ΕΤΙΚΕΤΕΣ

Ο ΠΑΡΘΕΝΩΝΑΣ ΚΑΙ Η ΑΚΡΟΠΟΛΗ ΤΩΝ ΑΘΗΝΩΝ

















Παρθενών (447-432 π.Χ.)

Ο μεγάλος ναός της Αθηνάς Παρθένου, της προστάτιδος της Αθήνας, δεσπόζει στην κορυφή του λόφου της Ακροπόλεως. Αρχικά ονομαζόταν «εκατόμπεδος νεώς» (είχε μήκος 100 αττικών ποδών) ή απλώς «νεώς» (570-566 π.Χ.)· ο όρος ‘εκατόμπεδος’ αναφερόταν κυρίως στο κεντρικό τμήμα του ναού, όπου βρισκόταν το λατρευτικό άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου, γι’ αυτό και ο ναός απεκαλείτο επίσης «Παρθενών» (οίκος της Παρθένου). Από τα χρόνια του Δημοσθένους και εξής η ονομασία «Παρθενών» δήλωνε ολόκληρο το ναϊκό οικοδόμημα.


Ήδη μετά τη νίκη επί των Περσών στο Μαραθώνα το 490 π.Χ. είχε αρχίσει η ανέγερση ενός μεγάλου εξάστυλου ναού προς τιμήν της θεάς, του λεγόμενου Προ-Παρθενώνος, ο οποίος έμεινε ημιτελής και κατεδαφίσθηκε από τους Πέρσες. Μερικοί μελετητές υποστηρίζουν ότι του Προ-Παρθενώνος προϋπήρξε μέσα στον 6ο αι π.Χ. ένας πώρινος Πρωταρχικός ναός, ο “Urparthenon” ή «παππούς του Παρθενώνος», όμως κάποια από τα λείψανα που του έχουν αποδοθεί ίσως να ανήκαν στον παρακείμενο «αρχαίο νεώ» της Αθηνάς. Ο αρχαϊκός αυτός πρόδρομος του κλασσικού Παρθενώνος, που ανάγεται στα χρόνια των Πεισιστρατιδών (περ. 520 π.Χ.), ήταν δωρικός περίπτερος ναός (κιονοστοιχία 6x12), με σχεδόν τετράγωνο σηκό στα ανατολικά και έναν αντίστοιχο μικρότερο χώρο προς τα δυτικά, προς τον οποίο ανοίγονταν δύο διαδοχικά δωμάτια. Πάνω από τις στενές πλευρές του σηκού το κτίριο περιέτρεχε ανάγλυφη ιωνική ζωφόρος. Τα αετώματα ήταν καμωμένα από παριανό μάρμαρο· στο δυτικό λιοντάρια επιτίθενται σε ταύρο, ενώ στο ανατολικό εικονιζόταν το προσφιλές στους Αθηναίους θέμα της Γιγαντομαχίας. Κατά μία άλλη άποψη, στην ίδια θέση προηγήθηκε ακόμη ένας, αρχαιότερος του “Urparthenon” ναός στα τέλη του 7ου ή στις αρχές του 6ου αι. π.Χ., θεωρία που παραμένει αναπόδεικτη.

Ο Παρθενών ήταν το πρώτο και το πιο σημαντικό από τα κτίρια που ανοικοδόμησαν οι Αθηναίοι έπειτα από τις καταστρεπτικές συνέπειες της περσικής εισβολής του 480 π.Χ. στην Αθήνα και αποτέλεσε το συμβολικό και ουσιαστικό επίκεντρο του μεγαλεπήβολου οικοδομικού προγράμματος που εφαρμόσθηκε στην πόλη με πρωτοβουλία του Περικλέους. Η οικοδόμηση του ναού ξεκίνησε το 447 π.Χ. από τους αρχιτέκτονες Ικτίνο και Καλλικράτη, υπό τη γενική εποπτεία του Φειδίου. Ο ναός με το λατρευτικό άγαλμα της Αθηνάς εγκαινιάσθηκε εννέα χρόνια αργότερα, το 438 π.Χ., ενώ οι εργασίες στον γλυπτό διάκοσμο συνεχίστηκαν έως το 432 π.Χ..

Ο Παρθενών ήταν κατασκευασμένος εξ ολοκλήρου από λευκό πεντελικό μάρμαρο, με θεμελίωση από πωρόλιθο και ξύλινη οροφή με μαρμάρινη στέγη. Είναι δωρικός περίπτερος, διπλός «εν παραστάσι» αμφιπρόστυλος ναός με περιμετρική κιονοστοιχία 8x17 κιόνων (μήκος : πλάτος = 9 : 4, ύψος : πλάτος = 4 : 9). Η διάρθρωσή της δομής του είναι χαρακτηριστική: αποτελείται από α) τον πρόδομο («πρόνεως» ή «προνήιον»), μία αβαθή στοά με 6 δωρικούς κίονες που συνδέονταν μεταξύ τους με παραστάδες και κιγκλιδώματα, σχηματίζοντας τελείως κλειστούς χώρους για την φύλαξη των αναθημάτων. β) τον κυρίως ναό ή σηκό, που διαιρείται εσωτερικά σε τρία τμήματα-κλίτη (με το μεσαίο ιδιαιτέρως ευρύ και τα δύο πλαϊνά στενότερα) με δίτονη (διόρωφη) εσωτερική δωρική κιονοστοιχία σχήματος Π. Ο ιδιαιτέρως ανεπτυγμένος σηκός ήταν η κύρια αιτία μείωσης του πλάτους των πτερών του ναού. Στο βάθος του σηκού, όπου έμπαινε κανείς μέσω εξαιρετικά κοσμημένης μεγάλης θύρας, στεγαζόταν το λατρευτικό χρυσελεφάντινο άγαλμα της Αθηνάς Παρθένου, το οποίο πακτωνόταν σε οπή στο κέντρο του χώρου. Στα χρόνια του Παυσανίου βρισκόταν μπροστά από το άγαλμα δεξαμενή νερού, η οποία μάλλον προστέθηκε σε μεταγενέστερη φάση, ύστερα από πυρκαγιά, προκειμένου να διατηρήσει τα κατάλληλα ποσοστά υγρασίας για την συντήρηση του ελεφαντοστού.

Σημάδια επισκευής του ναού εντοπίζονται τον 2ο ή τον 4ο αι. μ.Χ. γ) τον κλειστό με δρύφρακτα οπισθόδομο, ως προέκταση του οποίου μπορεί να νοηθεί ο οπισθόναος, ο οποίος δεν επικοινωνούσε με τον κυρίως ναό. Εκεί φυλάσσονταν τα χρήματα του συμμαχικού ταμείου της Α΄ Αθηναϊκής ή Δηλιακής Συμμαχίας, τα τελετουργικά σκεύη για τη λατρεία της Αθηνάς, καθώς και πληθώρα αναθημάτων και πολύτιμων υλικών, μέρος των οποίων εκποιήθηκαν στις δύσκολες ώρες του Πελοποννησιακού Πολέμου· πολλά εξ αυτών αντικαταστάθηκαν αργότερα επί Λυκούργου (γ΄ τρίτο 4ου αι. π.Χ). Τέλος, στο βόρειο πτερό υπήρχε ναΐσκος σε σχήμα απλού οίκου, που φιλοξενούσε κάποιο παλιό ξόανο (ίσως το Παλλάδιο, δηλ. το ξόανο της Αθηνάς που είχε μεταφερθεί από την Τροία στην Αθήνα και εικονίζεται σε μία από τις μετόπες του ναού)· λίγα μέτρα ανατολικότερα υπήρχε και ο βωμός του ξοάνου. Στο στρώμα της περίκλειας επίχωσης στα νότια του Παρθενώνος βρέθηκαν τα θεμέλια ενός άλλου πρόχειρου κτίσματος ορθογωνίου σχήματος (447/6 π.Χ.), που χωριζόταν με διάδρομο σε δύο δωμάτια και πιθανόν να χρησιμοποιήθηκε ως εργαστήριο που εξυπηρετούσε τον ναό.

Κατά τη διάρκεια των ελληνιστικών χρόνων και για πολλούς αιώνες εφεξής, ο Παρθενών διατηρήθηκε σχεδόν ανέπαφος και η μορφή του παρέμεινε βασικά αναλλοίωτη. Το 334 π.Χ., ο Μέγας Αλέξανδρος ανέθεσε στο ανατολικό επιστύλιο ασπίδες από τα λάφυρα της νίκης του επί των Περσών στο Γρανικό ποταμό (το μαρτυρούν οι ορθογώνιες οπές που σώζονται στο επιστύλιο). Στα χρόνια της Ρωμαιοκρατίας (61 μ.Χ.), οι Αθηναίοι ανέθεσαν στο ίδιο σημείο ψήφισμα προς τιμήν του Νέρωνος, σώζονται οι οπές για τη στερέωση των χάλκινων γραμμάτων), για να κερδίσουν την εύνοια του αυτοκράτορα. Κατά την ύστερη αρχαιότητα, μετά την επικράτηση του Χριστιανισμού, σε μια δυσπροσδιόριστη για μας εποχή, το εσωτερικό του σηκού και τμήματα των κιόνων της περίστασης υπέστησαν σοβαρές ζημιές από πυρκαγιά (ίσως εξαιτίας της επιδρομής των Ερούλων στην Αθήνα το 267 μ.Χ.) είτε από σεισμό.

Τον 5ο αι. ο Παρθενών μετατράπηκε σε τρίκλιτη χριστιανική βασιλική αφιερωμένη αρχικά στην Αγία Σοφία και εν συνεχεία (στα μεσοβυζαντινά χρόνια) στην Παναγία την Αθηνιώτισσα· εκτός από την αλλαγή της εισόδου, προστέθηκε αψίδα στην ανατολική πλευρά (κόγχη του ιερού), τα γλυπτά του ανατολικού αετώματος κατεδαφίστηκαν, ο οπισθόδομος έγινε νάρθηκας που συνδέθηκε με τον σηκό με τρίφυλλη θύρα και ο ναός γέμισε με τοιχογραφίες. Στα 1018 ο αυτοκράτορας του Βυζαντίου Βασίλειος Β΄ ο Βουλγαροκτόνος προσκύνησε στον Παρθενώνα, του οποίου η ακτινοβολία εξακολουθούσε να είναι μεγάλη. Με την κατάκτηση του Βυζαντίου από τους Σταυροφόρους κατά την διάρκεια της Δ΄ Σταυροφορίας (1204) και την ανάληψη της διακυβέρνησης της Αθήνας από τη δουκική οικογένεια των De la Roche, ο ναός αφιερώθηκε στη Notre Dame και στη νοτιοδυτική του γωνία χτίστηκε ψηλό κωδωνοστάσιο. Έπειτα από την κατάληψη της Αθήνας από τους Τούρκους του Μωάμεθ Β΄ του Πορθητού το 1458, ο Παρθενών μετατράπηκε σε τζαμί, το δέ φραγκικό κωδωνοστάσιο σε μιναρέ. Παρά τις κατά καιρούς αλλαγές και τις καταστροφές που υπέστη, το κτίριο διατηρούσε ως τον 17ο αι. την αρχιτεκτονική του συνοχή και το μεγαλύτερο μέρος του πλαστικού του διακόσμου. Μόλις το 1687, μεσούντος του Β΄ Ενετο-τουρκικού πολέμου, οβίδα του πυροβολικού του Morosini έπεσε στον Παρθενώνα, όπου οι Τούρκοι είχαν εγκαταστήσει πυριτιδαποθήκη, προξενώντας την ανατίναξη του ναού και εκτεταμένες καταστροφές στο γλυπτό του διάκοσμο. Μάλιστα, ο Μοrosini απέσπασε από το ναό λίγα γλυπτά και κατέστρεψε πολλά στην προσπάθειά του να αφαιρέσει κάποια. Στις αρχές του 19ου αι. ο Άγγλος πρεσβευτής της Αγγλίας στην Υψηλή Πύλη λόρδος Thomas Bruce Elgin, έχοντας στα χέρια του σουλτανικό φιρμάνι, επιδόθηκε σε τεράστιας έκτασης απαγωγή των γλυπτών του ναού, απογυμνώνοντάς τον ακόμα περισσότερο από τον πλαστικό του πλούτο. Σχεδόν ταυτόχρονα με την ίδρυση του νέου ελληνικού κράτους (1833), ο Παρθενών απαλλάχθηκε από τα ερείπια που τον περιτριγύριζαν και το 1844 κατεδαφίστηκε το τουρκικό τζαμί. Έκτοτε άρχισαν σταδιακά οι πρώτες αναστηλώσεις του ναού, που βαθμιαία έδωσαν τη θέση τους σε συστηματικές εργασίες για τη συντήρηση του μνημείου έως και τις μέρες μας.

Εκτός από την τεράστια ιστορική αξία και τις ξεχωριστές καλλιτεχνικές αρετές (εντάσεις, μειώσεις, καμπυλώσεις, εκλεπτύνσεις κ.ά.) που χαρακτηρίζουν το μοναδικό αυτό οικοδόμημα, ιδιαίτερης σημασίας είναι και ο γλυπτός του διάκοσμος, για την ερμηνεία του του οποίου έχουν διατυπωθεί διάφορες θεωρίες.

Α. Οι μετόπες του ναού δέχθηκαν πρώτες διακόσμηση, είχαν δέ ολοκληρωθεί στο σύνολό τους έως το 440 π.Χ. Για την εκτέλεσή τους φαίνεται ότι δούλεψαν από κοινού ο Φειδίας μαζί με νεώτερους καλλιτέχνες, όπως φανερώνει η συνύπαρξη παραδοσιακότερων στοιχείων και νεωτεριστικών, πιο ριζοσπαστικών τάσεων. Οι δυτικές μετόπες, που σώζονται σε κακή κατάσταση εξαιτίας των ζημιών που προκάλεσαν οι χριστιανοί τον 6ο αι. μ.Χ., απεικόνιζαν την Αμαζονομαχία (αγώνας των νέων της προϊστορικής Αθήνας κατά των Αμαζόνων, που εισέβαλαν στην πόλη και απείλησαν την ίδια την Ακρόπολη)· το θέμα αποτελεί συνέχεια της μυθολογικής παράδοσης του άθλου του Ηρακλέους για την απόκτηση της ζώνης της Ιππολύτης, ενώ παράλληλα λειτουργεί ως μυθολογικό υποκατάστατο της περσικής επίθεσης στην Αθήνα. Από τις βόρειες μετόπες πολλές έχουν χαθεί, ενώ όσες διασώθηκαν είναι κατεστραμμένες σε μεγάλο βαθμό· απεικόνιζαν σκηνές από την «Ιλίου Πέρσιν» (άλωση της Τροίας από τους Έλληνες), έμμεση μνεία των νικηφόρων αγώνων των Ελλήνων επί των βαρβάρων, και ήταν σαφώς επηρεασμένες από το ομώνυμο αρχαίο έργο αλλά και από τη ζωγραφική αναπαράσταση του θέματος από τον Πολύγνωτο στη Λέσχη των Κνιδίων στους Δελφούς. Οι ανατολικές μετόπες, οι οποίες σώζονται όλες με αρκετές φθορές, αναπαριστούσαν τη Γιγαντομαχία (μάχη των Ολύμπιων θεών εναντίον των Γιγάντων, οι οποίοι θέλησαν να ανατρέψουν την έννομο τάξη του κόσμου), το ενδοξότερο πολεμικό κατόρθωμα της προστάτιδος της πόλης θεάς Αθηνάς. Τέλος, οι νότιες μετόπες διατηρήθηκαν σε πολύ καλή κατάσταση, μιας και διέφυγαν της καταστροφικής μανίας των χριστιανών ως αναμνηστικές της αιώνιας μάχης μεταξύ του Καλού και του Κακού. Παρουσίαζαν το θέμα της Κενταυρομαχίας (μάχη μεταξύ των Κενταύρων και των Λαπιθών, λαό της Θεσσαλίας, όταν οι Κένταυροι, προσκεκλημένοι του Λαπίθη βασιλιά Πειρίθου στον γάμο του, επιχείρησαν να αρπάξουν τις γυναίκες των Λαπιθών στο γαμήλιο τραπέζι), έναν από τους άθλους του τοπικού ήρωος Θησέως που θύμιζε στους Αθηναίους τη νίκη του πολιτισμού επί της βαρβαρότητας και των σκοτεινών δυνάμεων.

Β. Η ιωνική ζωφόρος, που περιέτρεχε τον εξωτερικό τοίχο του σηκού σε χαμηλό ανάγλυφο, ήταν το μόνο ιωνικό στοιχείο του γλυπτού διακόσμου του ναού. Διακοσμήθηκε μεταξύ των ετών 442 και 438 π.Χ. επί τη βάσει σχεδίων του Φειδίου, των οποίων την εκτέλεση ανέλαβαν να εκτελέσουν μαθητές και συνεργάτες του, ίσως εν μέρει και ο ίδιος. Εν γένει θεωρείται ότι απεικονίζει την πομπή των Μεγάλων Παναθηναίων, της μεγάλης αθηναϊκής εορτής που διεξαγόταν από την τέλεση αγώνων και θυσιών ανά τέσσερα χρόνια προς τιμήν της θεάς Αθηνάς. Η αφετηρία της πομπής βρίσκεται στη νοτιοδυτική γωνία του ναού, απ’ όπου οι συμμετέχοντες ξεδιπλώνονται σε δύο ομάδες, που βαδίζουν η μία στη δυτική και βόρεια ζωφόρο και η άλλη κατά μήκος της νότιας πλευράς, για να συναντηθούν τελικά στην ανατολική ζωφόρο, όπου ο πέπλος της θεάς παραδίδεται στον ιερέα της Αθηνάς ενώπιον της σύναξης των θεών. Στην πομπή λαμβάνουν μέρος ιππείς, άρματα, αποβάτες, θαλλοφόροι, πινακοφόροι, μουσικοί, κήρυκες, υδριοφόροι, σκαφηφόροι, ζώα προς θυσία, ήρωες, Εργαστίνες ή Κόρες, τελετάρχες και υπηρέτες. Οι ερμηνείες που έχουν προταθεί για τη ζωφόρο του Παρθενώνος ποικίλλουν:

i) Με βάση των αριθμό των εικονιζομένων ιππέων και αρμάτων, κάποιοι ερευνητές ισχυρίζονται ότι στη νότια πλευρά αντιπροσωπεύονται οι 10 αθηναϊκές φυλές του Κλεισθένους, που αντικατοπτρίζουν την κοινωνική δομή της εποχής του Περικλέους. Ακολούθως, η βόρεια ζωφόρος θεωρήθηκε ως συμβολική της αρχαϊκής οργάνωσης των πολιτών σε 4 φυλές και 12 φρατρίες από τον Σόλωνα, ενώ η δυτική ζωφόρος ως το συνειρμικό αντίστοιχο της πολιτικής κατάστασης στην Αθήνα της εποχής του Θησέως («συνοικισμός»). Η σύζευξη του ιστορικού παρελθόντος με το παρόν της πόλης επιτυγχάνεται στην εκτός χρόνου σκηνή της παράδοσης του πέπλου της Αθηνάς στην ανατολική ζωφόρο, όπου καταλήγουν από κοινού όλες οι παραπάνω θεματικές ενότητες.

ii) Σύμφωνα με μία άλλη προσέγγιση, οι ιππείς της ζωφόρου συμβολίζουν τους πεσόντες στη μάχη του Μαραθώνος Αθηναίους, οι οποίοι εμφανίζονται αφηρωισμένοι παρουσία των ηρώων και των θεών της πόλης.

iii) Μια τρίτη ομάδα μελετητών αναγνωρίζουν στην ζωφόρο του Παρθενώνος δύο διαφορετικές πομπές. Η μία, με την προσφορά των 10 αγελάδων προς θυσία, παραπέμπει στην Εκατόμβη, την τελετουργική θανάτωση 100 βοδιών προς τιμήν της θεάς κατά τη διάρκεια των Μεγάλων Παναθηναίων, και κατευθύνεται προς τον μεγάλο Βωμό της Αθηνάς. Η δεύτερη, που περιλαμβάνει την προσφορά 4 αγελάδων και 4 προβάτων προορισμένων για τη Αθηνά και την Πάνδροσο, προχωρεί προς τον «αρχαίο νεώ». Οι δύο πομπές συναντούν η μία την άλλη στα ανατολικά, όπου γίνεται η παράδοση του πέπλου της θεάς στον άρχοντα-βασιλέα και η προσφορά δίφρων στην ιέρεια της Αθηνάς.

iv) Κατά μία άλλη θεωρία, συμπληρωματική της προηγούμενης, ο αριθμός 10, που δεσπόζει στην πρώτη πομπή, συμβολίζει τις 10 δημοκρατικές κλεισθενικές φυλές· o δέ αριθμός 4, που κυριαρχεί στη δεύτερη πομπή, συμβολίζει τις 4 αρχαιότερες φυλές της αττικής, που υποδιαιρούνταν σε 12 φρατρίες και καθόριζαν την κοινωνική δομή της Αθήνας πριν από τις μεταρρυθμίσεις του Κλεισθένους.

v) Κάποιοι άλλοι προσδίδουν μυθολογική χροιά στη ζωφόρο, υποστηρίζοντας ότι αναπαριστά το γεγονός της καθιέρωσης της εορτής και των αγώνων των Παναθηναίων από τον Εριχθόνιο-Ερεχθέα, πλαισιωμένο από άλλες μυθικές μορφές του αθηναϊκού παρελθόντος (Κέκροψ, Γη, ήρωες, βασιλείς της Αθήνας, κ.ά.), σκηνή που παρουσιάζετσι ενδεδυμένη με το πνεύμα της παναθηναϊκής τελετής του 5ου αι. π.Χ. Υπό αυτή την έννοια, οι ιππικές σκηνές και οι αρματοδρομίες ενδεχομένως συμβολίζουν φάσεις των μυθικών ιππικών αγώνων των Παναθηναίων και ίσως μνημονεύουν την αρχέγονη ίδρυσή τους. Εκατέρωθεν του Εριχθονίου-Ερεχθέως εικονίζονται οι πομπικές σκηνές προσκόμισης των σφαγίων για θυσία στην Αθηνά και στη Γη αντιστοίχως, ενώ την ανατολική πλευρά καταλαμβάνει το δωδεκάθεο, με τους θεούς τοποθετημένους προς βορράν ή προς νότον με βάση την τοπογραφία των ναών τους στην Αττική.

vi) Στην ζωφόρο εικονίζεται εξιδανικευμένη η πομπή των Παναθηναίων ως ένα επαναλαμβανόμενο σε τακτά χρονικά διαστήματα θρησκευτικό γεγονός, ως ένα συνονθύλευμα τοπικών και χρονικών στιγμών που συμφύρονται με ευφυή τρόπο προς δόξα των Αθηναίων και των θεών που τους προστάτευαν.

Γ. Τα αετώματα του ναού διακοσμήθηκαν τελευταία, κατά την περίοδο 438/7-433/2 π.Χ. Αμφότερα παριστάνουν μυθολογικά θέματα, τα οποία περιλάμβαναν συνολικά περίπου 90 ολόγλυφες μορφές (μερικές αφέθηκαν ημίεργες). Στο ανατολικό αέτωμα εικονιζόταν η γέννηση της Αθηνάς από το κεφάλι του Διός. Αρκετές μορφές έχουν διασωθεί (Ήλιος και Άλογα, Διόνυσος/Ηρακλής, Εκάτη/Ήβη/Άρτεμις, Εστία, Διώνη, άρμα Σελήνης και Σελήνη), όμως το κέντρο της παράστασης έχει χαθεί και μόνο υποθετικά μπορεί να αποκατασταθεί, δεδομένου ότι οι κεντρικές μορφές (Δίας, Ήρα, Αθηνά, Ήφαιστος, Ειλείθυιαι ;) αφαιρέθηκαν στα χριστιανικά χρόνια για να χτιστεί η αψίδα στην ανατολική πλευρά. Το δυτικό αέτωμα στόλιζε το θέμα της έριδος ανάμεσα στην Αθηνά και στον Ποσειδώνα για την κυριαρχία στην Αθήνα παρουσία των ηρώων της Αττικής, γεγονός που τοποθετείται στην Ακρόπολη στα χρόνια της βασιλείας του Κέκροπος, ο οποίος ήταν και ο τελικός κριτής-διαιτητής της διαμάχης.

Δ. Ακρωτήρια: το κεντρικό ακρωτήριο της πρόσοψης του ναού ήταν ένα τεραστίων διαστάσεων ανθέμιο, ενώ τις γωνίες κοσμούσαν μάλλον Νίκες.







Αθήναι. Ακρόπολις. Οικοδομικές φάσεις των ναών της Αθηνάς.

U Πρωταρχικός Παρθενών (Urparthenon) (πώρινος, αρχές 6ου αι. π.Χ.).
ΠI Προπαρθενών Ι (πώρινος, γύρω ή λίγο πριν το 500, ημιτελής).
ΠΙΙ Προπαρθενών ΙΙ (μαρμάρινος, 489-485 π.Χ., ημιτελής).
Π Παρθενών (447-438 π.Χ., ολοκλήρωση του γλυπτού διακόσμου το 432 π.Χ.).
ΑΙ Αρχαιότερος ναός της Αθηνάς (αρχές 7ου αι. π.Χ.).
ΑΙΙ «Αρχαίος νεώς» της Αθηνάς (520/500 π.Χ.).
ΕΙ Ερέχθειον Ι, οίκημα (αρχές 5ου αι. π.Χ.).
ΕΙΙ Ερέχθειον ΙΙ (431 (?) - 406 π.Χ.).
ΜΙ Μυκηναϊκό (Πελαργικόν ή Πελασγικόν) τείχος.
ΜΙΙ Κλασσικό τείχος.
Ν Επίχωση των τυράννων (6ος αι. π.Χ.) και περσική επίχωση (480/79 π.Χ.).




Αθήναι. Ακρόπολις. Ι Προπαρθενών Ι. ΙΙ Προπαρθενών ΙΙ. ΙΙΙ. Παρθενών Κάτω: Κάτοψη του κλασσικού Παρθενώνος.




Αξονομετρικό σχέδιο της πρόσοψης του Πρωταρχικού Παρθενώνος.

     

   
Προοπτική αναπαράσταση της εξωτερικής όψης και τομή που απεικονίζει την εσωτερική δομή του Παρθενώνος.




Ανατολική πρόσοψη του Παρθενώνος.




Τομή της δυτικής πρόσοψης του Παρθενώνος.




Άποψη του προνάου του Παρθενώνος.



Αναπαράσταση ενός προϋπάρχοντος ιερού με βωμό, που ανοικοδομήθηκε από τους Αθηναίους, όταν χτίσθηκε το βόρειο τμήμα της περίστασης του Παρθενώνος, στο οποίο ενσωματώθηκε. Η παλαιά θέση του βρισκόταν υπό το δάπεδο του ναού, στο ίδιο ακριβώς σημείο.




Σχεδιαστική αναπαράσταση της ιωνικής ζωφόρου που περιέτρεχε το άνω μέρος των εξωτερικών τοίχων του σηκού (κυρίως ναού) του Παρθενώνος.

   

   
Φανταστικές απεικονίσεις της ανατίναξης του Παρθενώνος κατά την διάρκεια της πολιορκίας της Ακροπόλεως από τον Morosini στα πλαίσια του Β΄ Ενετο-τουρκικού πολέμου (1687).

   

   
Κάτοψη και πρόπλασμα του Παρθενώνος μετά την έκρηξη του 1687, με την προσθήκη του τουρκικού τζαμιού του 17ου αιώνος, το οποίο κατεδαφίσθηκε γύρω στα 1840.

   

   
Αξονομετρικά σχέδια της προσόψεως του Παρθενώνος, όπου φαίνεται ξεκάθαρα η διάρθρωση του θριγκού (ανωδομής).




Παρθενών. Δυτικές μετόπες. Αμαζόνες, έφιππες και πεζές, μάχονται εναντίον Ελλήνων.




Παρθενών. Βόρειες μετόπες. Σκηνές με θέμα την άλωση της Τροίας («Ιλίου Πέρσις»).




Παρθενών. Ανατολικές μετόπες. Μάχη των Ολύμπιων θεών εναντίον των Γιγάντων (Γιγαντομαχία).




Παρθενών. Νότιες μετόπες. Λαπίθες συγκρούονται με Κενταύρους (Κενταυρομαχία).




Σχεδιάγραμμα με την διάταξη των παραστάσεων που περιλαμβάνει η ζωφόρος του Παρθενώνος.




Παρθενών. Ζωφόρος. Δυτική πλευρά.




Παρθενών. Ζωφόρος. Νότια πλευρά.




Παρθενών. Ζωφόρος. Βόρεια πλευρά.




Παρθενών. Ζωφόρος. Ανατολική πλευρά.




Παρθενών. Ανατολικό αέτωμα (σχέδιο). Η γέννηση της Αθηνάς από το κεφάλι του Διός / Η αποκατάσταση της βασιλείας.




Παρθενών. Δυτικό αέτωμα (σχέδιο). Η διαμάχη Αθηνάς - Ποσειδώνος για την επικράτηση στην Αθήνα.




Προπλάσματα του δυτικού (πάνω) και του ανατολικού (κάτω) αετώματος του Παρθενώνος.










πηγή: eie.gr/archaeologia/gr/02_DELTIA/Parthenon.aspx