ΕΤΙΚΕΤΕΣ

Η ΟΡΦΙΚΗ ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ ΤΟΥ ΚΡΥΜΜΕΝΟΥ ΘΕΟΥ ΚΑΙ Η ΕΝΝΟΗΣΗ ΤΗΣ ΟΥΣΙΑΣ

Αποτέλεσμα εικόνας για χάος, έργα ζωγραφων"

Πρόλογος του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου

Η ορφική θεολογία είναι μέρος της ορφικοπυθαγόρειας-πλατωνικής φιλοσοφικής γραμμής και αποτελεί τις βάσεις πάνω στις οποίες στηρίχτηκε τόσο η παρμενίδεια όσο και η πλατωνική γνωσιολογία και οντολογία. Το μέγα ζήτημα που τίθεται σχετικά με την ορφική παράδοση είναι ότι πολλοί την συλλαμβάνουν με τις θρησκευτικές προσλήψεις και τους όρους των νεώτερων θρησκειών προσδίδοντας όχι μόνο σε αυτήν, αλλά και στη φιλοσοφία των μύθων έναν προλογικό και μη έλλογο χαρακτήρα. Το σύνολο των ξένων αλλά και των ελληνικών μύθων (Ομήρου και Ησιόδου) είναι αναπαραστατικές θεατρικού τύπου δημιουργίες των αρχαίων μέσα στις οποίες κωδικοποιούνται κοσμογονικές και ψυχ-αγωγικές αλήθειες που η γνωσιακή τους δόμηση αποτυπώνει αιώνια αρχέτυπα του συλλογικού μας ασυνείδητου όσο και a priori δομές του ανθρώπινου ψυχισμού. Οι αρχαίοι μας πρόγονοι δεν δόμησαν μια φανταστική θεολογία με βάση μια συμβατικού τύπου θεώρηση των φαινομένων αλλά μια φυσική θεολογία του Εαυτού

Γράφει συγκεκριμένα ο Carl Jung: 

«Η περιοχή της ψυχής που είναι άπειρα αρχαιότερη από την προσωπική ζωή του ατόμου, φαίνεται ότι περιέχει ορισμένα σχέδια, τα «αρχέτυπα», που είναι κοινά για όλη την ανθρωπότητα». (Carl Jung, Η ολοκλήρωση της ανθρωπότητας). «Τούτη η ιλιγγιωδώς πανάρχαιη ψυχή αποτελεί το θεμέλιο του πνεύματός μας» (Carl Jung, Ο άνθρωπος και τα σύμβολά του).


Η μυθολογία ως μία δεξαμενή βαθιών, κρυμμένων και θαυμαστών αληθειών, βασίζει, κατά τον Jung,  τις ιστορίες της στα αρχέτυπα. Τα «αρχέτυπα», με βάση τα οποία δομήθηκε το περιεχόμενο και η δομή των υποθέσεων των μύθων που κόμιζαν οι φυσικές θρησκείες, όπως και η αρχαία ελληνική, είναι παγκόσμιες νοητικές «προδιαθέσεις» ή σχήματα που δεν προέρχονται από την ατομική και προσωπική εμπειρία του καθενός μας στην καθημερινή ζωή, αλλά υπάρχουν από μόνα τους μέσα στην ίδια τη φύση. Όπως ακριβώς και οι μορφές του Πλάτωνα (είδη), τα αρχέτυπα δεν έχουν την προέλευση τους στον κόσμο των αισθήσεων, αλλά υπάρχουν μέσα στους φυσικούς νόμους που ενυπάρχουν και ως αρχέτυπα μέσα στην ανθρώπινη ψυχή. Αυτά τα αρχέτυπα είναι οι ουσιώδεις λόγοι, κατά τον Πρόκλο, που αποτελούν την εγγεγραμμένη a priori καθολική γνώση στην ανθρώπινη ψυχή πριν την ενσάρκωσή της. Το ίδιο μας λέει και ο Αριστοτέλης στο βιβλίο Ζ (1040, 15: 4-5) των Μετά τα Φυσικά, ότι οι λόγοι της ουσίας μας βρίσκονται μέσα μας (σωζομένων των λόγων εν τη ψυχή). Αυτή η γνώση μπορεί να συλληφθεί από τον άνθρωπο μέσω της ενασχόλησης με τη φιλοσοφία με την κατανόηση της ίδιας της ουσίας του. Ο Jung, καθώς μελέτησε τους αρχαίους μύθους επισταμένα, πίστευε πως τα αρχέτυπα αναδύονται αυθόρμητα στο νου, ειδικά σε καταστάσεις κρίσεων. Μια κρίση, ισχυρίζεται ο Jung, ανοίγει την πύλη προς το Συλλογικό ασυνείδητο και επιτρέπει σε ένα αρχέτυπο να αποκαλύψει μια βαθιά αλήθεια κρυμμένη από τη συνείδηση. Αυτές οι, κατά Jung, "κρίσεις" στην ορφική παράδοση, αλλά και σε άλλες φυσικές θεολογικές παραδόσεις, λαμβάνουν τον χαρακτήρα αυτών των θεατρικών αναπαραστάσεων των μύθων ως δρώμενα με τη μορφή των μυστηρίων. Σε αυτά τα δρώμενα-μυστήρια ο συμμετέχων βιώνει την  αλήθεια της ύπαρξής του ως μέρος του συμπαντικού Όλου.  

Προχωρώντας ακόμα περισσότερο, ο Jung θεωρεί ότι τα αρχέτυπα είναι ανεξάρτητες οντότητες, που δομούν το συλλογικό ασυνείδητο. Αυτές οι οντότητες είναι άφθαρτες στην ουσία τους και «συνιστούν τον ακλόνητο άξονα γύρω από τον οποίο η ανθρώπινη ψυχή περιστρέφεται πραγματοποιώντας τις αναρίθμητες παραλλαγές της».

Επιστρέφοντας στο προκείμενο θέμα είναι πολύ σημαντικό να επισημάνουμε ότι η ορφική παράδοση, ως συλλογική μάλλον δημιουργία με αρχηγέτη τον Ορφέα, αποτύπωσε τα αρχέτυπα της ομηρικής και ησιόδειας μυθολογίας σε φιλοσοφικό υπόβαθρο συγκροτώντας μια θεολογία θεατρικής βίωσης του τρόπου που υπάρχει ο κόσμος ως σχεσιακή δομή. Οι ελληνικοί μύθοι, βέβαια, ως κατασκευές των φιλοσόφων και των ποιητών, αποτέλεσε μια σπουδαία αρχαία τέχνη του λόγου και λειτούργησαν με διττό τρόπο: η δομή και η αφήγηση των μυθικών γεγονότων και των προσωπικοτήτων τους έπρεπε να έχει κωδικοποιημένο φανταστικό ανάπτυγμα προκειμένου, αφενός να αποκωδικοποιούνται από όσους ασχολούνταν με την φιλοσοφία κατανοώντας την κρυμμένη αλήθεια, αφετέρου να μην εξεγείρονται οι πνευματικά ανώριμοι πολλοί οι οποίοι προσλάμβαναν στους μύθους ως πραγματικότητα τόσο τον ανθρωπομορφισμό των θεών  όσο και τις ανίερες πράξεις τους. Οι "θεότητες" στην ορφική, αλλά και κατ΄επέκταση, στην αρχαία ελληνική θεολογία, αποτελούν υπερούσιες κοσμογονικού τύπου ενέργειες και δυνάμεις της Θεάς - Φύσης (κατά Σπινόζα) που εγκιβωτίζουν μέσα σε όλα τα έμψυχα όντα τα αρχέτυπα αυτά. 

Είναι περιττό να προσθέσουμε ότι ολόκληρη η αρχαία ελληνική φιλοσοφία αλλά και η νεότερη/σύγχρονη φιλοσοφία από τους προσωκρατικούς μέχρι και τον Χέγκελ ακριβώς αυτή τη τιτάνια σκόπευση ανέλαβαν να φέρουν εις πέρας, να συλλάβουν το αληθινό "ον", τόσο τον τρόπο που υπάρχει ο κόσμος όσο και την ουσία και τον σκοπό της ανθρώπινης οντότητας. Σε αυτόν τον ορίζοντα, η ορφική παράδοση ως μέρος της αρχαίας θεολογικής θεώρησης έχει τον ίδιο σκοπό με την καθ΄εαυτού φιλοσοφία. Ενώ, δηλαδή η ορφική τελετουργική μυσταγωγία, αλλά και η φιλοσοφική ή θεολογική  μυθολογία μετέρχονται τα σύμβολα ως συνθήματα (στην νεοπλατωνική γλώσσα) για να προσελκύσουν τα "αρχέτυπα" που ανακαλύπτονται στον άνθρωπο με την διαισθητική νόηση, η φιλοσοφία κάνει ακριβώς το ίδιο με την ένδον-σκόπηση/σκόπευση, την ενεργητική λειτουργία της νόησης προκειμένου να συλλάβει ανερχόμενη την αληθινή γνώση, την καθαρή γνώση των καθεαυτού μορφών (κατά Αριστοτέλη), τις Ιδέες (κατά Πλάτωνα), την a priori γνώση ως ουσιώδεις λόγους (κατά Χέγκελ και Πρόκλο).  

____________________

Σας έχει συμβεί να αισθανθείτε πως έχετε δύο εαυτούς που δεν τα βρίσκουν μεταξύ τους; Πως οι σαρκικές επιθυμίες σας δεν αφήνουν τον πνευματικό άνθρωπο μέσα σας να εξελιχθεί; Μήπως υπάρχουν μέσα μας στοιχεία που οι ανάγκες του σώματος καταπνίγουν;
Πολλές χιλιάδες χρόνια πριν, στη Θράκη έζησε ο πρώτος άνθρωπος που παρουσίασε μία εξήγηση για την μάχη ανάμεσα στο σώμα και το πνεύμα. Ήταν ο Ορφέας, ο ιδρυτής μίας θρησκευτικής κίνησης που φέρει το όνομά του. Ο ορφισμός είναι η απαρχή κάθε μυστικιστικής θεωρίας που αναπτύχθηκε στη συνέχεια, αλλά και η πηγή από την οποία ο Χριστιανισμός άντλησε τα περισσότερα δόγματά του.
Υπολογίζεται πως τον 6ο αι. π.κ.χ υπήρχαν σαράντα περίπου έργα σχετικά με την ορφική θεολογία, αλλά δυστυχώς ελάχιστα από αυτά έχουν φτάσει ως εμάς, από μεταγενέστερες συλλογές. Πολλές πληροφορίες για τους ορφικούς διέσωσαν οι πυθαγόρειοι, που υιοθέτησαν σε γενικές γραμμές τις απόψεις τους. Οι Ορφικοί Ύμνοι είναι ένα από τα διασωθέντα κείμενα και περιλαμβάνει προσευχές κι επικλήσεις στους θεούς. Στα ιερά Μυστήρια, όπως τα Ελευσίνια, οι πιστοί συμμετείχαν σε μία θεατρική αναπαράσταση των μύθων που σχετίζονται με τη δράση και τις ιδιότητες των θεών. Με τον τρόπο αυτό, ο μύστης οδηγείται στην ανακάλυψη της κρυμμένης αλήθειας για τη ζωή και τον θάνατο.
Κάθε τέτοιος μύθος συμβολίζει μίαν κρυμμένη αλήθεια, η οποία αποκαλύπτεται κατά τη διάρκεια της θεατρικής αναπαράστασης. Ο μύστης ανακαλύπτει τις φάσεις της δημιουργίας του υλικού κόσμου μέσα από τις γενεαλογίες των θεών και τους κοσμογονικούς μύθους. Κάθε θεότητα συμβολίζει την κατάσταση ενός υλικού σώματος ή τις δυνάμεις που απορρέουν απ’ αυτό. Όταν συμμετέχει ο μύστης σε ένα δράμα που περιγράφει το ερωτικό ζευγάρωμα των θεών, οραματίζεται την ένωση των δυνάμεων της φύσης που δημιουργούν κάτι νέο. Κάθε ερωμένη του άτακτου Δία είναι απλώς μία ιδιότητα της πρώτης αρχής και τα παιδιά που αποκτά μαζί τους είναι οι δυνάμεις που απορρέουν από αυτήν την ιδιότητα. Και όταν μετέχει ο πιστός στην αναπαράσταση της στιγμής κατά την οποία ο Κρόνος ακρωτηριάζει τον πατέρα του Ουρανό, βιώνει το τέλος μιας φάσης της δημιουργίας και την αρχή μίας νέας. Στους μύθους κάθε νέα τάξη θεών νικά εκείνη από την οποία είχε προέλθει, επειδή οι παλαιοί και οι νέοι θεοί αποτελούν έκφραση των ιδίων αρχών σε άλλη φάση εξέλιξης του κόσμου.
Σύμφωνα με τον κοσμογονικό μύθο των ορφικών, ο κόσμος γεννήθηκε όταν το «πρωταρχικό πυρ», ένα λαμπρό φως, ενεργοποίησε το υγρό στοιχείο. Ως αποτέλεσμα εμφανίζεται το αρχικό ωόν, και από αυτό η πρώτη αρχή του κόσμου. Αυτή η αρχή ονομάζεται Φάνης (από το φαίνομαι = εμφανίζομαι) και είναι μία και αδιαίρετη. Αν και δεν είναι πρόσωπο, στα ορφικά μυστήρια εμφανίζεται ως θεός Φάνης ή Έρως, στον οποίο εμπεριέχονται ταυτόχρονα το αρσενικό και το θηλυκό στοιχείο. Είναι αξιοπρόσεκτο πως για να εμφανιστεί η πρώτη αυτή αρχή, δεν ενήργησε κάποιος. Οι διεργασίες εκτυλίσσονται φυσικά, χωρίς κάποια θεϊκή ή άλλη επέμβαση.
Η κεντρική θεότητα στην ορφική λατρεία είναι ο Διόνυσος -Βάκχος, ο θεός που πεθαίνει και ανασταίνεται όπως η ανθρώπινη ψυχή. Δεν είναι τυχαίο πως όλα τα Μυστήρια της αρχαιότητας (Ελευσίνια, Ορφικά, Βακχικά, της Σαμοθράκης κ.ά) συνδέονται με αυτόν και την θεά Δήμητρα ή την Περσεφόνη, τις θεές του Κάτω Κόσμου. Οι μύστες δεσμεύονταν με βαρύ όρκο να μην αποκαλύψουν ποτέ όσα γίνονταν στις τελετές αυτές, και αυτός είναι ο λόγος που έχουμε τόσο λίγες πληροφορίες γι’ αυτά. Αυτό που γνωρίζουμε είναι πως ο μύστης εκπαιδευόταν στα ιερά γράμματα και στον αποσυμβολισμό των μύθων. Δεσμευόταν επίσης να χρησιμοποιήσει τη γνώση που θ’ αποκτήσει προς όφελος δικό του και της ανθρωπότητας.
Η φυλακισμένη ψυχή
«Ότι βλέπουμε όταν είμαστε ξυπνητοί είναι θάνατος και ό, τι βλέπουμε όταν κοιμόμαστε είναι όνειρο», έλεγε ο Πυθαγόρας, εξηγώντας την ορφική πεποίθηση πως αυτό που ζούμε στον υλικό κόσμο δεν είναι αληθινή ζωή. Και όσο η ψυχή είναι εγκλωβισμένη στην ύλη, αληθινή ζωή δεν υπάρχει είτε ζει το σώμα είτε έχει πεθάνει.
Το πώς βρέθηκε η ψυχή σε αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση περιγράφεται στον μύθο του Διονύσου, που ονομάζεται και Ζαγρεύς. Ήταν γιος του Δία και της Περσεφόνης και ο Δίας τον προόριζε για διάδοχό του και κυρίαρχο του κόσμου. Για να τον προφυλάξει από την Ήρα, τον εμπιστεύθηκε στον Απόλλωνα και τους Κουρήτες, οι οποίοι τον έκρυψαν στα δάση του Παρνασσού. Ωστόσο, η Ήρα, πάντα αντιπαθούσε τα νόθα παιδιά του συζύγου της, έπεισε τους Τιτάνες να το σκοτώσουν. Εκείνοι μεταμφιέστηκαν βάφοντας τα πρόσωπά τους με γύψο, παραπλάνησαν τον Διόνυσο με διάφορα παιχνίδια και τελικά τον σκότωσαν. Στη συνέχεια, τον διαμέλισαν σε επτά κομμάτια, τον μαγείρεψαν και τον έφαγαν. Ο Δίας, οργισμένος, τους κατακεραύνωσε, κι έτσι δημιουργήθηκε ο άνθρωπος: Η φωτιά του κεραυνού και το αίμα των Τιτάνων αναμίχθηκε με το χώμα, και αυτή ήταν η πρώτη ύλη του ανθρώπου.
Εν τω μεταξύ, η θεά Αθηνά πρόλαβε και άρπαξε την καρδιά του Διονύσου και την παρέδωσε στον Δία. Εκείνος έφτιαξε με αυτήν ένα φίλτρο και το έδωσε στην αγαπημένη του Σεμέλη να το πιει. Έτσι συνέλαβε κι έφερε στον κόσμο τον Νεώτερο Διόνυσο, αυτόν που λατρεύεται κατά τους κλασικούς χρόνους. Σε αυτόν ανατέθηκε να απελευθερώσει τις ανθρώπινες ψυχές από τα τιτανικά τους στοιχεία.
Για να καθαριστεί από τα τιτανικά της στοιχεία η ψυχή έρχεται κι επανέρχεται σε διάφορα σώματα προσπαθώντας να υπερβεί τα εμπόδια που θέτει η σάρκα και να ενωθεί με τον Διόνυσο. Κάθε φορά όμως διαπράττει κάποιες αστοχίες και ο κύκλος της μετενσάρκωσης (τροχό το ονόμαζε ο Ορφέας) επαναλαμβάνεται μέχρι η ψυχή να απαλλαγεί εντελώς από τα υλικά – τιτανικά στοιχεία και να ταυτιστεί απολύτως με τα πνευματικά – διονυσιακά.
Αυτές τις ιερές αλήθειες ανακάλυπταν κατά τη διάρκεια της μύησης στα Μυστήρια και μόνο εκεί. Οι ασεβείς και οι αδιάφοροι δεν είχαν πρόσβαση σε αυτές, ούτε εκείνοι που έμεναν ικανοποιημένοι με την τυπική, καθιερωμένη λατρεία των θεών. Μόνο με τη συμμετοχή στα ιερά μυστήρια μπορούσε κάποιος να κατανοήσει τις κρυμμένες αυτές αλήθειες, περνώντας με επιτυχία τα τρία βασικά στάδια της μύησης: Να πετάξει το παλιό, να μεταβάλει τον εαυτό του και εισέλθει ως νέος άνθρωπος στη νέα κατάσταση.
πηγή κειμένου: grethexis