ΕΤΙΚΕΤΕΣ

ΑΝΡΙ ΜΠΕΡΞΟΝ - Η ΕΝΟΡΑΣΗ ΚΑΙ ΤΟ ΔΗΜΙΟΥΡΓΙΚΟ ΜΥΑΛΟ

Αποτέλεσμα εικόνας για μπερξόν, ενόραση

O Henri Louis Bergson (1859-1941), ήταν γάλλος φιλόσοφος, ο οποίος αφού σπούδασε στην Ecole Normale Superieure αργότερα διετέλεσε καθηγητής του College de France και τακτικό μέλος της Γαλλικής Ακαδημίας, ενώ το 1927 τιμήθηκε με το βραβείο Νόμπελ λογοτεχνίας.   Ιδιαίτερη ήταν η ενασχόληση του μετά τον A’ Παγκόσμιο Πόλεμο με τα διεθνή ζητήματα, προκειμένου να προωθήσει την υπόθεση της ειρήνης και της συνεργασίας μεταξύ των λαών.
Το 1900 έγινε καθηγητής στο Κολέγιο της Γαλλίας, αποκτώντας την Έδρα της Ελληνικής και Λατινικής Φιλοσοφίας , την οποία και διατήρησε έως το 1904.

Τα θέματα που θίγει ο Μπερξόν σχετίζονται με το χρόνο και την ταυτότητα, την ελεύθερη θέληση, την αντίληψη, την αλλαγή, τη μνήμη, τη συνείδηση, τη γλώσσα, και τα όρια της λογικής.
Ο Γάλλος φιλόσοφος ήθελε τον μέλλοντα άνθρωπο απαλλαγμένο από τον κατάφωρο υλισμό και προσηλωμένο στην αναζήτηση πεδίων πνευματικών και ψυχικών. Μία, ίσως, ουτοπία για όσα βιώνουμε σήμερα στον κόσμο μας.
Κατά τον Ανρί Λουί Μπερξόν, ο κόσμος είναι προϊόν μιας ανεξέλεγκτης σκοτεινής δύναμης, της ζωικής ορμής (vis vitalis), που την ορίζει ως μια τυφλή, ανυπότακτη σε κανόνες δύναμη που, δρώντας έξω από κάθε προγραμματισμό και σκοπιμότητα, στάθηκε η αιτία για να δημιουργηθεί ζωή στα διάφορα επίπεδά της. Αρχικά, η ζωική ορμή εκδηλώθηκε σε ορισμένες φυσικοχημικές ενώσεις, για να διακλαδωθεί, στη συνέχεια, προς τρεις διαφορετικές κατευθύνσεις και να δημιουργηθούν, έτσι, τα τρία βασικά είδη ζωής – ήτοι: τα φυτά, τα έντομα και τα σπονδυλωτά. Απόληξη της εξελικτικής πορείας της ζωικής ορμής ήταν η δημιουργία του ανθρώπου. H ζωική ορμή, η οποία υπάρχει σε κάθε τύπο ζωής, στον άνθρωπο εκδηλώνεται με δύο τρόπους: ως νόηση και ως ένστικτο.
Με τη νόηση κατορθώνουμε να κατατμήσουμε την πραγματικότητα, προκειμένου, κατ’ αυτό τον τρόπο, να μπορέσουμε να τη γνωρίσομε.
Η νόηση, κατά τον Μπερξόν, μας βοηθάει να προσανατολιστούμε μέσα στον κόσμο και εναρμονιζόμενοι μαζί του, να τον γνωρίσουμε. Η μέθοδος που ακολουθούμε, προκειμένου να επιτύχουμε με τη νόησή μας το στόχο αυτό, είναι η κατάτμηση της πραγματικότητας.
Εκείνο δηλαδή που κάνουμε, για να γνωρίσουμε ένα αντικείμενο ή ένα γεγονός είναι: να το διαχωρίσουμε από την υπόλοιπη πραγματικότητα, να το ακινητοποιήσουμε σε κάποια από τις φάσεις μέσα από τις οποίες διέρχεται και στην συνέχεια να το κομματιάσουμε και να το διακρίνουμε στα μέρη του.
Γνωρίζοντας τα μέρη από τα οποία αποτελείται ένα πράγμα, γνωρίζουμε το ίδιο το πράγμα. H μέθοδος αυτή, την οποία, σημειωτέον, ακολουθούν οι επιστήμονες, προκειμένου να επιτύχουν το στόχο τους, που είναι, βέβαια, η γνώση του κόσμου, περικλείει, κατά τον Μπερξόν, ένα βασικό μειονέκτημα. Απομονώνοντας τα πράγματα, κατατέμνοντάς τα και ακινητοποιώντας τα, τα διαχωρίζουμε από ένα βασικό γνώρισμα τους: την κίνηση, τη ροή.
Την τελευταία αυτή μπορούμε να τη συλλάβουμε μόνο με το ένστικτο. Το ένστικτο μας αποκαλύπτει ένα άλλο είδος γνώσης, τη γνώση σε όλο το βάθος της -την ενόραση. Αν, χάρη στη νόηση, μπορούμε να μιλάμε για τα αντικείμενα και τα γεγονότα, με το ένστικτο μπορούμε να μπούμε μέσα σε αυτά και να τα δούμε εκ των έσω. Τη διαφορά μεταξύ της νοητικής και της ενορατικής γνώσης μπορούμε να την αντιληφθούμε καλύτερα, αν σκεφθούμε την περίπτωση του χρόνου.
Υπάρχουν δύο μορφές χρόνου: ο χωροποιημένος χρόνος, τον οποίο συλλαμβάνουμε με τη νόηση, και η διάρκεια, που συλλαμβάνουμε με το ένστικτο. O χωροποιημένος χρόνος είναι αντικείμενο της νόησης μας. Με την τελευταία αυτή τέμνουμε το χρόνο σε επιμέρους ενότητες – σε χρόνια, σε μήνες, σε ημέρες, σε ώρες κ.λπ. -, όπως τέμνουμε μία απόσταση σε χιλιόμετρα, σε μέτρα κ.λπ. Έτσι, όμως, ο χρόνος, καθώς στατικοποιείται, αλλοτριώνεται από την ουσία του, που είναι η ροή, και καταντά μία μορφή του χώρου.
O πραγματικός χρόνος, όμως, είναι η διάρκεια. O χρόνος ως διάρκεια δεν χωρίζεται σε επιμέρους ενότητες αλλά αποτελεί ένα συνεχές, το οποίο, ανάλογα με την ψυχική διάθεση μας, άλλοτε κυλά πιο γρήγορα -όπως στην περίπτωση που είμαστε χαρούμενοι- και άλλοτε πιο αργά – όπως όταν, για παράδειγμα, βρισκόμαστε στην κατάσταση της αγωνίας. Τις διακυμάνσεις αυτές, οι οποίες αποτελούν το βασικό συστατικό του πραγματικού χρόνου, της διάρκειας, μπορούμε να τις συλλάβουμε όχι με τη νόηση μας αλλά με την ενόραση μας κατά τρόπο άμεσο και ενστικτώδη.
Μεταξύ των άλλων έγραψε το:  Το γέλιο Δοκίμιο για τη σημασία του κωμικού. Περιλαμβάνει τρία άρθρα, που γράφτηκαν το 1900, για το γέλιο που προκαλείται ειδικά από το κωμικό. Ο Μπερξόν εδώ καθώς ψάχνει να καθορίσει τις μεθόδους κατασκευής του αστείου, προσπαθεί να βρει και την πρόθεση της κοινωνίας όταν γελά.
Γενικότερα για τον Μπερξόν
Πίστευε ότι η επιστήμη και η διανόηση δεν είναι σε θέση να συλλάβουν αυτή τη βαθύτερη όψη της πραγματικότητας και απλώς συλλαμβάνουν την επιφανειακή όψη της, που είναι σταθμητή, υλική και χωρική. Θεωρούσε, επιπλέον, ότι με τις βαθύτερες τάσεις έρχεται σε επαφή όχι η διανόηση αλλά η διαίσθηση, καταλογίζοντας στους ψυχολόγους ότι διαστρεβλώνουν τα γεγονότα στην προσπάθειά τους να τα ορίσουν ποσοτικά και να τα εκφράσουν αριθμητικά.
Η διαίσθηση είναι, λοιπόν, σύμφωνα με τον Μπερξόν, το ανώτατο όργανο της γνώσης, με το οποίο ο άνθρωπος μπορεί να υπερβεί τα όρια της επιστημονικής γνώσης, συλλαμβάνοντας έτσι την πεμπτουσία του γίγνεσθαι της πραγματικότητας. Η εν λόγω διαίσθηση-ενόραση του Μπερξόν έχει καταγωγή στην επιστήμη της αρχαίας ελληνικής μαντικής. Όπως στην μαντική υπάρχει ένωση σε όλον του παρελθόντος και του μέλλοντος με το παρόν, έτσι και κάτι ανάλογο συμβαίνει με την μπερξονική ενόραση.  
Σύμφωνα με τον ίδιο, η φιλοσοφία «είναι η εμβάθυνση του γίγνεσθαι γενικά, είναι ο αληθινός εξελικτισμός και, συνεπώς, η αληθινή προέκταση της επιστήμης». Η αντι-ορθολογιστική έμπνευση της σκέψης του, ο τονισμός του καθετί που είναι νεωτερισμός, μέλλον και δημιουργία, προκάλεσαν κύμα ενθουσιωδών υποστηρικτών αλλά και αυστηρούς επικριτές του. Πέρα από τη φιλοσοφία με τη στενή έννοια, επιδράσεις του Μπερξόν διακρίνονται μεταξύ άλλων στον μοντερνισμό και στην πολιτικοκοινωνική σκέψη του Σορέλ.
Η φιλοσοφία του Μπερξόν με λίγα λόγια
1. Απορρίπτει καθολικά την "καθολική" γνώση με τον ορθό Λόγο, δηλαδή με τη λογική, πράγμα που σημαίνει ότι υποτιμά την επιστημονική γνώση. Κατ’ αυτόν: « H αλήθεια είναι απρόσιτη από την επιστήμη και η λογική σκέψη είναι ανίκανη να διεισδύει στο βάθος των πραγμάτων. H επιστήμη έχει μόνο πρακτική αξία
2. Εισάγει, αντί της λογικής και της θεολογικής γνώσης, την ενορατική ή διαισθητική γνώση. Ισχυρίζεται ότι η ενόραση ή η διαίσθηση (intuition) μπαίνει μέσα στα πράγματα και μας δίνει μία γνώση απόλυτη, φτάνει στο απόλυτο, στο υπερβατικό, ενώ η επιστήμη γυρίζει γύρω στα πράγματα.
3. Απέναντι στην υλιστική θεωρία για τη φύση αντιπαραθέτει τη μεταφυσική έννοια της «καθαρής διάρκειας», που αποτελεί την πρώτη αρχή του σύμπαντος. H ύλη, ο χρόνος η κίνηση είναι διαφορετικές μορφές της «διάρκειας». H «διάρκεια» του Μπερξόν είναι ένας αυθαίρετος ιδεαλιστικός όρος, προκειμένου να προσδιορίσει την αρχαία έννοια του πνεύματος.
4. Θεωρεί ότι η μόνη κινητήρια δύναμη του σύμπαντος είναι ο Θεός/θεοί. Όμως, η θεώρηση του Μπερξόν είναι αποφασιστικά ανορθολογική (irrationale – Ο ιρρασιοναλισμός είναι η φιλοσοφική θεωρία που ισχυρίζεται ότι η ουσία του κόσμου είναι ασύλληπτη με τη λογική).
Δηλαδή η ενορατική φιλοσοφία του Μπερξόν, η φιλοσοφία του παραλόγου του Καμύ, η μεταφυσική της ανορθόλογης βούλησης του Σοπενχάουερ και όσες άλλες φιλοσοφίες θέλουν μία γνώση όχι με το λόγο, αλλά με τη διαίσθηση και την αποκάλυψη, αποτελούν προσπάθειες αντιρασιοναλιστικής ή ιρρασιοναλιστικής προσέγγισης του κόσμου, που δεν αναζητούν την αλήθεια, αλλά μια εμπειρία ψυχολογική.
πηγή: sciencearchives