ΕΤΙΚΕΤΕΣ

Η ΣΧΕΣΗ ΤΟΥ "ΑΠΟΛΥΤΟΥ" ΜΕ ΤΟ "ΕΙΝΑΙ" ΣΤΟΝ ΧΕΓΚΕΛ



Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου

Ο  Χέγκελ αποτελεί έναν από τους σημαντικότερους στοχαστές της πανθεϊστικής ιδεαλιστικής γραμμής στην ιστορία της νεότερης φιλοσοφίας, ανάμεσα  στους οποίους συναντάμε τον Σπινόζα, τον Φίχτε και τον Σέλινγκ. Και οι τέσσερις αυτοί πανθεϊστές φιλόσοφοι είπαν και έγραψαν τέτοιας υψηλής διανόησης φιλοσοφικά κείμενα που από την συντριπτική πλειοψηφία των μελετητών τους πολλοί λίγοι κατανόησαν ζωτικής σημασίας θέματα που τέθηκαν (φιλοσοφικής και θεολογικής εμπνεύσεως) και θα απασχολήσουν σίγουρα τους επόμενους κοντινούς αιώνες. Και οι τέσσερις προσπάθησαν να άρουν  το οντολογικό πέπλο της πλάνης που κάλυπτε τη σύνδεση της αρχαίας φιλοσοφίας και θρησκείας με τη σύγχρονη φιλοσοφική και επιστημονική θεώρηση για τη συγκρότηση ενός επίκαιρου νοήματος για τον φιλοσοφικό στοχασμό και την κοσμοθέαση των επόμενων αιώνων.


Πριν γίνει πραγμάτευση περί του Είναι στον Χέγκελ, είναι σημαντικό να αναφέρουμε ότι η πρώτη αρχή στο φιλοσοφικό σύστημα του Χέγκελ η οποία προσλαμβάνει χαρακτηριστικά θεότητας είναι το "Απόλυτο", το οποίο ταυτίζεται με την ΑΠΟΛΥΤΗ ΙΔΕΑ, την καθαρή νόηση, την αντίστοιχη πλατωνική ΙΔΕΑ ΤΟΥ ΑΓΑΘΟΥ ή του ΕΝ των νεοπλατωνικών. 

Το "Είναι" στο σύστημα  του Χέγκελ είναι η όντως ύπαρξη που αποτελεί το πρώτο απροσδιόριστο καθολικό και ενυπάρχει στα πάντα. Ο φιλόσοφος δεν ταυτίζει το είναι με τη θεότητα, εφόσον κάνει μια διάκριση μεταξύ "προσδιορισμένου είναι" και "καθαρού είναι". Το "προσδιορισμένο είναι", αφορά την ιδιότητα που έχει ένα ον και το ρήμα (είναι) εδώ είναι συνδετικό (π.χ ο Γιώργος είναι γρήγορος), ενώ το "καθαρό είναι" αφορά την ίδια την ύπαρξη από μόνη της, η οποία δεν είναι προσδιορισμένη.  

Θα εστιάσουμε στον τρόπο που συλλαμβάνει ο Χέγκελ το  "καθαρό είναι" ως ύπαρξη μέσα στα πράγματα. Κατά τον Χέγκελ στην προσπάθειά μας να συλλάβουμε ένα "προσδιορισμένο είναι", δηλαδή μια ύπαρξη (π.χ ένα τριαντάφυλλο) συναντάμε το μηδέν ως τις διαρκείς μεταβολές του (σπόρος, λουλούδι, άνθος κλπ) μέχρι και τον θάνατό του.  Μας λέει ο Χέγκελ  ότι το "είναι" αυτό, μια ύπαρξη (π.χ τριαντάφυλλο) δεν μεταβάλλεται σε μηδέν (ανυπαρξία), αλλά περιέχει τόσο το "είναι" όσο και το μηδέν. Δηλαδή μέσα από την εξελικτική πορεία ενός όντος ως "προσδιορισμένο είναι" συλλαμβάνουμε παρατηρητικά και εννοιολογικά όλα τα διαχρονικά εξελικτικά στάδια του "προσδιορισμένου είναι" (τριαντάφυλλο) κάθε φορά που μεταβαλλόταν αρνούμενο σε κάθε στιγμή την προηγούμενη κατάσταση της μορφής του λαμβάνοντας την νέα του μορφή. Το "προσδιορισμένο είναι" ως μια εικόνα για το τριαντάφυλλο δεν είναι το πραγματικό είναι, αλλά το "καθαρό είναι" του είναι το σύνολο της διαδικασίας μεταβολής των διαδοχικών εσωτερικών αλλαγών και των εξωτερικών μορφών που λάμβανε  κάθε φορά. Για παράδειγμα το αληθινό τριαντάφυλλο δεν είναι ούτε ο σπόρος ούτε το λουλούδι με τα φύλλα ούτε το λουλούδι με τα άνθη, αλλά όλα αυτά μαζί κάθε στιγμή της χρονικής εξέλιξής του. Αυτό το "είναι" που σοβεί ως γίγνεσθαι αποτελεί τη συνύπαρξη του "είναι" και του "μη είναι".

Αυτή η διαρκής ηρακλείτεια μεταβολή των πάντων (τα πάντα ρει), ως εμφάνιση του σύμπαντος, μας λέει ο Χέγκελ είναι αποτέλεσμα της άπειρης προσπάθειας του Απόλυτου να κατανοήσει τον εαυτό του. Επειδή το Απόλυτο (η "θεία σκέψη", η καθαρή νόηση) είναι άπειρο και δε γίνεται να περιορίσει τον εαυτό του σε "όρια" και να ορίσει τι ακριβώς "είναι" το ίδιο, αποπειράται να γνωρίσει τον εαυτό του με την άρνηση προσπαθώντας να ορίσει τι δεν είναι. Το τι δεν "είναι" αποτελεί η ορατή δημιουργία. Η δημιουργία είναι αποτέλεσμα της άρνησης του εαυτού του (το μηδέν), ενώ η  άρνηση της άρνησης, δηλαδή η άρνηση όλων αυτών των προσδιορισμών που ο εαυτός του δεν είναι αποτελεί την επιστροφή στον εαυτό του, ως απειρία της ουσίας του. 

Ουσιαστικά κάθε ον (άνθρωπος, ζώο, φυτό, ορυκτό, ουράνια σώματα, στοιχεία κλπ) που μεταβάλλεται κάθε φορά σε κάτι άλλο  αρνούμενο τις προηγούμενες μορφές του και αναπτύσσοντας νέες δεν κάνει τίποτα άλλο παρά να ενσωματώνει κάθε τέτοια εμπειρία ανανέωσης των μορφών του στο "είναι" του. Αυτό το "είναι" του, η ύπαρξή του έχει αποκτήσει ένα νόημα στις οντολογικές διαδικασίες που έλαβαν χώρα. Ο Χέγκελ θεωρεί ότι όλη αυτή η ενδοκοσμική διαδικασία εξέλιξης δεικνύει την ύπαρξη συνειδητότητας σε καθετί υπαρκτό, ακόμα και στα ορυκτά. Αυτή η συνειδητότητα αποτελεί, κατά τον Χέγκελ, την ουσία των όντων και η ουσία τους δεν είναι τίποτα άλλο παρά η αλήθεια του "Είναι".

Με λίγα λόγια ο Χέγκελ μας λέει ότι το Απόλυτο (η καθαρή νόηση, η ΙΔΕΑ του Αγαθού του Πλάτωνα) αρχικά, ως ασυνείδητο πνεύμα, διανύει μια κυκλική πορεία κατεβαίνοντας τη σκάλα του "Είναι", της εξέλιξης μέχρι και τα ορυκτά, επιστρέφοντας πάλι στον εαυτό του. Για να επιστρέψει στον εαυτό του ως Απόλυτο Πνεύμα (όχι ασυνείδητο πλέον), βυθισμένο μέσα σε κάθε επίπεδο ύλης (ορατής ή μη) είναι απαραίτητο οπωσδήποτε να γίνει άνθρωπος έτσι ώστε να καταστεί καθαρή αυτοσυνειδησία. Ο άνθρωπος είναι το οντολογικό επίπεδο εκείνο που υπάρχει νους. Ο νους είναι η μόνη θεία ιδιότητα που μπορεί να ενώσει το πνεύμα με την ύλη, το υποκείμενο με το αντικείμενο. Η σύνθεση αυτή υποκειμένου και αντικειμένου είναι η αυτοσυνειδησία που απαιτούνταν, προκειμένου το Απόλυτο να καταστεί καθαρή αυτοσυνειδησία. 

Ο Χέγκελ, βέβαια, με αυτή του τη θέση ισχυρίστηκε ότι ο άνθρωπος, κάθε άνθρωπος που θα αναπτύξει τη νόησή του μέσω της φιλοσοφίας και ενδεχομένως της διαίσθησης (αυτό διαφαίνεται αμυδρά στην κριτική του νεωτερικού λόγου) συναντώντας την Ιδέα, το Απόλυτο, ανερχόμενος πνευματικό επίπεδο θα γίνει μέτοχος της θείας σκέψης, ένα είδος θείου πνεύματος(καθίσταται "θεός"), εφόσον θα συναντηθεί με την ίδια την Ιδέα.

Σε αυτό το σημείο είναι χρήσιμο να επισημανθεί η αξία του θανάτου για τον Χέγκελ, όπως και για τον Πλάτωνα. Κάθε πεπερασμένο ον είναι ανάγκη να πεθάνει, προκειμένου να εξελιχθεί τόσο το ίδιο όσο και το ίδιο το "Είναι" ως γίγνεσθαι (ενότητα είναι και μη είναι). Τι εννοούμε με αυτό; Γιατί ο θάνατος είναι αναγκαίος; Ας πάρουμε για παράδειγμα τον άνθρωπο. Κάθε άνθρωπος μια ορισμένη χρονική στιγμή λαμβάνει συγκεκριμένο σώμα ως προς την ποιότητά του. Όμως όσο ζει διαρκώς έχει νέες εμπειρίες και αναπτύσσει τον νου του. Έτσι με το πέρας των χρόνων υπάρχει μια αναντιστοιχία ποιότητας σώματος και νου. Ενώ ο  νους έχει εξελιχθεί και αναπτυχθεί, το σώμα διατηρεί την δεδομένη μορφή που είχε κριθεί να λάβει με τη γέννησή του. Ο νους, ως αθάνατη συνειδητότητα δράσεων και σκέψεων, πλέον έχει ανάγκη να συνεχίσει την εξέλιξή του. 

Θα αναφέρω προς προβληματισμό την κριτική που έγινε στον Χέγκελ από μεγάλο μέρος της γερμανικής διανόησης και της, ευρωπαϊκής γενικότερα, για τον υφέρποντα μυστικισμό του, εφόσον παράλληλα ο ίδιος θεώρησε τόσο τη θρησκεία και τις κάθε λογής τελετουργίες της κάτι ξεπερασμένο, όσο και εφικτή τη δυνατότητα του ανθρώπου να έχει πρόσβαση στην απόλυτη γνώση, χωρίς τη μεσολάβηση κάποιου μεσσία. Για όσους θέλουν να ψάξουν περισσότερο μια διαφορετική εκδοχή για την εγελιανή φιλοσοφία, η οποία είναι διαποτισμένη από την πλατωνική, την νεοπλατωνική αλλά και τη μυστικιστική παράδοση,  μπορούν να μελετήσουν την έννοια του Απόλυτου όπως τη συνέλαβε από τον Χέγκελ η Μπλαβάτσκυ, προκειμένου η φιλοσοφία να λάβει χαρακτηριστικά καθολικής ερμηνείας του κόσμου και του ανθρώπου. Η Έλενα Μπλαβάτσκυ αναδόμησε με νεοπλατωνικό και πανθεϊστικό τρόπο το νόημα του συνόλου των αρχαίων θρησκευτικών μυστηρίων (αρχαίας Ελλάδας, αρχαίας Αιγύπτου, αρχαίας Ινδίας) και το συσχέτισε με το θρησκευτικό φαινόμενο καθολικά και διαχρονικά. 

βιβλιογραφία
Διδασκαλία περί του Είναι, Επιστήμη Λογικής (Χέγκελ)