Σε έναν από τους πλατωνικούς διαλόγους, τον ''Λύση'', συλλαμβάνεται η ιδέα της φιλίας μέσα σε μια σχέση. Είναι τα πρώτα σπέρματα της ιδέας του προσώπου στην αρχαία ελληνική γραμματεία και της παρουσίας του μέσα στον πολιτειακό κοινοτισμό της αθηναϊκής δημοκρατίας.
Ο Πλάτων βλέπει στη φιλία έναν ιδιαίτερο δεσμό που – όπως η ‘κοινότητα’ του Tönnies ...– αναπροσδιορίζει τις ανθρώπινες σχέσεις στη βάση της οικειότητας. Η οικειότητα που οδηγεί στην ευδαιμονία, λέει, δεν βασίζεται στις φυσικές σχέσεις (όπως π.χ. η φυσική αγάπη των γονιών για τα παιδιά τους).[5] Επομένως άλλη είναι η οικειότητα που μας ενδιαφέρει. Οικείος και φίλος γίνεται κάποιος σε κάποιον όταν ο δεύτερος αναγνωρίσει στον πρώτο ότι είναι καλύτερος απ’ αυτόν ως προς κάτι που του είναι ζωτικό (209c). Τότε του εκχωρεί το δικαίωμα να ενεργεί – σε σχέση με αυτό το κάτι – ελεύθερα και επί του ιδίου και επί των κτήσεών του, κάνοντας ό,τι επιθυμεί. Κι έτσι ο πρώτος γίνεται πραγματικά άρχων και ελεύθερος (210b), ενώ ο δεύτερος έχει το όφελος ότι η ζωή του και τα πράγματά του τυγχάνουν της φροντίδας ενός καλύτερου απ’ αυτόν τον ίδιο. Αυτή είναι η βάση της οικειότητας και της φιλίας για τον Πλάτωνα.
Ας σημειωθεί ότι για το θέμα που συζητούμε δεν έχει καμία σημασία αν αυτό που περιγράφει ο Πλάτων ως φιλία ταιριάζει με τη δική μας γενική αίσθηση για το τι είναι φιλία (θα χρειαζόταν γι’ αυτό μια άλλη συζήτηση). Εδώ αρκεί να συμφωνήσουμε ότι έχουμε πράγματι να κάνουμε μ’ έναν δεσμό που ορίζει τις ανθρώπινες σχέσεις σε μια προοπτική ευδαιμονίας. Κατ’ αρχάς είναι σαφές ότι ο δεσμός της φιλίας που περιγράφει εδώ ο Πλάτων είναι δεσμός πολιτικός, αφού εμπεριέχει τις έννοιες της ελευθερίας και της εξουσίας (ελεύθερος και άρχων). Κι εδώ προχωράμε σε μια δεύτερη ανατροπή. Ο Πλάτων δεν αντιλαμβάνεται εξουσία και ελευθερία σαν ανεξάρτητα πράγματα, αλλά σαν τις δυο όψεις του πολιτικού δεσμού για τον οποίο μιλάμε. Ελεύθερος δεν είναι απλώς αυτός που κάνει ό,τι θέλει στον εαυτό του και στα δικά του πράγματα, αλλά αυτός που του εκχωρείται από τους άλλους το δικαίωμα να άρχει επ’ αυτών. Αυτή η ελευθερία-εξουσία δεν είναι αυτονόητο δικαίωμα του καθενός (όπως η εξατομικευτική ελευθερία της ‘κοινωνίας’) αλλά είναι πνευματικό κατ’ αρχήν επίτευγμα, προϋποθέτοντας σωφροσύνη ή φρόνηση. Ο Πλάτων μας μιλά εδώ για μια συνάντηση ψυχών, σε μια σχέση ασύμμετρη, που προϋποθέτει την ηθελημένη προσχώρηση και των δύο πλευρών – αυτού που κατέχει την πνευματική αυτή αρετή και αυτού που είναι σε θέση να την αναγνωρίσει ως ωφέλιμη για τον ίδιον. Εδώ όμως τα δύο μέρη δεν προσέρχονται απλώς για να ανταλλάξουν τα αγαθά τους ή για να συνενώσουν αθροιστικά τις δυνάμεις τους και μετά να ξαναποσυρθούν στον ιδιαίτερο χώρο τους, αλλά παραμένουν ενωμένοι στον κοινό λόγο που αρθρώνεται από το ελευθέρως άρχειν του ενός και το ελευθέρως άρχεσθαι του άλλου.
Ο Πλάτων βλέπει στη φιλία έναν ιδιαίτερο δεσμό που – όπως η ‘κοινότητα’ του Tönnies ...– αναπροσδιορίζει τις ανθρώπινες σχέσεις στη βάση της οικειότητας. Η οικειότητα που οδηγεί στην ευδαιμονία, λέει, δεν βασίζεται στις φυσικές σχέσεις (όπως π.χ. η φυσική αγάπη των γονιών για τα παιδιά τους).[5] Επομένως άλλη είναι η οικειότητα που μας ενδιαφέρει. Οικείος και φίλος γίνεται κάποιος σε κάποιον όταν ο δεύτερος αναγνωρίσει στον πρώτο ότι είναι καλύτερος απ’ αυτόν ως προς κάτι που του είναι ζωτικό (209c). Τότε του εκχωρεί το δικαίωμα να ενεργεί – σε σχέση με αυτό το κάτι – ελεύθερα και επί του ιδίου και επί των κτήσεών του, κάνοντας ό,τι επιθυμεί. Κι έτσι ο πρώτος γίνεται πραγματικά άρχων και ελεύθερος (210b), ενώ ο δεύτερος έχει το όφελος ότι η ζωή του και τα πράγματά του τυγχάνουν της φροντίδας ενός καλύτερου απ’ αυτόν τον ίδιο. Αυτή είναι η βάση της οικειότητας και της φιλίας για τον Πλάτωνα.
Ας σημειωθεί ότι για το θέμα που συζητούμε δεν έχει καμία σημασία αν αυτό που περιγράφει ο Πλάτων ως φιλία ταιριάζει με τη δική μας γενική αίσθηση για το τι είναι φιλία (θα χρειαζόταν γι’ αυτό μια άλλη συζήτηση). Εδώ αρκεί να συμφωνήσουμε ότι έχουμε πράγματι να κάνουμε μ’ έναν δεσμό που ορίζει τις ανθρώπινες σχέσεις σε μια προοπτική ευδαιμονίας. Κατ’ αρχάς είναι σαφές ότι ο δεσμός της φιλίας που περιγράφει εδώ ο Πλάτων είναι δεσμός πολιτικός, αφού εμπεριέχει τις έννοιες της ελευθερίας και της εξουσίας (ελεύθερος και άρχων). Κι εδώ προχωράμε σε μια δεύτερη ανατροπή. Ο Πλάτων δεν αντιλαμβάνεται εξουσία και ελευθερία σαν ανεξάρτητα πράγματα, αλλά σαν τις δυο όψεις του πολιτικού δεσμού για τον οποίο μιλάμε. Ελεύθερος δεν είναι απλώς αυτός που κάνει ό,τι θέλει στον εαυτό του και στα δικά του πράγματα, αλλά αυτός που του εκχωρείται από τους άλλους το δικαίωμα να άρχει επ’ αυτών. Αυτή η ελευθερία-εξουσία δεν είναι αυτονόητο δικαίωμα του καθενός (όπως η εξατομικευτική ελευθερία της ‘κοινωνίας’) αλλά είναι πνευματικό κατ’ αρχήν επίτευγμα, προϋποθέτοντας σωφροσύνη ή φρόνηση. Ο Πλάτων μας μιλά εδώ για μια συνάντηση ψυχών, σε μια σχέση ασύμμετρη, που προϋποθέτει την ηθελημένη προσχώρηση και των δύο πλευρών – αυτού που κατέχει την πνευματική αυτή αρετή και αυτού που είναι σε θέση να την αναγνωρίσει ως ωφέλιμη για τον ίδιον. Εδώ όμως τα δύο μέρη δεν προσέρχονται απλώς για να ανταλλάξουν τα αγαθά τους ή για να συνενώσουν αθροιστικά τις δυνάμεις τους και μετά να ξαναποσυρθούν στον ιδιαίτερο χώρο τους, αλλά παραμένουν ενωμένοι στον κοινό λόγο που αρθρώνεται από το ελευθέρως άρχειν του ενός και το ελευθέρως άρχεσθαι του άλλου.