Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου
Η σχέση της απριορικής γνώσης με τη λειτουργία του καθαρμού
Η φιλοσοφία και η μυθολογία είναι οι δύο τεράστιες παρακαταθήκες του ανθρώπινου πνεύματος που διαδραμάτισαν και διαδραματίζουν θεμελιακό ρόλο στην ιστορική και συστηματική κατανόηση του εαυτού μας, της ανθρώπινης υπόστασης. Η δεύτερη αποτελεί την κοσμογονική και ψυχογραφική αποθήκη του ανθρώπινου πολιτισμού κομίζοντας στη δομική της συγκρότηση, κωδικοποιημένες σε σχήματα και σύμβολα, όλες τις συστατικές πλευρές της ανθρώπινης συνείδησης. Η πρώτη είναι η ουσιαστική τροφή του νοερού στοιχείου μας, του νου, και αποτελεί το ενδοσκοπικό και πνευματικό εργαλείο της ανθρώπινης συνείδησης.
Στην προκείμενη περίπτωση δε θα επισημανθούν γενικότερες αναφορές σχετικές με ζητήματα που αφορούν τον τεράστιο πλούτο της ελληνικής θεολογικής μυθολογίας, αλλά θα γίνει λόγος για θέματα που σχετίζονται με τη γνωσιολογία. Το καλύτερο που μπορούμε να κάνουμε, αν θέλουμε να εμβαθύνουμε στη σχέση μεταξύ των δύο αυτών τεράστιων πεδίων, από τη μια της φιλοσοφίας που μετέρχεται τον Λόγο για να συγκροτήσει μια κατανοητική ορθολογική προσέγγιση των πραγμάτων, και από την άλλη της μυθολογίας που, ακόμα και σήμερα, έχει πιο ασαφή όρια στην ερμηνευτική εμβέλειά της, είναι να ανοίξουμε τους πνευματικούς ορίζοντες και να τις συνδέσουμε διαλεκτικά.
Μια τέτοια διαλεκτική συσχέτιση ανάμεσα στα δύο πεδία της φιλοσοφίας και της θεολογικής μυθολογίας έχει σχέση με τους καθαρμούς και το έπος της νόησης. Ενώ οι καθαρμοί στη θεολογική μυθολογία έχουν στόχο τον απογαλακτισμό του σώματος από την προσκόλληση σε υλικού χαρακτήρα συνήθειες και αμετροεπείς απολαύσεις που εμποδίζουν την αρμονία των τριών μερών της ψυχής (λογιστικό-θυμικό-επιθυμητικό), στην φιλοσοφία έχουμε την απόπειρα σύλληψης της προεμπειρικής γνώσης (apriori γνώση). Η απριορική γνώση λειτουργεί για τη νόηση όπως και ο καθαρμός στην αρχαία θεολογική μυθολογία ή γενικότερα και στις θρησκείες.
Στα ομηρικά έπη (Ιλιάδα και Οδύσσεια) είναι γραμμένη με μορφή μυθολογικών συμβόλων και αρχετύπων ολόκληρη η αέναη κυκλική πορεία που διανύει η ανθρώπινη νόηση (νους, λογιστικό) με τη μορφή που την αναλύουν οι φιλόσοφοι Πρόκλος και Χέγκελ. Η Ιλιάδα (ιλύς=λάσπη=αισθητός κόσμος), ως μια άλλη παλαιά διαθήκη, αποτελεί το έπος της πτώσης/ενσάρκωσης της ψυχής στον αισθητό κόσμο. Ας θυμηθούμε τον τρωικό πόλεμο, τις συγκρούσεις και την ηθική πτώση των Ελλήνων στην Τροία. Αντίθετα, η Οδύσσεια (ως μια άλλη καινή διαθήκη) μαρτυρά την επιστροφή της ψυχής (του Οδυσσέα συγκεκριμένα) στον νοητό (ή θεϊκό) κόσμο που είναι η Ιθάκη. Μάλιστα διαφαίνεται καθαρά στην Οδύσσεια η άνοδος της ψυχής στο νοητό, όταν ο Οδυσσέας στη ραψωδία Μ φθάνει ως άθλιος ναυαγός μετά από 9 μέρες ταξίδι στην Ωγυγία, δηλαδή στο νησί της Καλυψώς, αλλοπρόσαλλα ριγμένος από τα άγρια κύματα στην ακρογιαλιά γυμνός, χωρίς ρούχα. Και ξέρουμε τι σημαίνει αυτό. Η ανθρώπινη ψυχή επιστρέφει στα πρώτα επίπεδα του νοητού κόσμου αποβάλλοντας το επιθυμητικό μέρος της (χωρίς ρούχα). Απομένει να αποβάλλει το θυμικό όταν φθάσει στην Ιθάκη και εκεί εξοντώσει τους μνηστήρες που θέλουν να υφαρπάσουν την περιουσία του (ο αποχωρισμός του λογιστικού από το θυμικό μέρος, δηλαδή επέρχεται ο φιλοσοφικός θάνατος). Σε όλες τις αρχαίες μυθολογικές παραδόσεις συναντάμε την ίδια αφήγηση με διαφορετικά σύμβολα και αρχέτυπα που προσαρμόζονται στα ονόματα και γεγονότα που κομίζουν τα ιδιαίτερα πολιτισμικά στοιχεία κάθε εθνικής ή λαογραφικής παράδοσης.
Εν ολίγοις η ουσία των πραγμάτων είναι μία. Σκοπός του ανθρώπου, κάθε ανθρώπου, πέρα και πάνω από εθνικές και μυθολογικές ή πολιτισμικές παραδόσεις είναι να τελειωθεί νοητικά/πνευματικά αποβάλλοντας αργά αλλά σταθερά μέσα σε τούτον τον έγχρονο αισθητό κόσμο όλα εκείνα τα στοιχεία που καλύπτουν (Καλυψώ) την φανέρωση της αληθινής μας ουσίας και να ανέλθει ως πνεύμα στους "αιθέρες". Και αυτός ο στόχος επιτυγχάνεται αθέατα με την σύλληψη της απριορικής γνώσης που απορρέει από την φιλοσοφική διανοητική/νοητική επεξεργασία των δομικών συστατικών κάθε εμπειρικού γεγονότος. Η εσωτερική παραγωγή της a priori γνώσης (θυμίζει πολύ τις συνθετικές a priori κρίσεις κατά Καντ) μέσα στα σπλάχνα του καθολικού λογιστικού μέρους από το ΕΓΩ (κατά Φίχτε), δηλαδή από το ενθαδικό λογιστικό (κατά Χάιντεγγερ), ταυτόχρονα καθιστά άχρηστη για τη νοητική εξέλιξη κάθε εμπειρική γνώση που αποκρύπτει την φανέρωση των όντως όντων (Ιδέες) τα οποία συλλαμβάνονται από το υπερχρονικό τελειωμένο λογιστικό ως φιλοσοφικές έννοιες κατά Χέγκελ. Το υπερχρονικό τελειωμένο λογιστικό έχει αποβάλει το άλογο μέρος (θυμικό-επιθυμητικό), δηλαδή κάθε πρόθεση και διάθεση για κύλιση στον εμπειρικό χωρόχρονο, εφόσον νοεί το όλον ως καθεαυτού/διεαυτού ον.
Η φιλοσοφική αναγωγή με τη σύλληψη της ουσίας μας στο ατομικό μας νοητικό υποστατικό εποικοδομείται με την συγκρότηση του εννοιολογικού μας πλαισίου που διασυνδέει το ατομικό μας νοητικό υποστατικό εννοιών με το αντίστοιχο υπερσύνολο καθολικό νοητικό υποστατικό. Η διασύνδεση των δύο συγκροτημένων νοητικών υποστατικών (ατομικού και καθολικού) νοηματοδοτεί και καθιδρύει την φανέρωση του Καθολικού Λόγου που διαπερνά και ζωοποιεί κάθε υποστατική ανανέωση που συντελείται με την γένεση νέων υπερδομών στους κόλπους του Λόγου. Γιατί ο Λόγος (το απόλυτο κατά Χέγκελ, ο θεός/θεοί κατά τις θρησκείες, το Αγαθό κατά Πλάτωνα κλπ) είναι αυτός συνθέτει την καθ΄όλου ενότητα των πάντων....
Ο νεοπλατωνικός φιλόσοφος Ιεροκλής χαρακτηρίζει τους καθαρμούς ως τελεστική φιλοσοφία και είναι μια συστηματική απόπειρα του φιλόσοφου να εναρμονίσει την αρεταϊκή λειτουργία του λογιστικού με τις αντίστοιχες του άλογου μέρους της ψυχής (θυμικό-επιθυμητικό). Ενώ ο καθαρμός σε οποιαδήποτε θεολογική παράδοση είτε αυτός σχετίζεται με τελετουργικά τυπικά (μυστήρια, τελετές κλπ) είτε με τη νηστεία είναι απαραίτητη προϋπόθεση για την άνοδο της ψυχής στον νοητό κόσμο, στη φιλοσοφία θεωρείται παρεπόμενο της θεωρητικής φιλοσοφίας (κατά Αριστοτέλη). Πρώτιστη προϋπόθεση στη φιλοσοφία είναι η νοητική εξέλιξη του Νου (του ανώτερου λογιστικού). Η νοητική εξέλιξη και πνευματική αυτονομία του Νου ανακαθορίζει και αναπροσδιορίζει το τελεστικό πλαίσιο που απαιτείται για να εναρμονίζεται το λογικό μέρος με το άλογο μέρος της ψυχής. Δηλαδή το στοχοθετικό διακύβευμα του πλαισίου των κάθε είδους καθαρμών ή αρεταϊκών συνηθειών του ανθρώπου σχετίζεται με τους όρους που τίθενται από την Ανάγκη (αναγωγή κύλισης στον αισθητό κόσμο) για την εκπλήρωση των σκοπών εξαιτίας των οποίων γεννήθηκε η επιθυμία για κύλιση στον εμπειρικό χωρόχρονο. Για αυτό και επισημαίνεται πολλές φορές από μένα ότι η ουσία μας είναι ο συνδεδεμένος με τον Καθολικό Λόγο Νους. Το "ιερό" ουσιαστικά είναι ο εντός μας Νους. Κάθε λατρεία τύπων, δογμάτων, θρησκευτικών κανόνων ή οδηγιών αποτελεί προαιρετικό παρεπόμενο των απαραίτητων συντελεστών για την πνευματική μας πρόοδο. Η πνευματική μας καθημερινή εργασία και ζωή πρέπει να στηρίζεται στην καλλιέργεια του πνεύματός μας μέσω της Φιλοσοφίας, η οποία αναμφισβήτητα αποτελεί την νοητή αμβροσία προκειμένου να ξεδιψάσουμε εν συνεχεία με το νέκταρ του Λόγου.