ΕΤΙΚΕΤΕΣ

Η ΠΡΟΣΛΗΨΗ ΤΗΣ ΣΗΜΑΣΙΑΣ ΤΟΥ "ΕΙΝΑΙ" ΚΑΙ ΤΟΥ "ΓΙΓΝΕΣΘΑΙ" ΣΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΧΕΓΚΕΛ

 


Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου

Ίσως οι πιο δυσνόητοι φιλοσοφικοί όροι στη φιλοσοφία αποτελούν το "Είναι" και το "Γίγνεσθαι". Όσοι καταπιάνονται με φιλοσοφικές εγελιανές έννοιες προσπαθούν να συγκροτήσουν μέσα τους μια σαφή και διακριτή εικόνα με μεγάλη δυσκολία για τους ορισμούς των δύο όρων. Ας πάρουμε τα πράγματα από την αρχή. 

Ο όρος "Είναι" στην ετυμολογική της φιλοσοφική θεώρηση σημαίνει "υπάρχει", ενώ ο όρος "Γίγνεσθαι" σημαίνει οτιδήποτε βρίσκεται σε εξέλιξη ή υπόκειται σε διαδικασία. Σε κάθε φιλόσοφο οι δύο όροι λαμβάνουν ένα ιδιαίτερο περιεχόμενο χωρίς να χάνουν τη βασική τους εννοιολογική θεώρηση που αναφέρθηκε παραπάνω, αλλά παρόλα αυτά συνθέτουν μια συγκεκριμένη πλαισίωση στις φιλοσοφικές θεωρίες που συνιστούν την υποκειμενική ανάπτυξη του συστήματος κάθε φιλοσόφου.

Όπως αναφέρθηκε προηγουμένως, κάθε φιλόσοφος χρωματίζει με τον δικό του ορισμό τόσο το "Είναι" όσο και το "Γίγνεσθαι". Οι υλιστές φιλόσοφοι, όπως ο Επίκουρος και οι ατομικοί, "Είναι" θεωρούν την ύλη και τα μικροσωματίδιά της, ενώ θεωρούν τη νόηση μια κατάκτηση του ανθρώπου ως μια εγκεφαλική χημικοηλεκτρική διαδικασία της εξέλιξής του που καθίσταται ανύπαρκτη με τον φυσικό θάνατο. Θεωρούν, δηλαδή, ότι υπάρχουν ες αιεί μόνο η ύλη και μικροσωματίδιά της. Αντίθετα, οι ιδεαλιστές, όπως ο Χέγκελ, θεωρούν ως "Είναι" τόσο τη Νόηση όσο και την Ιδέα, ενώ τον κόσμο των φαινομένων προσωρινό. Το φιλοσοφικό σύστημα του  Χέγκελ θεωρείται ως γνωσιο-οντολογία επειδή οι ΙΔΕΕΣ αποτελούν ταυτόχρονα δύο πράγματα, και "Αληθή Όντα" ("Είναι") και "Αληθινή Γνώση"(Νοείν), επιβεβαιώνοντας την παρμενίδεια ρήση "το γαρ αυτό νοείν εστίν τε και είναι".

Στην εγελιανή διαλεκτική, οπότε, συναντάμε το "Είναι" και ως ύπαρξη, αλλά και ως Ιδέα. Το "Είναι" ως ύπαρξη αποτελεί το ουσιώδες μορφικό αποτύπωμα της Ιδέας και μπορούμε να τη συλλάβουμε μέσα στην  ουσιακή δομή που η εμφάνειά της είναι το φαινόμενο. Το "Είναι", δηλαδή, στο επίπεδο της ουσίας στην επιστήμη της λογικής αντικατοπτρίζεται στην ουσιακή γνωστική δομή των φαινομένων, ενώ στο επίπεδο της Εννοίας ανάγεται στην εννοιακή συγκρότηση της ενότητας του υποκειμένου με το αντικείμενο και συλλαμβάνεται ως Ιδέα. Άρα, κατά τον Χέγκελ οι Ιδέες αποτελούν και το "Είναι", αλλά και τη Νόηση ως Απόλυτο Πνεύμα κατά την επιστροφή στον εαυτό της. Η Ιδέα αποτελεί και "αληθινό Ον" και ύψιστη γνώση ως Νόηση. 

Γενικότερα, στην φιλοσοφική διαλεκτική μεθοδολογία του ο Χέγκελ, τόσο στη φαινομενολογία του πνεύματος, όσο και στην επιστήμη της λογικής, μετέρχεται το "Είναι" και ως αντικείμενο της νόησης αλλά και ως την ίδια τη δυνατότητα του υποκειμένου να νοεί κάθε φορά. Επίσης, μετέρχεται τον όρο του  "Γίγνεσθαι" τόσο για να αποδώσει  το περιεχόμενό της στον αισθητό κόσμο των φαινομένων που υπόκεινται σε μεταβολή και εξέλιξη, όσο και να ταυτίσει την έννοια του "Γίγνεσθαι" με την έννοια της διαδικασίας. Για παράδειγμα, στη φαινομενολογία του πνεύματος κάνει λόγο για το γίγνεσθαι της ύπαρξης όσο και για το γίγνεσθαι της συνείδησης το οποίο βιώνεται και ως εμπειρία της συνείδησης. Το γίγνεσθαι ως έγχρονη διαδικασία καθίσταται το πεδίο της αυτοανάπτυξης της ίδιας της συνείδησης που ανέρχεται διαρκώς σε ανώτερα εξελικτικά νοητικά επίπεδα. Στην εγελιανή εννοιολογική διαλεκτική κίνηση η συνείδηση συγκροτεί τόσο τα αντικείμενά της νόησης, όσο και τον ίδιο τον εαυτό της ως "Είναι" της αυτοσυνείδησης. 

Για τον Χέγκελ, κάθε εννοιολογική κίνηση και ανάπτυξη των συνακόλουθων όρων που συγκροτούνται, συνιστούν, εν χρόνω, ένα "γίγνεσθαι", μια εξωτερικευμένη διαδικασία κατά την οποία φανερώνονται τα φαινόμενα. Αντίθετα, η ίδια αυτή η κίνηση κάθε φορά συνιστά στο άχρονο ένα λογικό πλαίσιο εννοιακών ουσιών κατανόησης μέσα από το οποίο συλλαμβάνονται τα ίδια τα ενεργήματα της νόησης που εκδηλώνονται ως Ιδέα. Και η ΙΔΕΑ, μας λέει ο Χέγκελ στην φαινομενολογία του πνεύματος (σελ. 163) λαμβάνει τα χαρακτηριστικά μιας φιλοσοφικής μεθόδου η οποία παριστά την ταυτότητα της γνώσης και της πραγματικής ύπαρξης.