ΕΤΙΚΕΤΕΣ

ΠΛΑΤΩΝ - Ο ΛΟΓΟΣ, Ο ΕΡΩΣ ΚΑΙ ΤΟ ΚΑΛΛΟΣ ΣΤΟΝ ΔΙΑΛΟΓΟ ΦΑΙΔΡΟ

                     



Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου

Ο πλατωνικός διάλογος "Φαίδρος" αποτελεί ένα από τα ύψιστα αριστουργήματα του παγκόσμιου πνεύματος και του απαράμιλλου έντεχνου φιλοσοφικού λόγου. Μέσα στον "Φαίδρο" αναπτύσσεται ένας ποιητικός φιλοσοφικός λόγος που εμπερικλείει το όλον ζήτημα της αυτογνωσίας του ανθρώπου και αναδεικνύεται το μεγαλείο της φιλοσοφίας ως καθολικού τρόπου άσκησης του πνεύματος που φέρει ο άνθρωπος μέσα του. Στον μύθο του Φαίδρου περιγράφεται η ανθρώπινη ψυχή με τα δύο κύρια μέρη της, το λογικό και άλογο μέρος της και η δυνατότητα που έχει η τελευταία προκειμένου να φτερουγίσει στον υπερουράνιο κόσμο. Ο Πλάτων παρουσιάζει αυτή τη δυνατότητα του φτερουγίσματος ή πτήσης που έχει η ανθρώπινη ψυχή μέσω της άσκησης στη φιλοσοφία, μιας άσκησης που υπερβαίνει σε ποιότητα αυτήν της θρησκευτικής ασκητικής. 

Η μεγάλη διαφορά μεγέθους στον χαρακτήρα της πλατωνικής άσκησης στη φιλοσοφία έγκειται ως προς το ότι ο νους δεν εργάζεται μόνο στη βάση της υπηρεσίας του Λόγου για να συμμετέχει στο πνευματικό άθλημα της αυτογνωσίας και της ανέλιξης, αλλά κομίζει ως συνδρομητικό δίδυμο τον Έρωτα. Ο ασκών τη φιλοσοφική ανάπτυξη δεν μετέρχεται μόνο τον Λόγο για να ανέλθει στο αληθινό Ον, αλλά και τον Έρωτα ο οποίος λειτουργεί ενοποιητικά και εκστατικά για να συλλάβει το κάλλος της Ιδέας. Έτσι, σε αντίθεση με πολλούς φιλοσόφους, ο Πλάτων ανέπτυξε το έπος του Φιλοσοφικού Λόγου, τη συγκρότηση ενός πρότυπου υποδείγματος για το γνώθι σεαυτόν, μόνο σε εκείνο το επίπεδο που ο Έρως συγκλονίζει σύγκορμα όλο το συνειδητό και ασυνείδητο Είναι της ανθρώπινης οντότητας. Λόγος και Έρως ομοιάζουν και διαπλέκονται τόσο πολύ στους διαλεκτικούς αναβαθμούς του όντος ώστε να καθίσταται αδύνατη η οποιαδήποτε υπεροχή του ενός ή του άλλου και τούτο διότι ο μεν Λόγος αναδύεται μέσω της ισχύος της νόησης κατακόρυφα στην κλίμακα της ανοδικής πορείας, ο δε Έρως, ταυτόχρονα, διανύει μια σπειροειδώς κυκλική πορεία διέγερσης της διάνοιας γύρω από τον Λόγο, ίσου ύψους με αυτόν. Η εσωτερική έκρηξη του δυναμικού της διάνοιας εκτινάσσει το λογιστικό στο επίπεδο της υψηλής Νόησης, σε εκείνο το συνειδησιακό σημείο του όντος που διαφαίνεται καθαρά ότι τόσο ο Λόγος μεθά από την ελκτική δύναμη του Έρωτος, όσο και ο Έρως λάμπει από το φέγγος της τακτικής και ευδαιμονικής δράσης του Λόγου. Το μεγάλο μυστικό των διαλόγων του Πλάτωνα είναι ακριβώς αυτή η διαλεκτική πραγματολογική και νοητική δέση των δύο (Λόγος-Έρως) στη βάση του Μύθου. Οποτεδήποτε ο Λόγος φαίνεται να αφλογιστεί για να συλλάβει την κάλλος της Ιδέας εμφανίζεται μέσω του άνθους του φιλοσοφικού μύθου ο Έρως ο οποίος κυοφορεί το βάθος των εν δυνάμει μορφών που πηγάζουν από την Ιδέα, δηλαδή την ίδια τη διάνοιξη και το πλάτεμα του Λόγου τα οποία ενορχηστρώνει ο Έρως. Από την άλλη, κάθε φορά που ο Έρως, ως απύθμενος βουλητικός ενοποιητικός δεσμός του όντος, ξεδιπλώνει τις σύνθετες δονήσεις των δυνάμεων για τη συγκρότηση των μορφών και αδυνατεί να προσδέσει σε λογικούς αρμούς τον κόσμο ως όλον, εμφανίζεται ο Λόγος που μετέρχεται ο καθολικός νους και θέτει την ισόρροπη λογική τάξη στις σχέσεις και την  ανάπτυξη των όντων. 

Στην πλατωνική φιλοσοφία ο Έρως είναι δίδυμος αδελφός του Λόγου, δηλαδή ο τελευταίος ενεργοποιείται μόνο όταν ο ηνίοχος ζει με το Ερωτικό θάμασμα και τον συγκλονισμό καθώς ατενίζει το κάλλος των Ιδεών. Ο πλατωνικός Έρως εσωτερικεύει κάθε απόπειρα του ανθρώπου να μετέρχεται εξωτερικά αναπαραστατικά στοιχεία που χρησιμοποιεί η θρησκεία και μεταμορφώνει τον πόθο του θρησκευόμενου ανθρώπου σε πόθο του φιλοσόφου για κάτι ανώτερο που τον καθιστά μέτοχο του Φιλοσοφικού Λόγου και της Ανώτερης Νόησης. Με τη φιλοσοφία η λογική ψυχή δεν έχει ανάγκη μηχανιστικές και τυπικού χαρακτήρα τελετουργικές προσταγές ή κανόνες να εκτελέσει, όπως στη θρησκεία, αλλά απαιτείται η ενεργοποίηση της εσωτερικής βούλησης για ανέλιξη. Η ίδια η φύση της ψυχής περιέχει εγγεγραμμένη μέσα της την φυσική έλξη προς το ουράνιο, προς το θείο, η οποία σοβεί ανενεργή. Η ανωτερότητα του φιλοσοφικού δρόμου έγκειται στο ότι ακολουθεί την οδό της ελευθερίας του υποκειμένου να ασκηθεί στο άθλημα της πνευματικής-σωματικής πτήσης. Δεν χρειάζεται πουθενά αλλού να απευθυνθεί ο άνθρωπος παρά μόνο στον ίδιο του τον εαυτό. Ο δάσκαλος κρύβεται μέσα του ανενεργός. Η γνωστική απόσταση από την άγνοια αυτού του εσωτερικού δασκάλου μέχρι την ανακάλυψή του αποτελεί τον τιτάνιο αγώνα που πρέπει να πραγματοποιήσει η ψυχή για να βρει την αρμονική ισορροπία μεταξύ των δύο ίππων, προκειμένου να πετάξει ο ηνίοχος ψηλά. 

Στον φιλοσοφικό βίο κυριαρχεί ο έρως, που είναι ο μεγάλος πόθος για να αντικρίσει η ψυχή το Κάλλος, τον πραγματικό κόσμο, το Είναι, μέσα στο οποίο ενυπάρχουν τα πάντα με τον ιδανικότερο τρόπο, σύμφωνα με τον τρόπο του Ενός. Ο πλατωνικός Έρως του Φαίδρου δεν έχει όμοιό του πουθενά σε κανένα άλλο κείμενο  της παγκόσμιας γραμματείας. Η ανθρώπινη οντότητα πρέπει να καταστεί πύρινος δίαυλος διάνοιξης της φανέρωσης του έρωτος. Ο ασκούμενος στη φιλοσοφία δεν ορά κάποιον άλλο θεό παρά μόνο τον Έρωτα. Όταν ο Έρως λάβει τέτοιας διάστασης χαρακτηριστικά πρόσληψης μέσα στην καρδιά του υπό μύηση ασκούμενου στη φιλοσοφία, τότε δεν καθίσταται μόνο εσωτερικός ανώτερος εαυτός αλλά και καθοδηγητής, ανοδικός κινητήρας της ψυχής προς τον αληθινό κόσμο. Ο υπερβάλλων πόθος του ανθρώπου για ουράνια γνώση, για να αντικρίσει η ψυχή το απέραντο κάλλος του θείου κόσμου είναι η αιτία που ο ανθρώπινος νους αρχίζει να αφαιρεί νοερά από το σώμα όλους τους χιτώνες που απέκτησε η ανθρώπινη υπόσταση από τους εγκόσμιους θεούς. Τότε σταδιακά ο άνθρωπος εξίσταται από τη συμβατική του ύπαρξη και αδιαφορεί προς καθετί που σχετίζεται με τα αισθητά και υλικά πράγματα. Πρόκειται για μια εμπειρία του ανθρώπινου υποκειμένου μοναδική στην οποία τελείται μια εσωτερική μεταμόρφωση παράφορου έρωτα της ψυχής για το υπέρτατο κάλλος. Η θέα του Κάλλους λειτουργεί διαδραστικά. Κάθε φορά που η ψυχή ορά αυτό το κάλλος ο νους καθίσταται καθαρά λογικός και υπέρλαμπρος. Ο Λόγος είναι το γέννημα του κάλλους και αντίστροφα. Όταν ο ηνίοχος της ψυχής τίθεται στην αυτόβουλη υπηρεσία της απύθμενης ομορφιάς, του όντως ωραίου, βιώνει το ταξίδι που χαρτογραφεί ο ίδιος ο Λόγος, και όσο ο Λόγος συνθέτει περισσότερα ή υψηλότερα μονοπάτια, τόσο περισσότερο εκθαμπωτικό καθίσταται το κάλλος. Και η αιτία της ανοδικής κινητικής τροχιάς είναι πάντοτε ο Έρως, για αυτό και η σχέση μεταξύ του Έρωτα, του Λόγου και του Κάλλους είναι πρώτιστα διαλεκτική. 

Το πνευματικό ταξίδι της ψυχής στη φιλοσοφία, λοιπόν, δεν έχει κάποιο τέρμα, όπως στη θρησκεία, αλλά είναι απείρως ανοδικό και ρέει ατέρμονη αγαλλίαση στην ύπαρξη, γιατί, καθώς η ψυχή συνεχώς ανέρχεται και αντικρίζει το ωραίο, ξεπηδούν διαρκώς μέσα της αναρίθμητες φλόγες γνώσης και πνευματικής ηδονής που τέρπουν και μεταμορφώνουν κυριολεκτικά τους δύο ίππους της. Κάθε επιθυμία και παρόρμηση δεν εξοστρακίζεται ή απαγορεύεται, όπως συμβαίνει με τις θρησκευτικές απαγορεύσεις, αλλά δονεί στον ρυθμό του θείου Έρωτα που συνεπαίρνει τον καθ΄όλου άνθρωπο. 

Ας διαβάσουμε πώς προσλαμβάνει ο Τζωρτζόπουλος Δημήτρης αυτήν τη διαπλοκή του κάλλους και του έρωτα με τον λόγο:  

Η θεμελίωση της φιλοσοφίας του Ωραίου

Η θετική διαλεκτική, δυνάμει της οποίας παριστάνεται η πολυδιάστατη δυναμική του Έρωτος στον Φαίδρο, ως συνέχεια –τρόπον τινά– μιας παρόμοιας δυναμικής του στο Συμπόσιο, μας φέρνει κοντά την εικόνα μιας εγγενούς σχέσης ανάμεσα στο αγαθό και το ωραίο. Πρόκειται για μια συνεχώς αυτό-αναγεννώμενη σχέση, που αποκτά τον χαρακτήρα της ερωτικής αγάπης για τη φιλοσοφική γνώση και η οποία εν τέλει καθιστά τον Έρωτα Φιλόσοφο. Ανάμεσα στον Έρωτα και τη Φιλοσοφία εφεξής σφυρηλατείται ένας εσωτερικός δεσμός, που μέλλει να προσδιορίσει, με ξεχωριστό τρόπο, την ιστορική πορεία της φιλοσοφίας. Τούτο σημαίνει πως η φιλοσοφία πια δεν παύει εις το διηνεκές να είναι η πιο ουσιαστική εκ-δήλωση του Έρωτος, όπως και αντίστροφα ο Έρως δεν παύει να αποτελεί τη θεά Εστία του φιλοσοφικού Είναι του ανθρώπου. Αλλά πώς νοείται ο Έρως στον παρόντα Διάλογο; Νοείται ως έρως του ιδεατού κάλλους

Αναλογικά και η θεματική του έργου περιστρέφεται γύρω από την ομορφιά και εκτυλίσσεται ως διαλεκτική διαπάλη ανάμεσα στην εμπειρική και τη νοητή πρόσληψη του κάλλους, ανάμεσα στη μόρφωση και την παραμόρφωση της ψυχής του νέου, ανάμεσα στο θείο λόγο του φιλοσόφου, ως εραστή του απόλυτου κάλλους, και τον παραπειστικό λόγο του ρήτορα-σοφιστή, ως κατασκευαστή επιδεικτικών, «ερωτικών» λόγων και ως κομιστή σοφιστικών τεχνασμάτων περί τα ερωτικά. Τώρα λοιπόν πρέπει η αληθινή φιλοσοφία να προχωρήσει πέρα από κάθε λογής καλοστημένη σοφιστεία και να πλησιάσει την ψυχή, το πνεύμα του ανθρώπου, όχι ως κάτι το μεμονωμένο ή ξεχωριστό, αλλά στον καθολικό της/του χαρακτήρα ως ένα όλο (270c).

Γι’ αυτό, στον υπό συζήτηση Διάλογο, δεν έχουν θέση τα εγκώμια, που συναντάμε στο Συμπόσιον, παρά μια καθολική θεώρηση του ανθρώπου και του κόσμου. Όποιος θέλει να μελετήσει τον άνθρωπο, μας λέει ο φιλόσοφος, δεν μπορεί παρά να στοχεύει στο κέντρο: στην ψυχή του. Σε τούτο το κέντρο στοχεύει και ο ρητορικός και ο φιλοσοφικός λόγος, αλλά με διαφορετικό τρόπο και μέθοδο, όπως και για διαφορετικό σκοπό. Ο πρώτος θέλει να σταλάξει στην ψυχή την πειθώ, ο δεύτερος την αλήθεια. Ως εκ τούτου, ο μεν πρώτος σφυροκοπεί την ψυχή με γραπτούς, επιδεικτικούς λόγους, που μεγαλοποιούν, ήτοι παραμορφώνουν την πραγματικότητα κατά το δοκούν, αφήνοντας την αλήθεια να πάει στο καλόˑ ο δεύτερος, απεναντίας, δια-λέγεται, καλλιεργεί τη μνήμη και πάντοτε εκτυλίσσεται ως ανάμνηση της πρωταρχικής θέασης του ύψιστου κάλλους. 

Επομένως δεν αισθάνεται την ανάγκη να απολογείται σε ό,τι ηδονίζει τη μάζα κατά τη σκοπιμότητα της στιγμής, ούτε ενδιαφέρεται να προβάλλει το εύλογο, την εικασία, την αληθοφάνεια, αλλά παρα-ακολουθεί πιστά, μέσα από την ανάμνηση, την εικόνα και την ενέργεια της ζωντανής ψυχής. Αυτή την εικόνα και ενέργεια μας παρουσιάζει ο Πλάτων στο δεύτερο λόγο του Σωκράτη, όπου ο τελευταίος, ανάμεσα στα άλλα, διηγείται τον μεγάλο μύθο της ψυχής  στα χνάρια του πνευματικού πολιτισμού της εποχής. Ετούτη η διήγηση, στη διαχρονική της ισχύ, έρχεται να μας υπενθυμίσει πως ο  Έρως, ως αυθεντικός τοιούτος, ως Έρως του υπέρτατου, του αδιάψευστου κάλλους, δεν αποστρέφεται το υπάρχον, ως πολιτισμό, κοινωνία, πολιτεία κ.λπ., αλλά ενυπάρχει λιγότερο ή περισσότερο, εντελώς ή ατελώς, μέσα στην ίδια τούτη την πραγματικότητα ως δυνητική ενέργεια κάθαρσης του πολιτισμού από καθετί το χαμερπές, το διεφθαρμένο, το παράλογο, το διεστραμμένο κ.λπ.

Την κάθαρση τούτη συμβολίζει ο Έρως, ως φιλόσοφος Έρως, και την πραγμάτωσή της καθιστά εφικτή μόνο ο ερωτικός φιλόσοφος. Πώς τον φιλοτεχνεί στον Φαίδρο ο Πλάτων; Με τον Σωκράτη να γίνεται ένα με την ζωντανή εκδίπλωση των μορφών της μανίας και με τη μυσταγωγία του Έρωτος.. Είναι ακριβώς αυτή τούτη η θετική μανία, που συνιστά θεία δωρεά και εξοπλίζει τους ανθρώπους με συγκεκριμένες μορφές έμπνευσης, όπως μαντική, προφητική, ποιητική, ερωτική. Απέναντι στον ωφελιμιστικό «έρωτα», που εισηγήθηκε ο Λυσίας ορθώνεται τώρα ο ευδαιμονικός έρως. Για να δείξει τη δύναμη και τη σημασία αυτού του τελευταίου ο Πλάτων, αφού πρώτα περιγράψει, διά στόματος του Σωκράτη, το κοσμικό πανόραμα, την εικόνα του ουράνιου και υπερουράνιου τόπου, τη σφαίρα του κόσμου και το νόμο της Αδράστειας, καταπιάνεται με τη φύση της ψυχής, όπου έχει την έδρα του ο έρως. 

Σύμφωνα με το μύθο, η ψυχή σύρεται από δυο άλογα, απόλυτα αντίθετης νοο-τροπίας: το ενάρετο, το λογικό και αυτοπειθαρχημένο και το ατίθασο, το παρ-άλογο. Ο αμαξηλάτης–νους επιχειρεί να τιθασεύσει το ατίθασο άλογο και να οδηγήσει το φτερωτό άρμα προς το υπεραισθητό κάλλος. Η ανάβαση τούτη παριστά την πράξη που κάνει τον φιλόσοφο ερωτικό και τον έρωτα φιλοσοφικό. Η μαινόμενη εδώ διαλεκτική πάλη είναι σύμφυτη με το Είναι του ανθρώπου. Όποιος τη συνειδητοποιεί και δεν μένει στα μισά του δρόμου, συνεχίζει, μέσα από όλες τις ανασχέσεις, τη μεγάλη πορεία προς το Κάλλος και πραγματώνει τη φιλοσοφία ως αγάπη της σοφίας. Αυτή είναι η γραμμή που κινείται ο φιλόσοφος εραστής, καθώς με τη θέαση και το άγγιγμα της ομορφιάς του ανθρώπινου σώματος αναμιμνήσκεται δυνατά το αιώνιο που είδε κάποτε η ψυχή του. Η ομορφιά εν τέλει, στην περιοχή του εμπειρικού κόσμου, είναι παρούσα με τη μορφή εκείνων των φιλοσοφικών ιδεών ή εκείνης της Ιδέας, που φωτίζει πέρα ως πέρα τα έξω και τα έσω της ανθρώπινης ύπαρξης, που συγκροτεί το εσωτερικό της ρεύμα και την οδηγεί, πάνω από τα συντρίμμια της καθημερινής ζωής, προς το ανώτερο, το τέλειο, το άριστο. Ποιος φοβάται το άριστο;   

πηγή κειμένου Τζωρτζόπουλου: hegel-platon.blogspot.gr