Όπως εξηγεί ο Πρόκλος, στο «Σχόλια στον Κρατύλο του Πλάτωνος εκλογαί χρήσιμοι, 129. 1 – 16«, η ύπαρξη των ανώτερών μας γενών είναι τριπλή: νοητική, λογική και φανταστική, και στην νοητική αναλογεί το Χρυσό Γένος. Πράγματι, οι Έλληνες θεολόγοι λένε ότι ο χρυσός έχει αποδοθεί στον πρωταρχικό από τους Κόσμους, τον «εμπύριο και νοητικό». Το Αργυρό Γένος αναλογεί στη λογική ύπαρξη, αφού ο άργυρος αναλογεί στον ενδιάμεσο και αιθέριο Κόσμο. Το δε Χάλκινο Γένος, τέλος, αναλογεί στην άλογη και φανταστική ύπαρξη, διότι και η φανταστική εντύπωση είναι νους που μορφοποιεί, όχι όμως καθαρός, όπως ακριβώς και ο χαλκός που δίνει την εντύπωση πως έχει το χρώμα του χρυσού, περιέχει όμως άφθονο το γήινο στοιχείο, παρόμοιο και συγγενικό προς τα στερεά και αισθητά. Εξ ου και αναλογεί προς τον «πολύχαλκο ουρανό» και τον «χάλκινο»», πού είναι ο αισθητός Κόσμος, το σώμα του για την ακρίβεια, του οποίου και ο άμεσος δημιουργός παραδίδεται ότι τον χαλκεύει, είναι δηλ. ο Ήφαιστος. Τούτα λοιπόν είναι τα τρία γένη των «κατά θέση δαιμόνων», στα οποία αναλογούν το χρυσό, το αργυρό και το χάλκινο γένος . Το τέταρτο τώρα γένος, το ηρωικό, σε σχέση με αυτά που υπάρχουν στα τρία προαναφερθέντα γένη, από άλλα είναι υποδεέστερο και από άλλα ανώτερο. Στ’ αλήθεια, το ηρωικό γένος εφάπτεται της πράξεως, και αν ακόμα έχει εκπέσει από την πρόνοια των κατωτέρων και την ανέπαφη ζωή, έχει χαρακτήρα μεγαλουργό και δείχνει τη μεγαλοπρέπεια της αρετής της. Το πέμπτο, το ανθρώπινο γένος με τα πολλά πάθη, που παριστάνεται με το «πολυκάματο» και μαύρο σίδερο λόγω της υλικής και της σκοτεινιάς της ζωής, εκδηλώνει τις πράξεις του ελλειμματικές, διεφθαρμένες και άλογες.