Στην ιστορία του Κροίσου, όπως τη διηγείται ο Ηρόδοτος, ξαναβρίσκουμε θέματα που υπάρχουν παντού στην Ελλάδα από τον Όμηρο μέχρι τους τραγικούς. Αυτό αληθεύει ιδιαίτερα για τη διήγηση της επίσκεψης του Σόλωνα στον Κροίσο, η οποία είναι οπωσδήποτε θρύλος, δεδομένου ότι οι χρονολογίες που γνωρίζουμε την αποκλείουν εντελώς. Το ουσιώδες της αφήγησης (Ηρόδοτος, Α, 30-33) έγκειται στις απαντήσεις που δίνει ο Σόλων στην ερώτηση: Ποιος είναι ο ευτυχέστερος άνθρωπος στον κόσμο;
Ο Κροίσος περιμένει βεβαίως να τον ακούσει να προφέρει το όνομά του. Οι απαντήσεις του Σόλωνα –που είναι πράγματι εντελώς ειρωνικές- περιστρέφονται γύρω από μια κεντρική ιδέα: δεδομένου ότι είναι δυνατό να εμφανιστούν, μέχρι και την τελευταία μέρα της ζωής μας, ολοκληρωτικές ανατροπές της τύχης, κανείς δεν θα μπορούσε να χαρακτηριστεί ευτυχής πριν πεθάνει.
Το πρώτο όνομα που δίνει είναι: Τέλος ο Αθηναίος, ένας απλός πολίτης, ο οποίος μέσα σε μια πλούσια πόλη είδε να μεγαλώνουν τα καλά και όμορφα παιδιά του και βρήκε τέλος ένδοξο θάνατο στο πεδίο της μάχης. Το λέει αυτό στον Κροίσο, ο οποίος έχει στη διάθεσή του χρυσό, εξουσία, γυναίκες, δούλους… Ο Κροίσος δικαίως εκπλήσσεται. Θα τον αναφέρει άραγε δεύτερο; Η δεύτερη όμως απάντηση του προξενεί ακόμη μεγαλύτερη έκπληξη: πρόκειται για τον Κλέοβι και τον Βίτωνα, γιους μιας ιέρειας της Ήρας στο Άργος. Πρέπει να την οδηγήσουν στο ιερό της θεάς, τα βόδια που θα έσυραν το άρμα της δεν έχουν ακόμη γυρίσει από τους αγρούς, οι γιοί της ζεύονται το άρμα και τη μεταφέρουν. Η μητέρα ζητά από τη θεά να τους δώσει για ανταμοιβή ό,τι καλύτερο μπορεί να αποκτήσει ο άνθρωπος. Και η θεά εκπληρώνει την ευχή της: οι γιοί της που κοιμήθηκαν εξαντλημένοι δεν θα ξαναξυπνήσουν. Η θεά έδειξε έτσι, λέει ο Σόλων, ότι για τον άνθρωπο είναι προτιμότερο τεθνάναι μάλλον ή ζώειν, να είναι νεκρός παρά να ζει (Α, 31, 17).
Θα συναντήσουμε συχνά αυτές τις ιδέες στην τραγωδία, με περίπου ταυτόσημες διατυπώσεις –αυτό συμβαίνει εν γένει στην περίπτωση όπου ο χορός πρέπει να βγάλει το δίδαγμα όσων διαδραματίστηκαν. Δεν μπορούμε να πούμε για κανένα ότι είναι ευτυχής πριν από την τελευταία μέρα του[1] ή πάλι, όπως στους περίφημους στίχους στον Οιδίποδα επί Κολωνώ (1224-1227): «Η μεγαλύτερη ευτυχία απ’ όλες είναι να μη γεννηθεί κανείς, και το καλύτερο πράγμα, κατά δεύτερο λόγο, είναι άπαξ και γεννηθεί[2] να επιστρέψει το γρηγορότερο εκεί από όπου ήρθε». Και ας μην ξεχνάμε τον Πίνδαρο (8ος Πυθιόνικος, V, 95-96): «Ο άνθρωπος είναι το όνειρο μιας σκιάς»[3]
Η άποψη αυτή είναι πάντοτε παρούσα στον Ηρόδοτο[4], […]
Απόσπασμα από το έργο του Καστοριάδη "Η ελληνική ιδιαιτερότητα II. Η Πόλις και οι νόμοι"
(ΕΚΔΟΣΕΙΣ ΚΡΙΤΙΚΗ, 2008, σελ. 368-370)
[1] Αισχύλος, Αγαμέμνων, 928-929∙ Σοφοκλής, Οιδίποδας Τύραννος, 1526-1530∙ Ευριπίδης, Ανδρομάχη, 100-103∙ Τρωάδες, 509-510. Σύγκριση με τον Αριστοτέλη, Ηθικά Νικομάχεια, Α, 1100a -1101b.
[2] Βρίσκουμε επίσης την ίδια διατύπωση στον Θέογνη και στον Βακχυλίδη.
[3] Επίσης Σοφοκλής, Οιδίποδας Τύραννος, 1186-1188 («φτωχές ανθρώπινες γενιές, μόνο ένα τίποτα βλέπω σε σας!»∙ Αίας, 125-126 («Βλέπω ότι εμείς οι ζωντανοί δεν είμαστε τίποτε άλλο από φαντάσματα ή κούφιες σκιές»).
[4] Ηρόδοτος, Α, 85 (Κροίσος στην πυρά), Β, 40-43, Ζ, 46 (Αρταβάνης σχετικά με τα δάκρια του Ξέρξη: «ο θάνατος γίνεται για τον άνθρωπο το πιο επιθυμητό καταφύγιο»)∙ Ζ, 203 («δεν θα δούμε ποτέ ανθρώπους που από τη μέρα της γέννησής του, δεν είχε τη δυστυχία να εμπλέκεται στο πεπρωμένο του»).
πηγή: Εκηβόλος