ΕΝΟΤΗΤΑ 5η
Μετάφραση
[Σημάδι αποδεικτικό των έξεων πρέπει να θεωρούμε την ευχαρίστηση ή τη δυσαρέσκεια που συνοδεύει τις πράξεις μας. Αυτό θα πει: Όποιος μένει μακριά από τις σωματικές ηδονές και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση, είναι άνθρωπος σώφρων ακόλαστος, είναι αυτός που το πράγμα αυτό τον δυσαρεστεί. Επίσης: ο άνθρωπος που στέκεται να αντιμετωπίσει όλα τα επικίνδυνα πράγματα και αυτό του προκαλεί ευχαρίστηση ή, έστω, δεν τον δυσαρεστεί, είναι ανδρείος.· Δειλός είναι αυτός που το πράγμα αυτό τον δυσαρεστεί. Και όλα αυτά γιατί η ηθική αρετή σχετίζεται στην πραγματικότητα με την ευχαρίστηση και με τη δυσαρέσκεια: η ευχαρίστηση μας εξωθεί να κάνουμε ευτελή
πράγματα, η δυσαρέσκεια μας κρατάει μακριά από τα όμορφα πράγματα. Γι' αυτό και είναι ανάγκη -όπως το λέει ο Πλάτωνας- να έχει πάρει κανείς ήδη από μικρός εκείνη την αγωγή που θα τον κάνει να ευχαριστιέται και να δυσαρεστείται με αυτά που πρέπει. Αυτή είναι η σωστή παιδεία.]
πράγματα, η δυσαρέσκεια μας κρατάει μακριά από τα όμορφα πράγματα. Γι' αυτό και είναι ανάγκη -όπως το λέει ο Πλάτωνας- να έχει πάρει κανείς ήδη από μικρός εκείνη την αγωγή που θα τον κάνει να ευχαριστιέται και να δυσαρεστείται με αυτά που πρέπει. Αυτή είναι η σωστή παιδεία.]
ΣΧΟΛΙΑ
Το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο μπορεί να αποφανθεί κανείς, κατά τον Αριστοτέλη, ότι έχουν διαμορφωθεί οριστικώς οι έξεις είναι το ευχάριστο ή δυσάρεστο συναίσθημα που συνοδεύει τις ανθρώπινες πράξεις. Οι ηθικές αρετές συναρτώνται προς τις ηδονές και τις λύπες, Επομένως, η εκδήλωση μιας ηθικής στάσης ή συμπεριφοράς δεν αρκεί για να χαρακτηρισθεί κανείς ως σώφρονας και ενάρετος. Πρέπει και να αισθάνεται κανείς κάποια ευχαρίστηση, όταν απέχει από τις ηδονές, δηλαδή να αποστρέφεται συνειδητά και με συναίσθημα ανακούφισης τις πράξεις που δεν είναι ενάρετες,
«Βασικά ο Αριστοτέλης με τη διδασκαλία των αρετών ως έξεων έρχεται αντιμέτωπος προς την παλαιά διδασκαλία του Σωκράτους και του Πλάτωνος, σύμφωνα με την οποία η αρετή είναι γνώση (επιστήμη), κατά συνέπεια διδακτή, όπως πρέσβευαν οι σοφιστές. Επίσης αντιτίθεται προς την αριστοκρατική αντίληψη του 5ου π.Χ. αιώνος, η οποία θεωρούσε ότι η αρετή οφείλει την προέλευση της στην φύση» (Κούτρας, 1995, σελ. 28). Ο Αριστοτέλης υποστηρίζει ότι οι αρετές προκύπτουν με την άσκηση και στηρίζονται στην αγαθή πράξη.
Για να αποσαφηνίσει και να εξηγήσει το κριτήριο σύμφωνα με το οποίο διαμορφώνονται οι έξεις, ο Αριστοτέλης χρησιμοποιεί δυο παραδείγματα. Στο πρώτο παρουσιάζεται ο σώφρονας άνθρωπος, ο οποίος απέχει από την ικανοποίηση των σωματικών ηδονών, δηλαδή αυτών που επιφέρουν κάποια βλάβη ή αποδεικνύονται εκ των υστέρων επιζήμιες για το άτομο. Ο σώφρονας άνθρωπος χαίρεται, επειδή μπορεί και απέχει από την ικανοποίηση των ηδονών. Ο ακόλαστος είναι αυτός ο οποίος λυπάται και υποφέρει, όταν απέχει από τις υλικές απολαύσεις.
Το δεύτερο παράδειγμα αφορά στον τρόπο που αντιδρά ο άνθρωπος εμπρός στα δεινά. Έτσι, ο ανδρείος είναι αυτός ο οποίος αντιμετωπίζει τις δυσκολίες και τις αντιξοότητες του βίου και μπορεί να χαίρεται ή, τουλάχιστον, δεν λυπάται και δεν καταβάλλεται από αυτές, όπως κάνει ο δειλός.
Με άλλα λόγια η εκδήλωση κάποιας ηθικής συμπεριφοράς ή στάσης δεν αποτελεί από μόνη της απόδειξη ότι κάποιος άνθρωπος είναι συνετός, σώφρονας. Ο Αριστοτέλης θεωρεί επιπλέον ότι ο σώφρονας όχι μόνο απέχει από τις ηδονές, αλλά και ότι αισθάνεται γι” αυτό τον λόγο ευχαρίστηση και ικανοποίηση.
πηγή: Stratilio's Cloud