όπως πχ, όταν οι εκτελεστές μετακινούνται από το χωριό στη θάλασσα και το αντίστροφο.
Δεν υπάρχει λοιπόν καμιά σημαντική διαφορά ανάμεσα στην τελετουργία και στο θέατρο;
Ορισμένοι μελετητές κάνουν έντονη διάκριση, ενώ άλλοι υποστηρίζουν ότι οι διαφορές είναι τόσο ασήμαντες, ώστε οι τελετουργίες μπορούν να θεωρηθούν ως τμήμα της θεατρικής ιστορίας. Αυτή η αντιγνωμία δεν μπορεί να λυθεί εδώ, αλλά ίσως οι λόγοι της ελαχιστοποιούνται, αν γίνουν μερικές θεμελιώδεις παραδοχές. Καταρχήν το ανθρώπινο μυαλό δεν ανέχεται το χάος. Επομένως θ΄ αναζητά πάντα την τάξη και στην πορεία θα ανακινεί ερωτήματα για τα αίτια των πραγμάτων. Στην αναζήτηση αυτή, οι άνθρωποι κάθε εποχής σχηματίζουν τις αντιλήψεις τους για τη σχέση τους με το θείο, το σύμπαν, την κοινωνία και τον εαυτό τους. Το θέατρο κάθε περιόδου αντανακλά τις τρέχουσες αντιλήψεις για τον άνθρωπο και τη θέση του στο σύμπαν και στην κοινωνία. Καθώς οι απόψεις των ανθρώπων για την αιτιότητα και τη θέση τους στο σύμπαν μεταβάλλονται, το ίδιο συμβαίνει και με το θέατρο, που δεν μπορεί παρά να αντανακλά τις δεσπόζουσες αντιλήψεις για την αλήθεια και την πραγματικότητα.
πηγή: eclass.uoa.gr