Προϋπόθεση κατανόησης κάποιων πραγμάτων για το τι συγκροτεί και συγκρατεί τα κράτη και τον κόσμο, αλλά και φαινομένων όπως ο ρατσισμός, απαιτεί αναφορά πρώτον, στο περιεχόμενο του διαχρονικού πολιτικού πολιτισμού των ανθρώπων και δεύτερον, στις προϋποθέσεις δημοκρατικής πολιτικής συγκρότησης κάθε σύγχρονου κράτους.
Οι σχέσεις μεταξύ ανθρώπων, ομάδων και κρατών δεν είναι ένα σπαραξικάρδιο και ανθόσπαρτο ταξίδι αλλά μια Οδύσσεια.
Η σταθεροποίηση κριτηρίων και παραγόντων συμβατών με την διαχρονική ανάπτυξη του πολιτικού πολιτισμού είναι ένα πολιτικό και πνευματικό άθλημα που απαιτεί ορθολογισμό, αίσθημα ευθύνης και γνώσης των προϋποθέσεων Πολιτειακής ευνομίας, ευνομίας και ευημερίας.
Γραμμικές απαντήσεις και λύσεις δεν υπάρχουν, κάτι το οποίο αν και ανακαλύπτουμε ξανά και ξανά δεν μαθαίνουμε από τα παθήματά μας, δηλαδή από τα μεγάλα νεκροταφεία της ιστορικής διαδρομής.
Ιδιαίτερα όταν μια συζήτηση εξετάζει τις σχέσεις μεταξύ ανθρώπων και ομάδων διαφορετικής εθνικής καταβολής απαιτεί ορθολογιστική πολιτική σκέψη ως προς το τι συνίσταται η δημοκρατική πολιτειακή συγκρότηση και ποιος είναι ο ρόλος των πολιτικών παραδόσεων και πολιτισμών.
Κατά την εκτίμησή μου στην συζήτηση αυτή μια μεγάλη παγίδα για όλους είναι το μπέρδεμα όρων, εννοιών, πολιτικών δεδομένων, παραταξιακών σκοπιμοτήτων, πολιτικής προπαγάνδας, λαϊκισμού και συχνά οικουμενικίστικων διακηρύξεων που διαχρονικά πάντοτε αποτελούσαν μεταμφιέσεις των αξιώσεων ισχύος των εκάστοτε ηγεμονικών δυνάμεων (Carr).
Το κρίσιμο είναι να κατανοηθεί ότι η πολιτική ζωή αναφέρεται σε πολιτικά δικαιώματα και μάλιστα σε όλο το φάσμα ζητημάτων που καθημερινά θέτει η πολιτισμένη κοινωνικοπολιτική οργάνωση. Όχι σε κάποια αόριστα «παγκόσμια δικαιώματα» στην βάση των οποίων μάλιστα μπορούμε να εκτελούμε γιγαντιαίους βομβαρδισμούς ολόκληρων περιοχών που καταλύουν τους μόνους φορείς πολιτικού ορθολογισμού, δηλαδή τα οργανωμένα κράτη-μέλη του ΟΗΕ.
Έτσι, για παράδειγμα, η ενσωμάτωση στην ενδοκρατική δικαιοταξία των συμβαλλομένων κρατών πολύ συγκεκριμένων πολιτικών δικαιωμάτων σε διεθνείς Συμβάσεις που ονομάστηκαν «Συμβάσεις Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων» (αντί το ορθού Συμβάσεις επί συγκεκριμένων Κοινών Πολιτικών Δικαιωμάτων) δημιούργησε την λανθασμένη πολιτική εντύπωση ότι μια γενικευμένη πλανητική δομή πολιτικών δικαιωμάτων για όλους τους τους ανθρώπους και για όλα τα ζητήματα της κοινωνικοπολιτικής ζωής ενός ανεξάρτητου κράτους.
Κάτι τέτοιο όμως όπως όλοι λογικά θα έπρεπε να ξέρουμε είναι ότι δεν είναι εφικτό, καθότι απουσιάζει μια παγκόσμια κοινωνία που θα όριζε μια παγκόσμια πολιτική ηθική επί όλων των ζητημάτων κοινωνικοπολιτικής οργάνωσης και ταυτόχρονα θα όριζε μια παγκόσμια εξουσία εφαρμογής παγκόσμιων νόμων.
Το 1945 στον ΟΗΕ αποφασίστηκε από όλα τα κράτη ότι ισχύει η αρχή της εσωτερικής αυτοδιάθεσης για τα μέλη. Αυτό επιτάσσει η λογική των υψηλών αρχών του διεθνούς δικαίου όπως σαφώς καταγράφτηκαν και επικυρώθηκαν. Δηλαδή η διακρατική ισοτιμία, η μη επέμβαση και η εσωτερική και εξωτερική κυριαρχία υπό καθεστώς εθνικής ανεξαρτησίας.
Αυτό σημαίνει ότι: Τα κριτήρια πολιτικής ηθικής, η συνδεδεμένη με αυτά τα κριτήρια διανεμητική δικαιοσύνη, οι απορρέουσες κανονιστικές δομές, η ρυθμιστική εξουσία και οι καθημερινές αποφάσεις αλλαγών πολιτικών δικαιωμάτων και πολιτικών υποχρεώσεων, είναι προνόμιο της κάθε κοινωνίας των κυρίαρχων κρατών σύμφωνα με τις πνευματικές και αισθητές πραγματικότητες κάθε έθνους όπως είναι και όπως εξελίσσονται εντός του οικείου ανεξάρτητου κράτους, της οικείας πατρίδας.
Όπως συχνά έγραφε ο αείμνηστος Παναγιώτης Κονδύλης είναι «πολιτικά νήπιος όποιος αναφέρεται στις δήθεν γενικές σύγχρονες τάσεις για υπέρβαση του εθνικού κράτους και για τη βαθμιαία πτώση των συνόρων, αποσιωπώντας ότι είναι δύο πολύ διαφορετικά πράγματα να περνούν τα σύνορα σου στρατιές τουριστών και να τα περνούν τα στρατεύματα ενός γειτονικού κράτους».
Προσθέτω: ή να τα διαπερνούν εκατομμύρια δύσμοιροι πρόσφυγες αναμενόμενα θύματα των απερίσκεπτων και σε κάθε περίπτωση υπερβολικών και καταχρηστικών βομβαρδισμών κρατών τους στο όνομα των … ανθρωπίνων δικαιωμάτων.
Δεν μπορούν κάποιοι, υπογράμμιζε ξανά και ξανά ο Παναγιώτης Κονδύλης, να συγχέουν τα πολιτικά δικαιώματα με κάποια γενικευμένα οικουμενικά ανθρώπινα δικαιώματα χωρίς να αναρωτιούνται ποιος θα ερμηνεύει δεσμευτικά τι σημαίνουν αυτά κάθε φορά στον τόπο και στον χρόνο και αν δικαιολογείται η αντίσταση στην αυθαίρετη ερμηνεία τους και στις αδηφάγες αξιώσεις μιας μεγάλης δύναμης όταν τα επικαλείται για να ασκήσει βία στο εσωτερικό άλλων κρατών.
Είναι ένα πράγμα λοιπόν το πώς εντός ενός κράτους υπάρχει ισονομία, ισοτιμία και δικαίωμα συμμετοχής στην διαμόρφωση των πολιτικών δικαιωμάτων μιας δημοκρατικά συγκροτημένης Πολιτείας και άλλο να νομίζουμε ότι μια Πολιτεία μπορεί να υπάρξει πολιτικά ως ένα πολιτικά αδιάφορο ανθρωπολογικό συνονθύλευμα.
Συνονθύλευμα εντός του οποίου τα μέλη της κοινωνίας δεν είναι οι εντολείς της εξουσίας και όπου τα ηθικά κριτήρια, τα πολιτικά δικαιώματα, οι πολιτικές υποχρεώσεις, οι κανονιστικές ρυθμίσεις και η τήρηση των κοινωνικοπολιτικά προσδιορισμένων νόμων δεν ορίζονται κοινωνικοπολιτικά αλλά στην βάση εξωγενών δογμάτων της μιας ή άλλης κανονιστικής συνταγής για κατασκευή πολιτικά αδιάφορων πολιτών που ως προς τούτο απαιτεί εξαίρεση από την πολιτική της πνευματικής τους υπόστασης.
Για να θυμηθούμε ξανά τον Κονδύλη το αποτέλεσμα σε όλες αυτές τις περιπτώσεις είναι
- να προσδιορίζονται ιδεολογικά, εκτός πολιτικής και στην βάση του ενός ή άλλου δόγματος στενόχωροι θεσμοί,
- να επιχειρούν να εκδιώξουν το «ταραχοποιό πνεύμα» από την Πολιτειακή σφαίρα που σήμερα ονομάζεται «δημόσια σφαίρα»
- και στο τέλος για λόγους πολλούς και αναμενόμενους οι άνθρωποι μέσα στους στενόχωρους θεσμούς ασφυκτιούν ή εκρήγνυνται.
- Προβλέψτε τι από τα δύο θα κάνουν πολλές κοινωνίες ακόμη και εντός της ΕΕ όταν κοινωνικοπολιτικά άγνωστα μέλη της μιας ή άλλης τεχνόσφαιρας προσδιορίζουν «διοικητικούς μηχανισμούς» μηδενικής πνευματικής χωρητικότητας.
Για την πολιτική συνύπαρξη των ανθρώπων εντός ενός κράτους μπορούμε να αναφερθούμε συντομογραφικά σε πιο συγκεκριμένα κριτήρια και παράγοντες που αφορούν και το επίμαχο ζήτημα των προσφύγων πολέμου και την κρίσιμη διάκριση μεταξύ μετανάστευσης και μαζικής λαθρομετανάστευσης.
ΚΑΤ’ ΑΡΧΑΣ, κάθε ορθολογιστική συζήτηση αρχίζει και τελειώνει μια θέση αρχής που αποτελεί και θέσφατο του διαχρονικού πολιτικού πολιτισμού: δεν υπάρχουν κακές ή καλές εθνικές πολιτικές παραδόσεις και πολιτισμοί αλλά διαφορετικοί πολιτισμοί και διαφορετικές παραδόσεις. Για τα μέλη κάθε έθνους που είναι οι φορείς τους είναι πάντα καλές και βρίσκονται σε ηθικό και αξιακό απυρόβλητο.
Αυτός είναι ο προσανατολισμός του πολιτικού πολιτισμού των ανθρώπων και ιστορικά καταμαρτυρείται πως δεν κινείται πάντα ανοδικά.
Ας πούμε γενικεύοντας χωρίς να κινδυνεύουμε να κάνουμε λογικό ή άλλο λάθος ότι όλες οι πολιτικές παραδόσεις είναι καλές και τα έθνη του πλανήτη γι’ αυτό ακριβώς αποφάνθηκαν το 1945 όταν στον Καταστατικό Χάρτη του ΟΗΕ αποφάσισαν ότι τα νήματα όλων των διατάξεων οδηγούν στην εσωτερική αυτοδιάθεση.
Αυτό αποφασίζοντας όλα τα κράτη βασικά δέχθηκαν την Αριστοτελική νοούμενη έννοια της Ελευθερίας, ότι δηλαδή (συλλογική) Ελευθερία είναι η απόλαυση της ετερότητας μιας κοινωνικής οντότητας σύμφωνα με τις ιστορικά διαμορφωμένες πολιτικοανθρωπολογικές τους προϋποθέσεις.
Στην κλασική εποχή το κοσμοθεωρητικό θέσφατο του «ιδεώδους της ανεξαρτησίας» αποτελούσε προϋπόθεση εσωτερικής πολιτικής κυριαρχίας και αυτοδιάθεσης.
Αυτό επιτάσσει και ο διαχρονικά και όχι πάντα εμπράγματα ανοδικά κινούμενος πολιτικός πολιτισμός των εθνών, δηλαδή, ότι διαφορετικές πολιτικές παραδόσεις παράγουν χωρίς έξωθεν καταναγκασμούς διαφορετικές συλλογικές πολιτικές ηθικές οι οποίες νομιμοποιούν διαφορετικές πολιτειακές δομές.
Αν είχαμε μια παγκόσμια κοινωνία μάλλον κανένα πρόβλημα δε θα υπήρχε να γίνεται αυτό πλανητικό και το μόνο πρόβλημα θα ήταν πιθανοί εμφύλιοι πόλεμοι όπως συμβαίνει στο εσωτερικό των κρατών.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ, έχοντας απομακρυνθεί από τα κοσμοσυστήματα της μετά-κλασικής εποχής και κυρίως της Βυζαντινής Οικουμένης όπου επικρατούσε μια άλλη πολιτική δομή εντός της οποίας κάθε κοινωνία αυτοπροσδιοριζόταν σύμφωνα με τις πολιτικές της παραδόσεις, απαιτείται να συνεκτιμάται πλήρως το γεγονός ότι το σύγχρονο διεθνές σύστημα είναι όχι μόνο κρατοκεντρικά δομημένο αλλά και αυστηρά εδαφικά οριοθετημένο.
ΤΡΙΤΟΝ και συναφές, όπως ήδη αναφέραμε ο άξονας σμίλευσης και διαμόρφωσης της πολιτικοανθρωπολογικής ετερότητας των κοινωνικών οντοτήτων ήταν πάντοτε το οικείο σύστημα διανεμητικής δικαιοσύνης που διαμορφώνει τον κοινωνικοπολιτικά νομιμοποιημένο συλλογικό τρόπο ζωής.
Η οριοθέτηση των εθνών εντός εδαφικά προσδιορισμένων κρατικών ορίων σήμαινε ότι αντίθετα με το τι συνέβαινε επί αιώνες τα συστήματα διανεμητικής δικαιοσύνης βάθυναν περαιτέρω την εθνική πολιτικοανθρωπολογική ετερότητα οδηγώντας σε ολοένα μεγαλύτερη διαφοροποίηση του πλανήτη τόσο δικαιακά όσο και με ανθρωπολογικούς όρους.
Κατά την εκτίμησή μου το παράδειγμα που επιβεβαιώνει καθημερινά και απόλυτα αυτή την επισήμανση δεν είναι τόσο η Σοβιετική Ένωση όσο η ΕΕ.
Αν συμφωνήσουμε σε αυτό θα καταλάβουμε καλύτερα γιατί η μακροοικονομική ένωση στην Ευρώπη δεν είναι εφικτή λόγω διαφορετικών συστημάτων διανεμητικής δικαιοσύνης και γιατί τα κύματα προσφύγων αιφνιδιάζουν τόσους πολλούς θέτοντας σε κίνδυνο τα επιτεύγματα συνεργασίας έξη δεκαετιών.
Για τους εξοικειωμένους με την θεωρία ευρωπαϊκής ολοκλήρωσης γνωρίζουν αυτό που υπογράμμισε ο Stanley Hoffmann στην θεωρία και ο Ντε Γκολ στην πράξη, δηλαδή το ευρωπαϊκό παράδοξο όπου ενώ οι υπερεθνικοί θεσμοί αναπτύσσονταν, η διαδικασία οικονομικής ολοκλήρωσης λειτούργησε πολλαπλασιαστικά ενισχύοντας τις κρατικές κοινωνίες, τους κρατικούς θεσμούς τους και τους επί μέρους εθνικούς πολιτισμούς με αποτέλεσμα να έχουμε μια πιο έντονη εθνοκρατοκεντρική διαφοροποίηση.
ΤΕΤΑΡΤΟΝ, διαχρονικά και κυρίως κατά την διάρκεια δύο χιλιετιών από την κλασική εποχή μέχρι και τον 16ο αιώνα οι άνθρωποι συναλλάσσονταν, σύναπταν πνευματικές και αισθητές σχέσεις κάθε είδους και η σύμμειξη και μέθεξη μεταξύ των εθνών επενεργούσε εμπλουτιστικά για όλους.
Υπήρχαν όμως οι κοσμοσυστημικές προϋποθέσεις που με τον ένα ή άλλο τρόπο η ευρύτερη Αυτοκρατορική δομή λίγο ή πολύ ανάλογα με την φάση στην οποία αναφερόμαστε σταθεροποιούσε τις σχέσεις μεταξύ των εθνών.
Στο σημείο αυτό και γενικεύοντας με κίνδυνο να μιλήσουμε γραμμικά για μεγάλες ιστορικές περιόδους γεμάτες καμπυλότητες, θα συμφωνήσω με την ανάλυση του Θόδωρου Ζιάκα ότι κάθε εθνική πολιτική παράδοση είναι ένας διακριτός ποταμός μέσα στον οποίο ρέουν και άλλες εθνικές πολιτικές παραδόσεις και από τον οποίο εκρέουν πολιτικές παραδόσεις προς άλλα έθνη.
Η αντιμετώπιση τόσο μεγάλων προκλήσεων όπως η ξαφνική ροή εκατομμυρίων προσφύγων πολέμου μέσα στο κρατικό γίγνεσθαι των κρατών υποδοχής –που αναμενόμενα συνοδεύεται από μαζική λαθρομετανάστευση ή ακόμη και είσοδο διεθνικών τρομοκρατών – εγείρει μεγάλα ζητήματα για τα οποία φαίνεται ότι δεν υπάρχουν οι πολιτικές και πνευματικές προϋποθέσεις αντιμετώπισής τους.
Πως θα διασφαλιστούν πολιτικές και αρμονικές σχέσεις εντός των κρατών και μεταξύ των κρατών, ιδιαίτερα σε κρίσιμες στιγμές όταν αναπόδραστα εάν όχι επιβεβλημένα θα πρέπει να περιθάλψουμε και να υποδεχθούμε εκατομμύρια δύσμοιρους πρόσφυγες πολέμου;
Καταφεύγουμε αφενός στον Ρήγα Βελεστινλή ο οποίος στο «Ελληνική Δημοκρατία» συνόψισε πολλές κατακτήσεις της ανοδικής φάσης του πολιτικού πολιτισμού και αφετέρου στην κλασικά νοούμενη έννοια δημοκρατία.
Ο Ρήγας, θα έλεγα, είναι το Υπόδειγμα του μέλλοντος.
Μετά τον Ρωμαιοκαθολικό Μεσαίωνα οι μετά-Μεσαιωνικές κρατικές δομές όπως εξελίχθηκαν –πρώτα ηγεμονικοί διοικητικοί μηχανισμοί, μετά δεσποτικά κράτη, και στην συνέχεια αστικά και αστικοφιλελεύθερα κράτη– δεν οδήγησαν στην ποθητή από πολλούς Αναγεννησιακούς κλασική δημοκρατία.
Μετά την εξέγερση των μετά-Μεσαιωνικών ανθρώπων στους οποίους παραχωρήθηκε έμμεση αντιπροσώπευση στην βάση συγκεκριμένων δικαιωμάτων προσδιορισμένα με όρους Σύμβασης, θα εκπλήρωνε την Δημοκρατία εάν είχε προσανατολισμό όχι μια ευάλωτη και παλινδρομούσα και συχνά ψευδεπίγραφη έμμεση δημοκρατία αλλά την Ιθάκη της Πολιτικής Ελευθερίας.
Αυτό σημαίνει, για να θυμηθούμε τον Γιώργο Κοντογιώργη, διαδοχικές κατακτήσεις της ατομικής, κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας όπου πλέον ο πολίτης είναι εντολέας της ανακλητής εξουσίας και η κοινωνία κάτοχος του κράτους.
Τελικά τους δύο τελευταίους αιώνες είχαμε μια παλινδρομούσα έμμεση αντιπροσώπευση με εξάρσεις έμμεσης δημοκρατίας και μερικά ιδεολογικά προκαθορισμένα δικαιώματα τα οποία άλλοτε δίνουν και άλλοτε παίρνουν πίσω, άλλοτε εσχατολογικά επιδεικνύονται στην βιτρίνα και άλλοτε μας λένε ότι είναι σε άλλα δωμάτια ή και στο υπόγειο από το οποίο θα ανασυρθούν όταν εκπληρωθεί το Α ή Β πολιτικοοικονομικό μνημόνιο που ορίζουν τα μέλη της μιας ή της άλλης τεχνόσφαιρας που αναπτύσσεται ολοκληρωτικά εκτός πολιτικής. [για την Ελλάδα από ότι ακούγεται θα τα ανασύρουν από το υπόγειο κάπου μεταξύ 2025 και 2035]
Κάνω διάκριση μεταξύ Νέων Χρόνων ενός μεγάλου δρόμου μέσα στον οποίο εκκολάφθηκαν τα μετά-Μεσαιωνικά ευρωπαϊκά έθνη και οι πολιτισμοί τους και του στενού μοντερνιστικού μονοπατιού μέσα στο οποίο τα πάντα ορίζονται με όρους εσχατολογικών ιδεολογικών δογμάτων και το οποίο, μονοπάτι, οδηγείται ταχύρρυθμα προς τους κρημνούς και τα βράχια.
Το βάλσαμο για την πολιτικοπνευματική σύγχυση που πλέον δεν κρύβεται είναι λοιπόν ο Ρήγας Βελεστινλής το πολιτικό και κοσμοθεωρητικό μάτι του οποίου μπορούσε να δει βαθιά και καθαρά τις αξονικές διαχρονικές κατακτήσεις του πολιτικού πολιτισμού των εθνών.
Γράφει ο Ρήγας με ζηλευτά κρυστάλλινη καθαρότητα:
«Η Ελληνική Δημοκρατία είναι μία, με όλον όπου συμπεριλαμβάνει εις τον κόλπο της διάφορα γένη και θρησκείας. Δεν θεωρεί τας διαφοράς των λατρειών με εχθρικό μάτι. Είναι αδιαίρετος με όλο όπου ποταμοί και πελάγη διαχωρίζουν τις επαρχίες της, οι οποίες όλες είναι ένα συνεσφιγμένο αδιάλυτο σώμα». Και πιο κάτω, στο «Περί σχέσεως της Ελληνικής Δημοκρατίας με τα ξένα έθνη»: Οι Έλληνες είναι φίλοι και σύμμαχοι με τα ελεύθερα έθνη». «Δεν ανακατεύονται εις την διοίκηση των άλλων εθνών, αλλά ούτε είναι εις αυτούς αποδεκτό να ανακατωθούν άλλα έθνη εις την δική τους. «Δέχονται όλους τους αδικημένους ξένους και όλους τους εξορισμένους από την πατρίδα των δια αιτία της ελευθερίας. Δεν κάμνουν ποτέ ειρήνη με ένα εχθρό ο οποίος κατακρατεί ελληνικό τόπο».
Ακόμη πιο σημαντικό, τα έθνη δεν χρειάζονται σχέση σύμβασης αλλά φυσικές σχέσεις, που πηγάζουν από τον πολιτισμό τους και τις μακρόχρονες σχέσεις τους: «Η νομοθετική διοίκηση βεβαιώνει εις όλους τους Έλληνες, Τούρκους, Αρμένηδες, την ισοτιμίαν, την ελευθερίαν, την σιγουριά, την εξουσία των υποστατικών ενός εκάστου, τα δημόσια χρέη που ήθελε γίνουν δια την ελευθερίαν όλων των θρησκειών, μια ανατροφή, δημόσιας συνδρομάς εκεί όπου ανήκουν, την απεριόριστο ελευθερία της τυπογραφίας, το δίκαιο του να δίδει έκαστος αναφοράν και να προκλαυθεί, το δίκαιον του συναθροίζεσθαι εις δημόσιας συντροφίας, και τελευταίον την απόλαυση των δικαίων του ανθρώπου».
Η εμποτισμένη στο ιστορικό γίγνεσθαι κοσμοθεωρία του Ρήγα Φεραίου είναι, ακριβώς, μία τυπικά πηγαία έκφραση αυτού που ονομάζουμε ώριμη και χωροχρονικά στέρεα κτισμένη εθνική κοσμοθεωρία δημοκρατικά και αντί-ηγεμονικά προσανατολισμένη: Είναι εμποτισμένη στο ιστορικό παρελθόν της, είναι προικισμένη με τα πνευματικά της επιτεύγματα, βλέπει τον εαυτό της ως την αιχμή ενός πνευματικού κτίσματος που διαρκώς μεγαλώνει, είναι σίγουρη για τον κόσμο, είναι σίγουρη για τον εαυτό της, βλέπει με σεβασμό τα έθνη με τα οποία συνδιαμορφώθηκε, δεν χαρίζεται και δεν λυγίζει στο ζήτημα της Υπέρτατης Υψηλής Αρχής της Ελευθερίας και βλέπει τον εθνικά διαμορφωμένο κόσμο με όρους αρμονικής συμβίωσης. Ακόμη πιο σημαντικό, βλέπει την εθνική ανεξαρτησία, την εθνική κοσμοθεωρία και τη δημοκρατία ως προϋποθέσεις ενός πολιτικού βίου που θα πραγματώνει αενάως την πολιτική ελευθερία κτίζοντας ασταμάτητα ανθρωποκεντρικό πολιτικό πολιτισμό στερούμενο εθνοφυλετικών αντιλήψεων.
Αυτή είναι πολιτική παράδοση και αυτός είναι ο πολιτικός πολιτισμός της Διαχρονικής Οικουμενικής Ελληνικότητας της οποίας για να μιλάμε βάσιμα κανενός δεν είναι κτήμα. Είναι ένας ωκεανός πολιτισμού και πολιτικού πολιτισμού και ο άξονας του ανθρωποκεντρικού πολιτικού πολιτισμού της διαχρονίας.
Το τελευταίο μας οδηγεί, ακριβώς, στον ορισμό της Δημοκρατίας με όσο πιο σύντομο τρόπο γίνεται. Ήδη υπαινιχθήκαμε ότι Δημοκρατία είναι το άθλημα κατάκτησης της ατομικής, κοινωνικής και πολιτικής ελευθερίας.
Στην τελευταία περίπτωση όπως ίσχυε στις κορυφώσεις της Πολιτειακής δημοκρατικής συγκρότησης, οι πολίτες κατόρθωναν να είναι οι άμεσοι εντολείς της εξουσίας και η κοινωνία ο κάτοχος του κράτους. Όπως ισχύει για όλα τα άλλα ανθρώπινα εγχειρήματα είναι ένα άθλημα και μια Οδύσσεια.
Άθλημα γιατί ο ανά πάσα στιγμή προσδιορισμός της συλλογικής αλήθειας στην βάση μιας διανεμητικής δικαιοσύνης πάνω στην οποία θεμελιώνεται ο Πολιτειακός τρόπος ζωής είναι μια κινούμενη πολιτικοπνευματική δίνη στην οποία συμμετέχουν εκατομμύρια.
Τα πάντα διαμορφώνονται δυναμικά και τα πάντα διαρκώς αλλάζουν ενώ η διαφύλαξη της δημοκρατίας συνάμα και οι βέλτιστες αποφάσεις επί όλων των πολιτειακών υποθέσεων είναι ένα στοίχημα σύμμειξης και μέθεξης αισθητών και πνευματικών που συγκροτεί και διαρκώς αναδιαμορφώνεται τον κατ’ αλήθεια συλλογικό τρόπο ζωής.
Όχι μόνο τα αισθητά όπως μονοσήμαντα και μορφικά πανομοιότυπα κηρύττουν αμφότερα τα σύγχρονα εσχατολογικά υλιστικά ιδεολογικά δόγματα που δεν έχουν τίποτα να ζηλέψουν από την Ρωμαιοκαθολική Θεοκρατική εσχατολογία.
Κτίζουν, έτσι, νομικοθεσμικά τείχη για να εμποδίσουν τις πνευματικές εισροές στην διαμόρφωση της πολιτειακής σφαίρας και τίποτα δεν διδάχθηκαν από τις εκατόμβες που προκλήθηκαν στην αναζήτηση μιας μονοσήμαντα ωφελιμιστικής πολιτειακής συνοχής ή από την παταγώδη αποτυχία τόσο της ΕΣΣΔ όσο και της ΕΕ
Είναι όμως ένα πράγμα η συνοχή της πολιτειακής ανθρωπολογίας που συγκροτείται δημοκρατικά και άλλο η δογματικά και μάλιστα μονοσήμαντα ιδεολογικά προκατασκευασμένη ωφελιμιστική ανθρωπολογία η οποία στις λογικές της απολήξεις για να υπάρξει απαιτείται ο άνθρωπος να μην διαθέτει πνεύμα.
Λέγοντάς τα αυτά και έχοντας κατά νου τις μαζικές ροές δύσμοιρων προσφύγων κανείς θα πρέπει υποχρεωτικά να υπογραμμίσει το πασίδηλο και αυτονόητο, ότι δηλαδή τα κράτη της Ευρώπης είναι παγιδευμένα με παρωχημένα εσχατολογικά δόγματα ενώ οι ανάγκες επιτάσσουν λύσεις επίγειες, ανθρωποκεντρικά προσανατολισμένες και πολιτικοστρατηγικά ορθολογιστικές.
ΚΑΤΑ ΠΡΩΤΟΝ, η πολιτειακή συγκρότηση και μάλιστα η δημοκρατική με σύμμειξη αισθητών και πνευματικών είναι ένα πολύ ευαίσθητο και εύθραυστο εγχείρημα ή καλύτερα ένα άθλημα πολιτικοανθρωπολογικής σχοινοβασίας πολιτών οι οποίοι και αυτοί μεμονωμένα είναι οντότητες προικισμένες με ετερότητα.
ΔΕΥΤΕΡΟΝ, η επί δύο αιώνες ιδεαλίζουσα συμβατική δογματική ρητορική που επιπλέον βλέπει την συγκρότηση ως αμιγώς ωφελιμιστικό εγχείρημα κινούμενο στην βάση κέρδους / οφέλους και με τρόπο πνευματικά στερημένο, προσκρούει πάνω στην πραγματικότητα που ανθρωπολογικά δεν είναι πλέον αυτή των μετά-Μεσαιωνικών ανθρώπων ή των υπό αποικιοκρατική καταστολή εθνών της Ανατολής.
Δύο αιώνες μετά την εξέγερση των μαζών των sans culottes στο Παρίσι και ένα αιώνα περίπου μετά το τέλος της αποικιοκρατίας οι κοινωνίες και τα μέλη τους διαθέτουν υψηλή πολιτικοπνευματική υπόσταση και όταν στριμώχνονται μέσα σε δογματικά λειτουργιστικές δομές που κατασκευάζουν τεχνόσφαιρες λογικό είναι να ασφυκτιούν ή να εκρήγνυνται.
Ήδη υπογραμμίστηκαν κάποια αυτονόητα, στοιχειώδη και ουσιώδη, πρωτίστως ότι κάθε πολιτισμός και κάθε πολιτική παράδοση είναι καλή για τους φορείς της και ότι αυτό το κοσμοθεωρητικό θέσφατο είναι προϋπόθεση φυσιολογικών σχέσεων μεταξύ ανθρώπων διαφορετικών πολιτισμικών καταβολών.
Μια ακόμη συναφής επισήμανση είναι ότι η διαφοροποίηση πολιτικών παραδόσεων και πολιτισμών είναι και το αίτιο ύπαρξης δύο εκατοντάδων εθνικά ανεξάρτητων κρατών-μελών του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών.
ΤΡΙΤΟΝ, δεν γίνεται επαρκής συζήτηση για τα αίτια των παθολογιών που προκαλούν μαζικές προσφυγικές ροές και τα πολιτικά δικαιώματα των εκατομμυρίων που εισρέουν ανεξέλεγκτα.
Συνοπτικά και επιγραμματικά και όσον αφορά πιο συγκεκριμένα το προσφυγικό και μεταναστατευτικό θα μπορούσαν να λεχθούν και τα εξής:
- Χωρίς υποκρισίες ταλαντεύσεις απαιτείται πλήρης διασφάλιση της ζωής και της υγείας των δύσμοιρων αυτών ανθρώπων που σε τίποτα δεν έφταιξαν.
- Όχι μόνο μέσα στα σχολεία αλλά και στα ποτισμένα με χείμαρρους ιδεολογημάτων μέλη των δυτικών κοινωνιών απαιτείται να κυριαρχήσουν πολιτικές αντιλήψεις που δεν προκαλούν οπισθοδρόμηση στην βαρβαρότητα. Ο Ρήγας το συνόψισε όπως είπαμε όταν πηγαία και γνήσια έγραψε πως «δέχονται όλους τους αδικημένους ξένους και όλους τους εξορισμένους από την πατρίδα των δια αιτία της ελευθερίας» και ότι δεν θεωρούν τις διαφορές πολιτισμών, πολιτικών παραδόσεων και θρησκειών με εχθρικό μάτι».
- Αυτά δεν εξαφανίζουν ένα ακόμη καίριο ζήτημα το οποίο εν μέσω ιδεολογικού χάους οι απαντήσεις δεν είναι αυτονόητες: Πόσοι, ποιοι, με ποια κριτήρια και πως ενσωματώνονται ως πολίτες της εν εξελίξει πολιτειακής σφαίρας κάθε κράτους υποδοχής.
- Σε αυτό το ερώτημα η απάντηση είναι αυτονόητα «όλοι». Καθότι αφού διακρίνουμε την νόμιμη μετανάστευση που δεν διαταράσσει το κοινωνικοπολιτικό γίγνεσθαι του κράτους υποδοχήςαπαιτείται βάσανος για τις προϋποθέσεις και τα πρακτικά ζητήματα.
- Υπάρχει μεγάλη διαφορά εάν μιλάμε για ενσωμάτωση εκατό χιλιάδων ή ενός εκατομμυρίου Αράβων ή Κινέζων πχ στην Γαλλική Δημοκρατία ή εάν αναφερόμαστε σε πέντε εκατομμύρια Αράβων ή Κινέζων ή γιατί όχι και πενήντα εκατομμυρίων.
- Ο ρατσισμός αποτελεί βασικά πολιτικοπνευματική ασθένεια και με πολιτικούς όρους αποτελεί επιστροφή στην προ-πολιτική βαρβαρότητα.
- Η μαζική ροή εκατομμυρίων δύσμοιρων προσφύγων την οποία αναμενόμενα πολλοί εκμεταλλεύονται με αποτέλεσμα το προσφυγικό να συνοδεύεται από μαζική λαθρομετανάστευση θέτει μερικά συγκεκριμένα ζητήματα:
- Ανθρωπιστικής περίθαλψης που δεν θα υπάρξει εάν αντιμετωπιστεί με τείχη ή υποκρισίας και εθελοτυφλίας.
- Ενσωμάτωσης στα κράτη υποδοχής
- Θεραπείας των αιτίων των παθολογιών που απαντάται μονολεκτικά: Διαφύλαξη των κρατικών υποστάσεων στις περιφέρειες αντί βομβαρδισμού τους γιατί αυτό που θέλει ο καθείς λογικά είναι να ζήσει υπό συνθήκες ασφάλειας, ευταξίας και ευνομίας στην δική του πατρίδα.
- Η έννοια της δημοκρατικά συγκροτημένης ΠΑΤΡΙΔΑΣ ήταν και θα είναι πάντα η έννοια μέσα στη οποία περιέχονται πολλές απαντήσεις για τις προϋποθέσεις του ταξιδιού της Οδύσσειας των ανθρώπων και των κοινωνιών.
πηγή: piotita.gr