ΕΤΙΚΕΤΕΣ

Η ΟΙΚΟΝΟΜΙΚΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ ΤΟΥ ΕΛΛΗΝΙΚΟΥ ΚΟΙΝΟΤΙΣΜΟΥ




Του Μιχαλόπουλου Αθανάσιου

Εδαφολογία - Γεωοικονομία - Αστοχωρική  ανάπτυξη - Οργανική αγορά        


Ας  μιλήσουμε  ευθέως. Δεν αρκεί  σήμερα  να  κάνουμε  λόγο  μόνο  για άμεση δημοκρατία. Για  να πετύχει  μια  πραγματική  δημοκρατική  (αμεσοδημοκρατική)   μελλοντική  διακυβέρνηση  πρέπει  να κομίζει  πρακτικές  συγκεκριμένες  θέσεις  για  την οικονομία  και  τη σύνδεσή  της  με όλα  τα  κοινωνικά και πολιτικά πεδία  που  εμπλέκονται  με την καθημερινότητα  του  πολίτη. Η  δύσκολη  χρονική περίοδος  που διανύουμε  δεν  μας  αφήνει  περιθώρια  να επιδιδόμαστε   στην  πολιτικολογία  προσπαθώντας  να  εφευρίσκουμε  όμορφα  ανεδαφικά  θεωρητικά ευφυολογήματα  περί  δημοκρατίας  και να  χανόμαστε  στο  αχανές  πέλαγος   των  προβλημάτων  που  προκύπτουν διαρκώς  μέσα  στη δίνη  της κρίσης  που  σοβεί  και θα σοβεί  για  αρκετό  χρονικό διάστημα  για  την ελληνική κοινωνία. Ας  σκεφτούμε  ότι  η αντικατάσταση  του  ολιγαρχικά  παλιού  που  συντηρεί  στην εξουσία  ακόμα  το κατεστημένο  των  ελίτ, θα  έχει  νόημα  μόνο αν  αυτό που θα έρθει θα  έχει ποιότητα  και  ουσιαστικές  προτάσεις  και  λύσεις.       

Δεν  είναι  δυνατόν  σε μια  ή  δυο  σελίδες  να αναπτυχθεί  αναλυτικά  ολόκληρο  το  οικονομικό  προγραμματικό  πλαίσιο  του  κοινοτισμού  που θα μπορούσε  να  κομίζει  μια συνολική  ριζική μεταβολή  του  παρωχημένου  και  μίζερου  οικονομικού υποδείγματος  που είχε  υιοθετήσει  το ελληνικό κράτος  πάρα  πολλές  δεκαετίες   τώρα (από την εποχή  της επανάστασης  θα  έλεγα).  Είναι  πασιφανές  ότι  η  ελληνική πολιτεία  ποτέ  δεν  τόλμησε  να  δημιουργήσει  μια  αυτόχθονη  παραγωγική  και  αναπτυξιακή  κουλτούρα  αγαθών,  εμπορικών  και πολιτιστικών,  που  θα την  καθιστούσε  ιδιαίτερη  και  ανεξάρτητη  πολιτική  και οικονομική  δύναμη  στην περιοχή  των Βαλκανίων και της  Νότιας  Ευρώπης  και  όχι  μόνο.   

Μια  πραγματική  δυναμική  οικονομία  στην ουσία  δεν  αρκεί  να   στηρίζεται  σε  πολιτικές  οικονομικές  θεωρίες   που  γίνονται  του συρμού  παγκοσμίως  και  υιοθετούνται  συνήθως  από  τις  κυβερνήσεις  κατά  τρόπο  μιμητικό  που  ακυρώνει  την ιδιαίτερη  δυνατότητα  ενός  τόπου  να  διαμορφώσει  το  οικονομικό  περιβάλλον  του  σύμφωνα  με  τις ιδιαίτερες  συνθήκες  και  τους  ειδικούς  όρους  για  την  εξέλιξή  του. Όταν γίνεται  λόγος  για  «πολιτική»  δεν εννοείται  μια  γενική  θεώρηση  προτάσεων  και λύσεων  που  είναι  αποτέλεσμα  μιας  ατομικής  επινόησης  κάποιων  που  ήταν  αποκομμένοι  από  τον τόπο, την πολιτιστική  και  κοινωνική  του παράδοση  ούτε  μια  εισαγωγή  ξένων  οικονομικών υποδειγμάτων  που  καταλύουν  κάθε  ντόπια  δημιουργική  πολιτική  δυνατότητα  της κοινωνίας. Το  αποτέλεσμα  το είδαμε  στην ελληνική περίπτωση. Ήταν  η  διάζευξη  πολιτικής  και κοινωνίας. Η  «πολιτική»  που  λαμβάνει χώρα  σε  τούτον  τον τόπο δεν έχει καμιά  σχέση  με  την  κοινωνία,  με  τις  ελληνικές  εν δυνάμει  ιδιαιτερότητες.

Το  οικονομικό πρόταγμα  του Ελληνικού Κοινοτισμού   εμπλέκεται  στις  πολιτικές  στοχεύσεις  του  με  τις  έννοιες   της  εδαφολογίας,  της γεωοικονομίας  και  της  αστοχωρικής  ανάπτυξης  με  απώτατο  στόχο  την  δημιουργία  μιας  οργανικής  αγοράς  στην  ελληνική  κοινωνία  στηριγμένης  στην  οικολογική  εξισορρόπηση  με  το περιβάλλον.

Είναι ανάγκη  να  συγκροτηθεί  μια  ελληνική  πολιτική  παιδεία,  ένα  άλλο  πολιτικό  ήθος  που  θα  εκκινεί  από  την  δημιουργικότητα  των πολιτών σε  τοπικό  επίπεδο, μέσα  στις  κοινότητες, στους δήμους  και  την ύπαιθρο  που  τους  πλαισιώνει. Η  εδαφολογία  ως  επιστήμη  γεωλογική  και  γεωπονική  είναι ένα  πεδίο  το οποίο   αποτελεί  τη βάση  για να μιλήσει  κανείς  για  αρχέγονη  πολιτική. Με  βάση την εδαφολογία  θα εκκινήσει  μια  ουσιαστική συζήτηση  για  τις  παραγωγικές  δυνατότητες  που έχει  η ελληνική γη  ως  προς  την  αναπτυξιακή  ανασυγκρότηση  μιας  αυτόχθονης  οικονομίας  δομημένης  μέσα  στις  κοινότητες  με  την  αγροτική  τους  παραγωγή. Με  την  ανάπτυξη  της  εδαφολογίας  ως  πολιτικής  αξίας  στο  δημόσιο χώρο  εκκινεί  και  η  συζήτηση  σε  δημοτικό, σε περιφερειακό  και εθνικό  επίπεδο  για  τη γενικότερη  οικονομική  αναπτυξιακή   φιλοσοφία  του ελληνικού υποδείγματος  σε  σχέση  με  το  τι  αξίζει  και τι  μπορεί  να παραχθεί  μέσα  από τον πρωτογενή  τομέα  μέσα  στο  βαλκανικό  και  ευρωπαϊκό  παραγωγικό  ψηφιδωτό. Σε  αυτό  το σημείο  συλλαμβάνεται  ως  πολιτική  αξία  η  γεωοικονομία,  που  είναι  η  ζύμωση  μιας  σταθερής  οικονομικής  και  γεωστρατηγικής  πολιτικής  με βάση  τις  αναπτυξιακές  δυνατότητες,  παραγωγικές  και εμπορικές,  της  ελληνικής  πολιτείας. Ας  ξεχάσουμε  να βλέπουμε  την  ελληνική  κοινωνία  εγωκεντρικά  και   εθνικιστικά. Πρέπει  να κατανοήσουμε  ποια  πρέπει  να είναι  η  θέση  της  Ελλάδας  μέσα  στο  ευρωπαϊκό  γίγνεσθαι. Ολιστική  Πολιτική  θεώρηση.  Οικονομική  Διεθνικότητα  και  Συνεργατισμός  που  θα απογειώσουν  και  πολιτιστικά  την Ελλάδα. Η  ελληνικότητα  προσλαμβάνεται  ουσιαστικά  μέσα  από  την  πολιτική  και οικονομική  εξωστρέφεια.  Όροι  για μια τέτοια  στάση  είναι  η εξελιξιμότητα  και  η  οργανικότητα  του  ελληνικού  πολιτικού  παραδείγματος

Πώς  εφαρμόζεται  στην  κοινοτική πρόσληψη κάτι τέτοιο;  Είναι  ανάγκη  να συνδεθεί  το  χρηματοπιστωτικό  σύστημα  με  τη δημιουργία  τοπικών κοινοτικών επιχειρήσεων  που  θα  αναδεικνύουν  την οικονομική ισχύ  κάθε  τόπου. Μέσα  στα ΔΑΠΙΔ, τους κοινοτικούς  πιστωτικούς  αποταμιευτικούς  οργανισμούς  των Δήμων,  υπάρχει  ομάδα  ειδικών  στελεχών- επιστημόνων, γεωλόγων, γεωπόνων  και  μηχανικών  που  ασκεί  συμβουλευτικό  ρόλο  και  συντάσσει  τους  όρους  για  τη συγκρότηση  μιας   επιχειρηματικής  κοινοτικής  παιδείας  με τη  δημιουργία  των  ΚΟΙΝ.ΕΠ.Ο    
   
Όταν  σε  έναν  κοινοτικό δήμο  οι πολίτες  ενεργοποιηθούν  και  αναπτύξουν συλλογικά  σε κάθε  δημοτικό διαμέρισμα  έναν  κοινοτικό  μη  κολεκτιβιστικό  παραγωγικό τρόπο  οργάνωσης  των επιχειρηματικών δομών  τους,  σύμφωνο  με  τις ιδιαίτερες  τοπικές  συνθήκες  που  χαρακτηρίζουν  τη εντόπια  μοναδικότητα  κάθε  αγαθού, τότε  θα  αλλάξει άρδην  ο τρόπος  που αντιλαμβανόμαστε  την πολιτική,  την κοινωνία, την οικονομία. Τότε  θα διαφανεί  στην πράξη  η σύνδεση  του  πολιτισμού  με τον οικολογικό χωριατισμό, δηλαδή  θα βιωθεί  η  δημιουργική  αλληλεξάρτηση  των πολιτιστικών αξιών με τη φύση,  το φυσικό  περιβάλλον  και  την  οικολογική  τους  διασύνδεση  και  μετουσίωση  στην πράξη  μέσα  από  την  επιχειρηματική,  ιστορική  και  καλλιτεχνική   δράση.

Σύμφωνα  με  την κοινοτική  θεώρηση  λοιπόν  έτσι  γίνεται λόγος για  την  συλλογική  συγκρότηση  μιας  οργανικής  αγοράς,  μιας  αγοράς  που  θα  ξεκινά  από  την  αγροτική  ύπαιθρο  και  τις  αστείρευτες  παραγωγικές  δυνάμεις της  και θα  καταλήγει  στα  άστυ.  Εδώ  γίνεται λόγος  για αστοχωρική ανάπτυξη. Τίποτα  δε θα παράγεται  προκειμένου  αποκλειστικά  να  καταναλωθεί, γιατί   θα  αποτελεί    και  έναν  αισθητικό  τρόπο  διάθεσης  αγαθών  που θα παράγει  μια  άλλη  κουλτούρα  πνευματικότητας. Όταν  κάτι  δημιουργείται  από  τους πολλούς,  αποκτά  πολιτιστική  αξία, γιατί  βιώνεται  στο δημόσιο χώρο  ως  άλμα  χειραφέτησης  από  την στυγνή  ανάγκη.  Μια  αγορά  οργανική  που θα  εκκινεί  όχι  από  το  εμπόριο  και  την  επιφανειακή  κερδοφορία  των επιχειρήσεων, αλλά  περισσότερο  από  την ποιοτική  δημιουργία  ντόπιων  αγαθών  και  τον  ιδιάζοντα  τρόπο  που θα επιλέγεται  η προώθησή  τους. Οι  κοινωνικές  «ρίζες»   της  αγοράς  αυτής  φύονται  στα ιδιαίτερα  εδάφη  κάθε  τόπου  και  συνδέονται  με  πολιτιστικές  και  χωρικές  συνήθειες, νέες  και παλιές,   που  κομίζουν  την πλάση  νέων  πολιτικών ηθών  και αξιών  σε  όλα  τα πεδία.    

Μόνο τότε  θα μπορέσουμε  να  μιλήσουμε για  τη συγκρότηση  ενός άλλου πολιτιστικού  και  οικολογικού περιβάλλοντος  που  θα  ευνοεί  εκείνους τους  απαραίτητους παράγοντες  που είναι  η βάση  για  μια ολοκληρωμένη πολιτεία  η οποία  θα διακρίνεται  για   την  υψηλής  ποιότητας  παιδεία,  την  κοινωνική  και πολιτική σταθερότητα, το  ευνοϊκό  νομοθετικό επενδυτικό πλαίσιο, την ατομική  και εθνική ασφάλεια, την τεχνολογική καινοτομία,  τις  τέχνες και την καλλιτεχνική πρωτοπορία  και  τη  δημιουργία  διαχρονικότερων σταθερών  ποιοτικών υποδομών.