ΕΤΙΚΕΤΕΣ

ΤΟ ΤΡΑΓΙΚΟ - ΗΡΩΙΚΟ ΠΑΡΑΔΕΙΓΜΑ ΣΤΗ ΛΑΚΑΝΙΚΗ ΨΥΧΑΝΑΛΥΣΗ ΚΑΙ ΤΗ ΦΙΛΟΣΟΦΙΑ



Μια εκδοχή του μετα-καντιανού συμβιβασμού στη φιλοσοφία είναι ότι η κριτική αποδόμηση των ισχυρισμών της δογματικής μεταφυσικής στην Κριτική του καθαρού λόγου έχει ως συνέπεια, οι ερωτήσεις που αφορούν το απόλυτο νόημα και την αξία της ανθρώπινης ζωής να περάσουν από την κατηγορία του θρησκευτικού στην κατηγορία του αισθητικού. Ο Καντ κληροδότησε ένα πρόβλημα στους ιδεαλιστές, τους ρομαντικούς ή ακόμη και στους μαρξιστές, ένα πρόβλημα με το οποίο καταπιάνεται στο Κριτική της κριτικής δύναμης όπου προσπαθεί να γεφυρώσει την Κατανόηση (επιστημολογία) και το Λόγο (ηθική) μέσω μιας κριτικής στην κριτική δύναμη η οποία μεσολαβεί μεταξύ της φύσης και της ελευθερίας. 

Αυτό το πρόβλημα μπορεί να επαναδιατυπωθεί ως εξής: η καντιανή κριτική της μεταφυσικής καταφέρνει να δείξει την α-νοησία των παραδοσιακών ισχυρισμών της δογματικής μεταφυσικής ενώ ταυτόχρονα θεμελιώνει την κανονιστική ηθική αναγκαιότητα της πρωτοκαθεδρίας του πρακτικού λόγου που αφορά την έννοια της ελευθερίας. Ωστόσο αυτό οδηγεί στο εξής ερώτημα: πώς επικυρώνεται η ελευθερία αν η φύση κυβερνιέται από την αιτιότητα και καθορίζεται μηχανιστικά από επιστημονικά θεμελιωμένους φυσικούς νόμους; Πώς η αιτιότητα του φυσικού κόσμου συμφιλιώνεται με αυτό που ο Καντ αποκαλεί αιτιότητα της ελευθερίας; Ο Καντ δεν αφήνει τις ανθρώπινες υπάρξεις σε αυτό που ο Χέγκελ θα ονόμαζε αμφίβια κατάσταση, δηλαδή να υπόκεινται ελεύθερα στον ηθικό νόμο και καθορίζονται από έναν αντικειμενικό κόσμο της φύσης που είναι γυμνός από κάθε αξία; Έτσι το έργο μιας κριτικής της αισθητικής και τελεολογικής κρίσης είναι να γεφυρώσει τον καθαρό και τον πρακτικό λόγο, τη φύση και την ελευθερία, την επιστημολογία και την ηθική, έργο το οποίο ο Καντ άφησε ανολοκλήρωτο. 


Μετακινούμενος από το γαλλικό στο γερμανικό πλαίσιο θα ήθελα να εστιάσω στο πως το τραγικό παράδειγμα βρίσκει συνέχεια στη λακανική ψυχανάλυση, τουλάχιστο στο σεμινάριο VIIΗ ηθική της ψυχανάλυσης (1959-1960). Νομίζω ότι δικαιολογείται το να πούμε ότι για τον Λακάν, η Αντιγόνη αποτελεί την τραγική ηρωίδα της ψυχανάλυσης. Είναι αυτή που δεν εγκαταλείπει την επιθυμία της, αυτή που ακολουθεί το νόμο της επιθυμίας, γεγονός που ο Χέγκελ θα ονόμαζε «νόμο του παραδείσου» και ακολουθεί αυτό το νόμο μέχρι το θάνατό της. Μπορούμε να πούμε ότι ο Λακάν αποτελεί την ψυχαναλυτική προέκταση της γερμανικής φιλοσοφίας του τραγικού και ότι προεκτείνει το τραγικό παράδειγμα- μέσω της επιλογής της Αντιγόνης ως ηρωίδας της ψυχανάλυσης καθώς ενσωματώνει την ηθική προσταγή της ψυχανάλυσης ne pas ceder sur voltre desir. 

     Αν διακρίνω σωστά ότι υπάρχει ένα τραγικό παράδειγμα στη λακανική ψυχανάλυση και θα προσπαθήσω να θεμελιώσω παρακάτω αυτόν τον ισχυρισμό, τότε το κριτικό ερώτημα που ακολουθεί είναι πολύ απλό για εμένα: τι γίνεται με το κωμικό; Δεν υπάρχει ένα οιδιπόδειο σύμπλεγμα στην μετα-καντιανή φιλοσοφία ή τουλάχιστον ένα σοφόκλειο σύμπλεγμα που έχει ως συνέπεια τον υποβιβασμό του κωμικού έναντι του τραγικού και συνεπώς περιθωριοποιεί φαινόμενα όπως τα αστεία, το χιούμορ και το γέλιο; 

     Αλλά ποιο είναι το διακύβευμα σε αυτή την ερώτηση; Το ακόλουθο νομίζω: αν ο μετα-καντιανός συμβιβασμός της φιλοσοφίας έχει ως συνέπεια, οι ερωτήσεις που αφορούν το απόλυτο νόημα και την αξία της ανθρώπινης ζωής περνούν από την κατηγορία του θρησκευτικού στην κατηγορία του αισθητικού- γεγονός που εγκαινιάζει η φιλοσοφία του τραγικού- τότε αυτό που προϋποτίθεται είναι η αναγνώριση της θνητότητας της κάθε ανθρώπινης ύπαρξης. Έτσι το ερώτημα του νοήματος και της αξίας της ανθρώπινης ζωής γίνεται ζήτημα του τι νόημα μπορεί κανείς να εξάγει από το γεγονός της θνητότητας. 

     Η κριτική υπόθεση που θα ήθελα να ερευνήσω είναι ότι το τραγικό παράδειγμα στη μετα-καντιανή φιλοσοφία που περιγράφηκε συνοπτικά παραπάνω, παρέχει έναν τρόπο σκέψης μέσω του ερωτήματος για την θνητότητα, μιας σκέψης η οποία παραμορφώνει την περατότητα, κάνοντας την ανθρώπινη ύπαρξη ηρωική. Αυτός είναι ένας γενικός ισχυρισμός και μπορώ μόνο να ελπίζω ότι θα αρχίσω να τον τεκμηριώνω μέσα από τους περιορισμούς που επιβάλλει αυτό το άρθρο. Περαιτέρω δεν θέλω να επεκτείνω αυτόν τον ισχυρισμό κατά άλλων συγγραφέων: ο Κίρκεγκορ αποτελεί φανερή εξαίρεση για να μην αναφέρω τον περίπλοκο τρόπο με τον οποίο ο Χέλντερλιν αντιμετωπίζει το τραγικό καθώς και την κριτική ή καλύτερα zeitdiagnostisch προσέγγιση του Χέγκελ και της παράδοσης που εμπνέεται από αυτόν, για παράδειγμα τον Ζίμμελ. Η ταπεινή μου φιλοδοξία είναι να αρχίσω να αναπτύσσω αυτή την κριτική υπόθεση χρησιμοποιώντας το σεμινάριο του Λακάν για την ηθική ως παράδειγμα. 

Θα ήθελα να προτείνω δύο παραδείγματα για να προσεγγίσουμε το ζήτημα της θνητότητας: το τραγικό-ηρωικό παράδειγμα και το κωμικό παράδειγμα. Όπως υπαινίχτηκα το τραγικό-ηρωικό παράδειγμα μπορεί να εντοπιστεί πίσω στον Χάιντεγγερ και το Νίτσε και σε στοιχεία του γερμανικού ιδεαλισμού και ρομαντισμού. Επιτρέψτε μου να το διευκρινίσω με χαϊντεγγεριανούς όρους. Σε σχέση με τον Χάιντεγγερ το ερώτημα του τραγικού-ηρωικού παραδείγματος μετατρέπεται στο αν ο θάνατος μπορεί να εκληφθεί ως δυνατότητα της ανθρώπινης ύπαρξης, του Dasein. Στο Είναι και Χρόνος, η δυνατότητα να αντιληφθούμε την ολότητα του Dasein δηλαδή την δυνατότητά του για αυθεντικότητα, στηρίζεται στο να κατανοήσουμε ότι το τέλος του, ταυτίζεται με το θάνατό του. Το Sein-zum-Ende είναι Sein-zum- Tode. Το να μπορώ να κατανοήσω το θάνατό μου σημαίνει ότι το Dasein αντιμετωπίζει το θάνατο ως την πιο προσωπική του δυνατότητα, κάτι που ο Χάιντεγγερ καλεί «δυνατότητα της απόλυτης αδυνατότητας του Dasein». Όταν το Dasein σχετίζει τη δυνατότητα του θανάτου του, με την προσμονή του (das Vorlaufen) τότε είναι ελεύθερο στο βαθμό που απελευθερώνεται από τις ψευδαισθήσεις της πλατωνικής σπηλιάς . Η ελευθερία είναι «Freiheit zum Tode». 

     O Χάιντεγγερ κάνει ξεκάθαρο στην κρίσιμη τελευταία παράγραφο 74 του The BasicConstitution of Historicity «μόνο με το να είναι ελεύθερο από το θάνατο {Freisein fur denTod} φέρνει το Dasein στην απλότητα της μοίρας του {seines Schicksals}. Το Dasein είναι ελεύθερο να εικάσει τη μοίρα του, την ιστορικότητά του και να κατορθώσει την ατομική ένωση της ελευθερίας και της αναγκαιότητας. Αυτή είναι όπως γράφει ο Σέλινγκ η ουσία της τραγωδίας και ο πυρήνας του τραγικού ήρωα όπως ο Οιδίποδας ή ο Ληρ. 

     Το αυθεντικά ιστορικό Dasein μπορεί να επιλέξει τον ήρωα, που σημαίνει είτε να διαλέξει τον εαυτό του ως τραγικό ήρωα, ως ελεύθερη ύπαρξη, είτε να επιλέξει das Man και να υποπέσει στη μη αυθεντικότητα. Η θεματική του τραγικού ήρωα και της αυθεντικότητάς του, είναι ισχυρή στο έργο του Χάιντεγγερ όπως αναφέρθηκε παραπάνω κυρίως στην προμηθεϊκή ερμηνεία της Αντιγόνης, μια ερμηνεία που όπως φαίνεται επηρέασε το Λακάν. Για τον Χάιντεγγερ το δεύτερο στάσιμο της Αντιγόνης προσφέρει όχι μόνο «τον αυθεντικό ελληνικό ορισμό της ανθρώπινης ύπαρξης» αλλά επίσης το βασικό χαρακτηριστικό της ανθρώπινης ουσίας, συγκεκριμένα το ανοίκειο (das Unheimlichste zu sein, ist der Grundzugdes Menschenwesens). Η ελληνική τραγωδία κατανοεί την ανθρώπινη ουσία ως το δεινότατον, ως κάτι που ανήκει στο ανοίκειο. Ο τραγικός ήρωας-και αυτό είναι μια λέξη που βρίσκεται στο επίκεντρο της ανάγνωσης του Λακάν- διακατέχεται από την άτη, τη βίαιη ώση προς την αλήθεια που οδηγεί σε αυτό που ο Χάιντεγγερ ονομάζει ερείπιο, καταστροφή (der Verderb, das Unheil). Η υπέρβαση του τραγικού ήρωα είναι για το Χάιντεγγερ μια αναγκαιότητα ή ανάγκη, εφόσον μόνο με την εναντίωση με την μη αυθεντική πόλη το Dasein μπορεί να γίνει με αυθεντικό τρόπο ιστορικό. Μέσω της καταστροφής του τραγικού ήρωα, η ιστορία δομείται κυριολεκτικά ως επιβεβαίωση ή επαλήθευση του Είναι. 

     Ο Λακάν ορίζει την ηθική ως κρίση μιας πράξης (είναι μια πράξη καλή ή κακή;). Τώρα το αν υπάρχει ηθική της ψυχανάλυσης, τότε αυτή υπάρχει μόνο κατά το ότι παρέχει ένα μέτρο για τις πράξεις μας, ένα μέτρο που μπορεί να κατευθύνει τις πράξεις μας, κάποιο είδος κριτηρίων. Είναι ξεκάθαρο ότι για τον Λακάν αυτό το μέτρο είναι η επιθυμία, η ασυνείδητη σεξουαλική επιθυμία με τη φροϊδική έννοια. Η προσταγή που υπονοείται σε αυτό το ηθικό μέτρο- παρά το ότι απλοποιώ τη λογική του κειμένου του Λακάν σε αυτό το σημείο είναι ne pas ceder sur votre desir. Νομίζω ότι αυτό εξηγεί το αντι-εγελιανό σχόλιο του Λακάν με το οποίο κλείνει το σεμινάριο VII : «οι εν λόγω νόμοι του παραδείσου είναι οι νόμοι της επιθυμίας», συγκεκριμένα οι νόμοι του παραδείσου για την ψυχανάλυση, που προσφέρουν ένα μέτρο για ηθική κρίση είναι οι νόμοι της επιθυμίας. 

Κοιτώντας πίσω στα σεμινάρια, ο Λακάν λέει ότι ζήτησε από τους ακροατές του να συμμετέχουν σε ένα πείραμα σκέψης υιοθετώντας την οπτική γωνία της Τελικής Κρίσης, συγκεκριμένα να αναρωτηθούν «έπραξα σύμφωνα με την επιθυμία μου;». Το ερώτημα της ηθικής τίθεται ως ζήτημα της σχέσης μεταξύ της πράξης και ασυνείδητης επιθυμίας. Αποτελεί ένα ερώτημα το τι μορφή ή μορφές πράξης θα ήταν κατάλληλες για την επιθυμία. Ποιες μορφές πράξης θα ήταν ηθικές; Φυσικά η κυκλική απάντηση σε αυτό το ερώτημα έχει ήδη δοθεί αφού η μοναδική πράξη που είναι ηθική είναι η ακόλουθη: μην πράττεις έτσι ώστε να υποχωρείς από την επιθυμία σου. 

Για να εξηγήσει τη σχέση μεταξύ πράξης και επιθυμίας ο Λακάν κατέφυγε στην τραγωδία, συγκεκριμένα η τραγική πράξη μπορεί να αποτελέσει δείκτη της ηθικής πράξης που συμβαδίζει με την επιθυμία κάποιου. Η ηθική της ψυχανάλυσης συνεπάγεται μια σχέση με την «πραγματικότητα της ανθρώπινης κατάστασης». Αυτό μπορεί να εκφραστεί με αυτό που αποκαλεί «τραγική αίσθηση της ζωής». Η τραγική αίσθηση της ζωής δεν σχετίζεται με τη ρύθμιση αυτού που έχω αποκαλέσει υπηρεσία των αγαθών. Την έννοια της υπηρεσίας των αγαθών ο Λακάν τη χρησιμοποιεί για να περιγράψει την παραδοσιακή ηθική η οποία αναπαρίσταται από το πρόσωπο του Κρέοντα. 


Αυτό είναι ένα πάρα πολύ υπαινικτικό κείμενο που θα άξιζε να σχολιαστεί αλλά επιτρέψτε μου απλά να προσπαθήσω να κάνω κάποια προκαταρτικά σχόλια υπέρ και κατά του κειμένου. Ο Λακάν για να κατανοήσει τη σχέση μεταξύ πράξης και επιθυμίας, κατέφυγε στην τραγωδία. Τώρα ο Λακάν διατυπώνει τον εξαιρετικά χαϊντεγγεριανό ισχυρισμό ότι η σχέση μεταξύ της επιθυμίας και πράξης στην τραγωδία λειτουργεί στην κατεύθυνση του να είναι κανείς νικητής του Είναι-προς –τον-θάνατο, une triophe de j’etre pour-la-mort, που απλά αποτελεί τη γαλλική απόδοση του Sein-zum-Tode. Αυτή η ανάγνωση της τραγωδίας βρίσκει επιβεβαίωση σε προηγούμενες νύξεις στον Οιδίποδα, όπου οι λέξεις μη φύναι ερμηνεύονται με όρους που ανακαλούν τα νιτσεϊκή χρήση της σοφίας του Σειληνού στη Γέννηση της Τραγωδίας- το καλύτερο πράγμα είναι να μην γεννιέσαι και το δεύτερο καλύτερο να πεθαίνεις σύντομα. Έτσι η θέση του Λακάν φαίνεται να είναι ότι η τραγωδία αποτελεί ένα πρότυπο μοντέλο της ηθικής δράσης σε συμφωνία με την επιθυμία, στο βαθμό που η επιθυμία σχετίζεται με το θάνατο. Άρα η κατάλληλη ηθική συμπεριφορά απέναντι στο θάνατο αποτελεί το Είναι-προς-το –θάνατο, να δρούμε με τέτοιο τρόπο έτσι ώστε να μην προδίδουμε την επιθυμία μας. Επομένως ένας τρόπος κατανόησης της ηθικής της ψυχανάλυσης είναι με όρους του Σέλινγκ και Χάιντεγκερ, μεταξύ της ελεύθερης ηθικής πράξης και της θανάσιμης επιθυμίας όπου το υποκείμενο πρέπει να ακολουθήσει το Freiheit-zum-Tode που είναι ο πυρήνας της τραγικής εμπειρίας, για να σκεφτεί κανείς τη θνητότητα. 

     Επίσης αυτή η γραμμή σκέψης συνδέεται με αυτό που λέει ο Λακάν στην αρχή της προτελευταίας séance για την ανημπόρια, όπου η ανημπόρια περιγράφει την θεμελιακή μας σχέση με την περατότητα. Αλλά η ανημπόρια δεν περιγράφεται όπως στον Φρόιντ ως σήμα άγχους. Είναι ενδιαφέρον ότι ο Λακάν λέει ότι μια τέτοια σχέση με τη θνητότητα «δεν είναι τόσο Abwarten αλλά Erwartung» που σημαίνει ότι δεν πρόκειται τόσο για την ανημπόρια του να περιμένεις αλλά το παθητικό άνοιγμα της προσδοκίας ή ανυπομονησίας, κάτι ίσως περισσότερο κοντινό στο χαϊντεγγεριανό Gelassenheit. Άρα η τραγική εμπειρία είναι αυτή της «απόλυτης αποδιοργάνωσης» όπου ο τραγικός ήρωας- ο Ληρ όπως και ο Οιδίποδας βρίσκουν τον εαυτό τους «μόνο και προδομένο» εξοβελισμένοι από την πόλη. Για τον Λακάν μέσω αυτής της τραγικής καταστροφής του ήρωα επιτυγχάνεται η κάθαρση της επιθυμίας. Η τραγική πράξη οδηγεί στην καθαρότητα της επιθυμίας σε σχέση με το αντικείμενό της, δηλαδή το θάνατο. 

     Αντιπαραβάλλοντας τον Φρόιντ με τον Λακάν, παρατηρούμε ότι η σημασία των ευφυολογημάτων, του γέλιου και του κωμικού είναι κεντρικά στη φροϋδική ψυχανάλυση, γεγονός φανερό κυρίως στο Το ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο (1905), έργο που επηρέασε τον Λακάν εξαιτίας της εστίασής του στη γλώσσα. Αν υπάρχει ένα σύμπλεγμα της Αντιγόνης στη μετα-καντιανή φιλοσοφία και τη λακανική ψυχανάλυση τότε μπορούμε να ανακαλέσουμε τι γράφει ο Φρόιντ στο Το ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο: 

Κάποτε είχε ανέβει η Αντιγόνη στο Βερολίνο, αλλά σύμφωνα με τους κριτικούς η παραγωγή δεν είχε την απαραίτητη αρχαιοπρέπεια. Το βερολινέζικο πνεύμα υιοθέτησε την κριτική με τον εξής τρόπο «Antik? Oh, nee» (Αρχαίο; Α. όχι). {Στα γερμανικά η φράση είναι ηχητικά πολύ κοντά στο Αντιγόνη}. 

     Στους ιατρικούς κύκλους κυκλοφορεί ένα ανάλογο ευφυολόγημα διαίρεσης. «Αν ρωτήσει κανείς κάποιον νεαρό ασθενή αν αυτοϊκανοποιείται, είναι σίγουρο ότι η απάντηση που θα πάρει θα είναι «Ω, όχι ποτέ» (O,na , nie) {Οι τρεις αυτές συλλαβές σχηματίζουν τη γερμανική λέξη onanie που σημαίνει αυνανισμός}. 

(μετάφραση και σχολιασμός του αποσπάσματος από Το ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο/το χιούμορ (2009), μτφ. Σιπητάνου,Σαγκριώτης, Πλέθρον, σ. 43)

Ο Φρόιντ μετατρέπει το τραγικό-ηρωικό παράδειγμα σε ένα ευφυολόγημα για τον αυνανισμό. Η σημασία του κωμικού είναι κάτι που ο Φρόιντ αναγνωρίζει στο λαμπρό αλλά σύντομο βιβλίο του, Το Χιούμορ (1927) όπου αναλύει το χιούμορ όχι από την οικονομική οπτική που επικράτησε στο Το Ευφυολόγημα και η σχέση του με το ασυνείδητο αλλά από μια οπτική που κάποιος θα μπορούσε να ονομάσει φαινομενολογία του συναισθήματος. Μέσα σε λίγες σελίδες και με την τηλεγραφική ακρίβεια του μετέπειτα στυλ του, ο Φρόιντ δείχνει πως το χιούμορ παράγεται από το υπερεγώ. Στο χιούμορ, το υπερεγώ παρατηρεί το εγώ από μια «φουσκωμένη θέση» η οποία κάνει το εγώ να φαίνεται μικρό και ασήμαντο. 

     Το χιουμοριστικό παράδειγμα του Φρόιντ στο Χιούμορ είναι αυτό ενός εγκληματία που οδηγείται στην αγχόνη και λέει «Na, die Woche fangt gut an» (Α, η εβδομάδα ξεκίνησε καλά). Με φροϋδικούς όρους το χιούμορ εδώ παράγεται από το υπερεγώ που παρατηρεί το εγώ, το οποίο παράγει μαύρο χιούμορ που δεν είναι καταθλιπτικό αλλά απελευθερωτικό. Η ναρκισσιστική σχίση του εγώ δεν παράγει μόνο μανία και κατάθλιψη αλλά και χιούμορ, μαύρο και σαρδόνιο.

πηγή: kainashmainonta