Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου
Ο Φίχτε, στηριζόμενος στην καντιανή υπερβατολογική φιλοσοφία, αναπτύσσει την έννοια του "αυτόστροφου φαίνεσθαι" το οποίο σημαίνει τον λόγο του υποκειμένου (Ψ) προς τον λόγο του αντικειμένου (Χ). Αυτός ο λόγος (Ψ:Χ) μετασχηματίζεται ήδη πάντα σε μια μορφή, η οποία αυτονομείται από τα συσχετιστικά της μέρη { (Ψ) [:] (Χ) }, κάτι που η αριστοτελική σκέψη έχει άγνοια περί αυτής της αυτονομίας, αφού ακόμη και στην έννοια της ψυχής η αυτοαναφορικότητα συλλαμβάνεται ως υπόσταση. Έτσι το "αυτόστροφο φαίνεσθαι" που υπονοείται καθαρά από τον Φίχτε στην διαλεκτική του Πλάτωνα τίθεται ως η καθαρή σχέση του εαυτού προς εαυτόν [:] που συνάγει κάθε πρόταση για το αντικείμενο δια μέσου της οικείας της αυτοκατανόησης. Αυτή η καθαρή πράξη της αυτοσυσχέτισης του εαυτού προς τον εαυτό είναι το ΕΓΩ, η ΑΥΤΟΣΥΝΕΙΔΗΣΗ.
Ο Φίχτε, στηριζόμενος στην καντιανή υπερβατολογική φιλοσοφία, αναπτύσσει την έννοια του "αυτόστροφου φαίνεσθαι" το οποίο σημαίνει τον λόγο του υποκειμένου (Ψ) προς τον λόγο του αντικειμένου (Χ). Αυτός ο λόγος (Ψ:Χ) μετασχηματίζεται ήδη πάντα σε μια μορφή, η οποία αυτονομείται από τα συσχετιστικά της μέρη { (Ψ) [:] (Χ) }, κάτι που η αριστοτελική σκέψη έχει άγνοια περί αυτής της αυτονομίας, αφού ακόμη και στην έννοια της ψυχής η αυτοαναφορικότητα συλλαμβάνεται ως υπόσταση. Έτσι το "αυτόστροφο φαίνεσθαι" που υπονοείται καθαρά από τον Φίχτε στην διαλεκτική του Πλάτωνα τίθεται ως η καθαρή σχέση του εαυτού προς εαυτόν [:] που συνάγει κάθε πρόταση για το αντικείμενο δια μέσου της οικείας της αυτοκατανόησης. Αυτή η καθαρή πράξη της αυτοσυσχέτισης του εαυτού προς τον εαυτό είναι το ΕΓΩ, η ΑΥΤΟΣΥΝΕΙΔΗΣΗ.
Η αριστοτελική φιλοσοφία, δηλαδή, συλλαμβάνει ως αληθινή μόνο την υποκείμενη βάση (υποκείμενο), που είναι ελεύθερη αντιφάσεων (διαπλοκή της οντολογίας της υπόστασης και της τυπικής λογικής). Το πράγμα, ως το υποκείμενο ον, ως η σταθερή και αμετάβλητη υπόσταση, ή, ως η αρνητική ενότητα των κατηγορημάτων του (η σύλληψη της ταυτότητάς του μέσω αρνήσεων, τι δεν είναι δηλαδή) είναι αληθές, εφόσον δεν εμπερικλείει αντιφάσεις, ή, αν αυτές υπάρχουν, θα αφορούν στις τυχαίες ιδιότητές του. Για τον Αριστοτέλη, η απουσία της αντίφασης ανάμεσα στα κατηγορήματα (ποιόν, ποσόν κλπ) θεωρείται κριτήριο αλήθειας. Η απουσία αντίφασης ως κριτήριο για την αλήθεια οδηγεί τον Αριστοτέλη αβασάνιστα στην άρνηση της πλατωνικής έννοιας της αυτενέργητης διαίρεσης του όντος (της Ιδέας).
Έτσι και πολύ αργότερα ο Καντ θα δικαιώσει την πλατωνική φιλοσοφία ισχυριζόμενος ότι είναι αδύνατη κάθε προσπάθεια να συλλάβουμε τα αντικείμενα, αυτά καθεαυτά (δηλαδή την αληθινή ουσία τους) εφόσον το μόνο που μπορούμε να συλλάβουμε είναι το φαινόμενο. Το φαινόμενο στην υπερβατολογική φιλοσοφία δεν είναι τίποτα άλλο από κατ' αίσθηση παραστάσεις, οι οποίες καθ' εαυτές δεν πρέπει να θεωρούνται αντικείμενα. Και όταν γίνεται λόγος για κατ' αίσθηση παραστάσεις εννοούμε το σύνολο των γνώσεων που στην ουσία "οικοδομούμε" από τη θέαση ενός αντικειμένου που παρατηρούμε ή μιας εμπειρίας που βιώνουμε. Το ΕΓΩ μας είναι αυτό που χρωματίζει και υποστασιοποιεί το οποιοδήποτε φαινόμενο ως αντικείμενο.
Συνεπώς, είτε ισχυριστούμε ότι η φύση οδεύει αβίαστα προς την ανθρώπινη συνείδηση, καθώς σε αυτήν νοεί τον εαυτό της, είτε θεωρήσουμε ότι η φυσική μάζα (η αμεσότητα, θα έλεγε ο Χέγκελ) διαλύεται σε μια νοητική θεωρία, όπως μας καταδεικνύει η γεωμετρία, η βαθύτερη συνοχή μεταξύ της φύσης και της νόησης επιβάλλει κίνηση στην εξήγηση των φυσικών κατηγοριών (μέγεθος, ποσότητα, ποιότητα κλπ), η οποία εκφράζεται στην πρωταρχικότερη επιδίωξη της φυσικής επιστήμης να καταστεί η φύση νοητική οντότητα. Κάτι ανάλογο συναντάμε και στον Χέγκελ, εμπνεόμενος από τον νεοπλατωνικό Πρόκλο. Η φύση, κατά τον Χέγκελ, αναχωρεί από την αρχέγονη εξόριση της εαυτογενούς ιδέας σε ένα απόλυτο Εκτός Εαυτού-Είναι, προκειμένου να καταλήξει στην τελική αυτενέργητη αναίρεση της φύσει εξωστρέφειας, η οποία συμπίπτει με τη νόσο και τον θάνατο του ατόμου αφ' εαυτού.
____________
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
Σύστημα του υπερβατολογικού ιδεαλισμού (Σέλινγκ)
Φαινομενολογία του Πνεύματος (Χέγκελ)
Τίμαιος (Πλάτων)